Ο Μάριο Σεντένο, μιλώντας στην Τράπεζα της Ελλάδος, σημείωσε ότι για δεκαετίες η παγκόσμια οικονομία στηρίχθηκε σε θεσμούς που ενίσχυσαν τη σταθερότητα και την ανάπτυξη.
«Οι κοινωνίες ευημερούν όταν οι θεσμοί προάγουν την ένταξη, την καινοτομία και τη σταθερότητα», είπε, υπενθυμίζοντας ότι η Σουηδική Ακαδημία τίμησε πρόσφατα έρευνες που ανέδειξαν την κρίσιμη συμβολή των θεσμών στην ευημερία.
Αναφερόμενος στη μεταπολεμική παγκοσμιοποίηση, υπογράμμισε πως η κινητικότητα εργασίας και οι παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής συνέβαλαν στην εξάπλωση της ανάπτυξης.
«Το κόστος του να κρατάς ανενεργό ανθρώπινο κεφάλαιο έγινε πλέον αβάσταχτο», σημείωσε, εξηγώντας πως οι αλλαγές στην αγορά εργασίας διευκόλυναν την προσαρμογή των οικονομιών και ενίσχυσαν τη νομισματική πολιτική.
Η πανδημία, όπως είπε, αποτέλεσε «ένα stress test για τη διεθνοποιημένη οικονομία», όμως ο κόσμος πέρασε αυτή τη δοκιμασία χάρη στις γρήγορες πολιτικές παρεμβάσεις. «Κόψαμε δισεκατομμύρια συνδέσεις, αλλά το σύστημα άντεξε», ανέφερε, τονίζοντας ότι η ανάκαμψη αποκάλυψε ανισορροπίες, από διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες μέχρι αναζωπύρωση του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται πλέον αντιμέτωπες με τρεις μεγάλες προκλήσεις: τον κατακερματισμό του εμπορίου, τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και τις «φούσκες» στις αγορές.
«Η υπερ-παγκοσμιοποίηση δίνει τη θέση της σε ένα πιο περιφερειακό σύστημα», ανέφερε, εξηγώντας ότι οι δασμοί λειτουργούν σαν «ένας καταστροφικός φόρος που συρρικνώνει την οικονομία μέχρι η τεχνολογική πρόοδος να απορροφήσει το κόστος».
Στο δημοσιονομικό πεδίο, προειδοποίησε ότι η σύγκρουση μεταξύ επεκτατικών δημοσιονομικών πολιτικών και προσπάθειας συγκράτησης του πληθωρισμού ενέχει κινδύνους.
«Η αλήθεια είναι ότι η οικονομική πολιτική πρέπει να είναι βαρετή. Να προσφέρει σταθερότητα, όχι ένταση», είπε χαρακτηριστικά. Υπενθύμισε δε το παράδειγμα της Πορτογαλίας, υπογραμμίζοντας πως «οι μεταρρυθμίσεις αντέχουν όταν υπάρχει πολιτική βούληση».
Αναφερόμενος στις φούσκες περιουσιακών στοιχείων, επισήμανε ότι οι υψηλές αποτιμήσεις σε μετοχές και ακίνητα δεν μπορούν να αγνοηθούν.
«Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι ο πληθωρισμός αφορά μόνο τις τιμές καταναλωτή. Τα assets μάς στέλνουν σήματα εδώ και χρόνια», σημείωσε, τονίζοντας τη σημασία των μακροπροληπτικών εργαλείων.
Για την τεχνητή νοημοσύνη, κράτησε μετριοπαθή στάση: «Είναι υπόσχεση και κίνδυνος μαζί».
Εξήγησε ότι η υιοθέτησή της θα είναι σταδιακή και ότι απαιτείται ισχυρό πλαίσιο παρακολούθησης, γιατί «η πληροφορία είναι δύναμη και η κλίμακα της εξόρυξης δεδομένων σήμερα είναι άνευ προηγουμένου».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην αγορά εργασίας, την οποία χαρακτήρισε «έναν τεράστιο ιδιωτικό μηχανισμό διαμοιρασμού εισοδήματος».
Τόνισε ότι η ευρωπαϊκή αγορά εργασίας αποδείχθηκε πιο ευέλικτη από τις προβλέψεις. «Η ευρωζώνη άντεξε χωρίς να δει την ανεργία να εκτοξεύεται. Αυτό δεν θα ήταν εφικτό τη δεκαετία του ’80 ή του ’90», σημείωσε.
Ανέφερε ότι η μετανάστευση και η ενδοευρωπαϊκή κινητικότητα ενίσχυσαν το εργατικό δυναμικό, ενώ η βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου έκανε την αγορά πιο αποτελεσματική. «Η πορεία της Ευρώπης είναι πια ιστορία επιτυχίας στον τομέα της απασχόλησης», είπε.
Παρά την πρόοδο, προειδοποίησε πως η απασχόληση δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς υψηλότερη ανάπτυξη και παραγωγικότητα.
«Κανείς δεν ξέρει πότε η αγορά εργασίας θα λυγίσει. Αλλά για να αυξηθούν πραγματικά οι μισθοί, χρειάζεται επιτάχυνση της ανάπτυξης», ανέφερε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για επενδύσεις, μεταρρυθμίσεις και βαθύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Κατά την τοποθέτησή του, υπογράμμισε ότι η Ευρώπη έχει πλέον τη χαμηλότερη αναλογία μακροχρόνια ανέργων των τελευταίων είκοσι ετών, ενώ η εκπαίδευση αποτελεί «το λάδι που κάνει την αγορά εργασίας να λειτουργεί».
Όπως είπε, «μια πιο μορφωμένη κοινωνία διεκδικεί και πετυχαίνει καλύτερες θέσεις εργασίας, αναδιαμορφώνοντας την ίδια τη λειτουργία της οικονομίας».
Ο Σεντένο τόνισε ότι η πρόοδος της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας αποτελεί θεμέλιο για τη σταθερότητα της νομισματικής πολιτικής.
«Η αγορά εργασίας δεν είναι απλώς ένα αποτέλεσμα της νομισματικής πολιτικής. Είναι προϋπόθεση για την επιτυχία της», είπε χαρακτηριστικά.