Η Intel βρίσκεται σε συνομιλίες με την Apple για μια πιθανή στρατηγική επένδυση, στο πλαίσιο μιας μεγάλης προσπάθειας ανασυγκρότησης και ενίσχυσης της παρουσίας της στην παγκόσμια αγορά μικροτσίπ, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg που επικαλείται πηγές με γνώση του θέματος.
Οι επαφές μεταξύ των δύο τεχνολογικών κολοσσών βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο και όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, δεν είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν τελικά σε συμφωνία. Ωστόσο, η Intel έχει προσεγγίσει και άλλες εταιρείες αναζητώντας στρατηγικές συνεργασίες και επενδυτές, με στόχο την αναστροφή της πτωτικής της πορείας.
Εάν επιτευχθεί συμφωνία με την Apple, αυτή θα αποτελέσει σημαντικό ορόσημο στη στρατηγική αναδιάρθρωσης της Intel, η οποία έχει ήδη εξασφαλίσει επένδυση 5 δισ. δολαρίων από τη Nvidia, με στόχο τη συνεργασία στην παραγωγή επεξεργαστών για προσωπικούς υπολογιστές και data centers. Τον περασμένο μήνα, η SoftBank ανακοίνωσε επίσης επένδυση 2 δισ. δολαρίων, ενισχύοντας περαιτέρω την προσπάθεια ανάκαμψης.
Η είδηση των διαπραγματεύσεων οδήγησε τη μετοχή της Intel σε άνοδο κατά 6,4% στα 31,22 δολάρια στη Wall Street, ενώ η Apple υποχώρησε οριακά κατά λιγότερο από 1%, στα 252,31 δολάρια.
Η πιθανή συνεργασία με την Apple θα είχε ιδιαίτερη σημασία, καθώς υπήρξε για χρόνια σημαντικός πελάτης της Intel, προτού στραφεί στην ανάπτυξη δικών της επεξεργαστών πριν από πέντε χρόνια.
Παρότι είναι απίθανο η Apple να επιστρέψει σε τσιπ της Intel για τα προϊόντα της, τα οποία πλέον κατασκευάζονται από την Taiwan Semiconductor Manufacturing Co., μια στρατηγική επένδυση θα αποτελούσε ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές ανάκαμψης του αμερικανικού κολοσσού.
«Οι δηλώσεις του προέδρου Τραμπ για την ανάγκη ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγής μικροτσίπ οδήγησαν τις ΗΠΑ στην απόκτηση ποσοστού 10% της Intel», αναφέρει το Bloomberg. Η κυβέρνηση θεωρεί την εταιρεία κρίσιμο κομμάτι της στρατηγικής για την αναζωογόνηση της παραγωγής ημιαγωγών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παρά την κρατική στήριξη, οι προκλήσεις για την Intel παραμένουν μεγάλες. Η εταιρεία έχει χάσει το τεχνολογικό της πλεονέκτημα από ανταγωνιστές όπως η AMD, ενώ δεν έχει καταφέρει να αξιοποιήσει την τεράστια ζήτηση για υπολογιστικά συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, τομέας στον οποίο κυριαρχεί η Nvidia.
Ως αποτέλεσμα, η Intel έχει μειώσει το προσωπικό της και έχει καθυστερήσει την επέκταση των εργοστασίων της, ενώ τα έσοδα και η κεφαλαιοποίησή της αποτελούν πλέον ένα μικρό κλάσμα εκείνων της Nvidia. Παρόλα αυτά, η κρατική επένδυση έχει ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, με τη μετοχή της να έχει αυξηθεί πάνω από 50% από τις αρχές Αυγούστου.
Η Apple, από την πλευρά της, προσπαθεί να αναδείξει τον ρόλο της ως μοχλό ενίσχυσης της αμερικανικής παραγωγής. Τον περασμένο Αύγουστο, ο διευθύνων σύμβουλος Τιμ Κουκ ανακοίνωσε επενδυτικό πλάνο ύψους 600 δισ. δολαρίων για τα επόμενα τέσσερα χρόνια στις ΗΠΑ, αυξημένο κατά 100 δισ. σε σχέση με την προηγούμενη δέσμευση.
«Οι επενδύσεις αυτές θα έχουν αλυσιδωτές θετικές επιπτώσεις, ενθαρρύνοντας και άλλες εταιρείες να επενδύσουν στην αμερικανική παραγωγή», δήλωσε ο Κουκ σε συνέντευξή του στο CNBC.