Βόμβα στα θεμέλια της παραγραφής των παλαιών φορολογικών υποθέσεων έβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας, ακυρώνοντας επί της ουσίας τη 15ετία για τις υποθέσεις που δεν υποβλήθηκε φορολογική δήλωση.
Με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο προβλέπεται πως το δικαίωμα το δικαίωμα του Δημοσίου να κοινοποιήσει το φύλλο ελέγχου ή την πράξη καταλογισμού του φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο 15ετίας, αν δεν έχει υποβληθεί δήλωση φόρου εισοδήματος ή δήλωση απόδοσης παρακρατούμενων φόρων ή δήλωση φόρου εισοδήματος εταιρειών, κοινοπραξιών, κοινωνιών, που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα.
Η βασική περίοδος εντός της οποίας η φορολογική αρχή μπορεί να ελέγξει και να καταλογίσει φόρους είναι η πενταετία, η οποία έχει «κλειδώσει» με διαδοχικές αποφάσεις του ΣτΕ.
Όμως, η πενταετία εκτείνεται στη δεκαετία εάν προκύψουν «συμπληρωματικά στοιχεία», δηλαδή στοιχεία τα οποία δεν θα μπορούσαν είναι σε γνώση της εφορίας, μέσα στην πενταετία. Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και υπό προϋποθέσεις πλαστά και εικονικά τιμολόγια).
Επιπλέον, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος η περίοδος παραγραφής επεκτείνεται στη 15ετία:
- Αν δεν υποβληθεί δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή δήλωση απόδοσης παρακρατούμενων φόρων ή δήλωση φόρου εισοδήματος του άρθρου 64, το δικαίωμα του Δημοσίου να κοινοποιήσει το φύλλο ελέγχου ή την πράξη καταλογισμού φόρου του άρθρου 64, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ετών από τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της δήλωσης.
- Σε περίπτωση υποβολής των πιο πάνω δηλώσεων κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους πριν από την ημερομηνία λήξης του χρόνου παραγραφής, το δικαίωμα του Δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλου ελέγχου παραγράφεται μετά την πάροδο τριετίας από τη λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης.
- Αν το φύλλο ελέγχου ακυρωθεί για τυπικούς λόγους με απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, η οποία κοινοποιείται στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας το τελευταίο έτος της παραγραφής του ή μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μπορεί να εκδώσει και να κοινοποιήσει νέο φύλλο ελέγχου μέσα σε ένα (1) έτος από την κοινοποίηση της απόφασης.
- Αν υποβληθεί ανακλητική δήλωση ή δήλωση με επιφύλαξη, η αξίωση για την επιστροφή του φόρου παραγράφεται μετά τρία (3) έτη από την ημέρα της με οποιονδήποτε τρόπο αποδοχής της.
- Η αξίωση προς το Δημόσιο επιστροφής φόρου βάσει υποβληθείσης εμπρόθεσμης δήλωσης αναβιώνει από της κοινοποιήσεως φύλλου ή πράξεως ελέγχου.
Από τις διασταυρώσεις και τους ελέγχους που διενεργεί η ΑΑΔΕ, όσο και αν φαίνεται παράξενο, εντοπίζει αρκετές περιπτώσεις φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων που αγνοούν τη βασική υποχρέωση να υποβάλουν φορολογική δήλωση και επιβάλει τους ανάλογους αναδρομικούς φόρους και πρόστιμα.
Η απόφαση «βόμβα» του ΣτΕ
Ωστόσο, με την υπ. αρ. 2042/2024 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας διαρρηγνύεται η 15ετία της περιόδου παραγραφής.
Αρχικά το ΣτΕ επισημαίνει ότι «η επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής με την ανωτέρω διάταξη για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα (τριπλάσιο του κατ’ αρχήν προβλεπομένου) δικαιολογείται από το γεγονός ότι, στην περίπτωση αυτή, το φορολογούμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο παραλείπει εντελώς να συμμορφωθεί προς τη βασική υποχρέωση να υποβάλει προς τη φορολογική αρχή τα στοιχεία, βάσει των οποίων καθορίζεται η φοροδοτική ικανότητα ή προκύπτουν οι προς απόδοση παρακρατούμενοι φόροι».
