Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί έναν «προνομιακό στρατηγικό προσανατολισμό» για την Ευρώπη που επιδιώκει να παραμείνει ισχυρή, δημοκρατική και ανοιχτή στο μέλλον, σύμφωνα με τον πρώην Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτη Σχοινά. Ο κ. Σχοινάς τοποθετήθηκε σχετικά σε διεθνές συνέδριο της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το οποίο εστίασε στα 30 χρόνια από τη Συμφωνία του Ντέιτον.
Ο κ. Σχοινάς σημείωσε ότι «τριάντα χρόνια μετά το Ντέιτον, είναι η ώρα της ευθύνης για την Ευρώπη». Τόνισε πως τα προβλήματα της περιοχής δεν πρέπει πλέον να επιλύονται εκτός ευρωπαϊκού εδάφους, αλλά ότι η Ευρώπη έχει την ευθύνη να διασφαλίσει μια ασφαλή, ενωμένη και ευημερούσα ήπειρο.
Υπενθύμισε ότι η ΕΕ έχει δείξει διαχρονικά την ικανότητά της να ενσωματώνει διαφορετικές περιοχές, αναφερόμενος στις προηγούμενες διευρύνσεις προς τον μεσογειακό Νότο, τον σκανδιναβικό Βορρά και την Ανατολική Ευρώπη. Χαρακτήρισε τη διαδικασία ως «μια ιστορία επιτυχίας, που διαχρονικά συμφιλίωσε την ιστορία με τη γεωγραφία», σημειώνοντας ότι η ελκυστικότητα του ευρωπαϊκού μοντέλου παραμένει ισχυρή.
Ο κ. Σχοινάς υπογράμμισε ότι η διεύρυνση αποτελεί απόδειξη της υπεροχής του ευρωπαϊκού προτύπου και ότι η προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων, της Μολδαβίας και κυρίως της Ουκρανίας ενισχύει τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ευημερία στην ήπειρο.
Παράλληλα, επισήμανε ότι κάθε υποψήφια χώρα οφείλει να εκπληρώνει συγκεκριμένους όρους, όπως ο σεβασμός στη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, τα οποία αποτελούν βασικά προαπαιτούμενα για την ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Σημείωσε ότι οι διμερείς διαφορές πρέπει να επιλύονται πριν την ένταξη και υπογράμμισε ότι η μάχη κατά της κακοδιοίκησης και της διαφθοράς αφορά τόσο τις υποψήφιες χώρες όσο και τα υφιστάμενα κράτη-μέλη, καθώς η διαφθορά υπονομεύει τη δημοκρατία και την οικονομική ανάπτυξη.
Η ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας θεωρείται κρίσιμη για την πρόοδο της ενταξιακής πορείας, με τον κ. Σχοινά να τονίζει τη σημασία της συνέπειας μεταξύ υποσχέσεων και αποτελεσμάτων από την πλευρά της Ένωσης.
Η διαδικασία διεύρυνσης, σύμφωνα με τον κ. Σχοινά, δεν αποτελεί μόνο εσωτερική υπόθεση της ΕΕ, αλλά και εργαλείο ενίσχυσης της γεωπολιτικής της ισχύος, προσφέροντας στις γειτονικές χώρες αξιόπιστη ευρωπαϊκή προοπτική και περιορίζοντας την επιρροή τρίτων δυνάμεων.
Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής και εμπορικός εταίρος στα Δυτικά Βαλκάνια, χρηματοδοτώντας το κράτος δικαίου, θεσμικές βελτιώσεις και βασικές υποδομές, ενώ άλλοι επενδύουν σε διαφορετικούς τομείς, όπως θρησκευτικά ή αθλητικά σωματεία και μέσα ενημέρωσης.
Ο κ. Σχοινάς ανέδειξε τη σημασία της διατήρησης της περιοχής στο ευρωπαϊκό μοντέλο ανάπτυξης και διακυβέρνησης, καθώς και τη συμβολή της βαλκανικής διασποράς και της σύγκλισης με το κοινοτικό κεκτημένο.
Επιπλέον, εξήρε τη συμβολή των πανεπιστημιακών και ερευνητικών ιδρυμάτων στην προώθηση των ευρωπαϊκών αξιών και κανόνων, τονίζοντας τον ρόλο των Νομικών Σχολών στη διαμόρφωση επαγγελματιών που θα διασφαλίσουν την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου. Χαιρέτισε την πρωτοβουλία για κοινό μεταπτυχιακό πρόγραμμα (LLM), αναφέροντας ότι υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι και στήριξη και από το Κολλέγιο της Ευρώπης στα Τίρανα.
Τα πανεπιστήμια, όπως σημειώθηκε, λειτουργούν ως θεσμικοί πολλαπλασιαστές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, συμβάλλοντας στην εναρμόνιση νομοθεσιών και τη δημιουργία διακρατικών δικτύων συνεργασίας.
Στη στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Η τρέχουσα κατάσταση της διαδικασίας διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης» συμμετείχαν επίσης η Αναπληρώτρια Επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης για τη Διεύρυνση και τις Ανατολικές Γειτονικές Χώρες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Άννα Βεζύρογλου, και η Πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, Αλεξάνδρα Ρεγκάκου.
Σε διαδικτυακή σύνδεση συμμετείχε ο Καθηγητής Διοικητικού Δικαίου του ΑΠΘ και Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μιχαήλ Πικραμένος, ενώ παρουσιάστηκε βιντεοσκοπημένο μήνυμα της Διευθύντριας του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ, Μαρίας Τελαλιάν.
Οι εργασίες της δεύτερης ημέρας του συνεδρίου ολοκληρώθηκαν με συζήτηση μεταξύ των αντιπροσωπειών των συμμετεχουσών σχολών του εξωτερικού, με επίκεντρο τις προσδοκίες τους από την ένταξη των χωρών τους στην ΕΕ και τις προκλήσεις της προενταξιακής διαδικασίας.