Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απέρριψε επτά αιτήσεις ακύρωσης που είχαν υποβληθεί από ελεύθερους επαγγελματίες, δικηγόρους, Δικηγορικούς Συλλόγους και άλλους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς.
Οι αιτήσεις στρέφονταν κατά της απόφασης του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), η οποία καθορίζει τη διαδικασία αμφισβήτησης του ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή τον προσδιορισμό του φόρου βάσει τεκμαρτού εισοδήματος.
Στις 28 Μαρτίου 2025, συζητήθηκαν στην Ολομέλεια του ΣτΕ επτά αιτήσεις ακύρωσης που είχαν καταθέσει Δικηγορικοί Σύλλογοι, έμμισθοι και ασκούμενοι δικηγόροι, καθώς και άλλοι επαγγελματικοί φορείς, με αντικείμενο την επίμαχη απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ για τον τεκμαρτό προσδιορισμό του φόρου.
Η απόφαση 1055/2024 της ΑΑΔΕ, που εκδόθηκε σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, εισήγαγε το σύστημα προσδιορισμού του ελάχιστου καθαρού εισοδήματος από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα βάσει τεκμαρτών κριτηρίων.
Με τις αποφάσεις υπ’ αριθμ. 1798, 1800/2025 και άλλες, υπό την προεδρία του Μιχάλη Πικραμένου και με εισηγήτριες τις συμβούλους Επικρατείας Κωνσταντίνα Λαζαράκη και Βασιλική Μόσχου, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι ο θεσπιζόμενος τρόπος τεκμαρτού προσδιορισμού του ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα είναι συνταγματικός και νόμιμος, απορρίπτοντας όλες τις σχετικές αιτήσεις ακύρωσης.