Προσθέτει όμως, πως, «η εν λόγω διάταξη (άρθρο 84 παρ. 5 εδ. α Κ.Φ.Ε.), ως θεσπίζουσα απόκλιση από τον κανόνα της πενταετούς παραγραφής (της παρ. 1 του ίδιου άρθρου) είναι, ενόψει των αρχών του κράτους δικαίου -ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η αρχή της ασφάλειας του δικαίου και η αρχή της προστατευομένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου- και αναλογικότητας, στενώς ερμηνευτέα (βλ. ΣτΕ 732/2019 7μ.) και αφορά (μόνο) περιπτώσεις έκδοσης πράξεων καταλογισμού φόρου (λόγω μη υποβολής της οικείας φορολογικής δήλωσης)».
Αντίθετα, προσθέτει, «η ως άνω διάταξη (15ετής παραγραφή) δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι τυγχάνει ανάλογης εφαρμογής, κατ’ άρθρο 9 παράγραφος 5 του ν. 2523/1997, και επί αξιώσεων του Δημοσίου προς επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις του Κ.Β.Σ.»
Ακόμη το ΣτΕ υπογραμμίζει, πως «η διενέργεια ελέγχου προς διακρίβωση της ορθής τήρησης των διατάξεων του Κ.Β.Σ. και η διαπίστωση σχετικών παραβάσεων δεν εξαρτάται από την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, η μη υποβολή των οποίων οδηγεί, κατ’ απόκλιση του κανόνα της πενταετούς παραγραφής, στην εφαρμογή της προβλεπομένης στην ίδια διάταξη δεκαπενταετούς προθεσμίας παραγραφής».
Ως εκ τούτου, καταλήγει η απόφαση, «επί παραβάσεων του Κ.Β.Σ. που αφορούν χρήσεις κατά τις οποίες δεν έχουν υποβληθεί φορολογικές δηλώσεις (εισοδήματος ή απόδοσης παρακρατούμενων φόρων), προκειμένης της έκδοσης πράξεων επιβολής των οικείων προστίμων, ισχύει, κατ’ αρχήν, ο κανόνας της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής της παραγράφου 1 του άρθρου 84 του Κ.Φ.Ε., από το τέλος της διαχειριστικής περιόδου που έπεται εκείνης, στην οποία αφορά η παράβαση».
Δηλαδή το ΣτΕ έκρινε ότι ορθώς ισχύει η 15ετής παραγραφή, εάν δεν έχει υποβληθεί φορολογική δήλωση, αλλά ισχύει μόνο για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται για τη μη υποβολή φορολογικής δήλωσης και όχι για τις παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, που διαπράττονται εντός της 15ετίας.
Για τις φορολογικές παραβάσεις του Κ.Β.Σ. ισχύει η πενταετής παραγραφή, καθώς θεωρεί ότι οι φορολογικές υπηρεσίες, όφειλαν να τις εντοπίσουν και να κοινοποιήσουν πράξη προσδιορισμού του φόρου, εντός της γενικής προθεσμίας παραγραφής, που είναι η πενταετία.
Με την εν λόγω απόφαση απαλλάχθηκε εταιρεία, η οποία δεν είχε υποβάλλει φορολογικές δηλώσεις το έτος 1998 και το ίδιο έτος υπέπεσε σε παραβάσεις με την κυριότερη την καταχώριση στα τηρούμενα βιβλία Κ.Β.Σ. (Γ΄ κατηγορίας) επτά εικονικών φορολογικών στοιχείων για συναλλαγές ανύπαρκτες, για τις οποίες της επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ποσού 821.716,80 ευρώ, τα οποία και τελικά γλίτωσε.
Τα πρόστιμα για τα εικονικά τιμολόγια τα απέφυγε επειδή, η υπόθεση αφορούσε στο έτος 1998, ο έλεγχος από το ΣΔΟΕ έγινε το έτος 2000, άρα ήταν εν γνώση της εφορίας εντός της πενταετίας, ενώ η κοινοποίηση της πράξης προσδιορισμού του φόρου έγινε το έτος 2007 «ήτοι σε χρόνο κατά τον οποίο το δικαίωμα το δημοσίου είχε παραγραφεί» επισημαίνει η απόφαση του ΣτΕ.
Τέλος πρέπει να σημειωθεί, ότι για να τελεσιδικήσει μια φορολογική υπόθεση έπρεπε να περάσουν 25 ολόκληρα χρόνια από τη στιγμή που εντοπίστηκε.