Σε κλοιό εμπορικής έντασης βρίσκεται η Ελβετία μετά την αιφνιδιαστική επιβολή δασμών ύψους 39% από τις Ηνωμένες Πολιτείες, που τέθηκαν σε ισχύ την Πέμπτη.
Η κυβέρνηση της χώρας δήλωσε την πρόθεσή της να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με την Ουάσινγκτον, χωρίς να εξετάζει την εφαρμογή αντιμέτρων προς το παρόν.
Σε επίσημη ανακοίνωση μετά από έκτακτη συνεδρίαση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, τονίστηκε ότι η Βέρνη «παραμένει απολύτως προσηλωμένη στη συνέχιση του διαλόγου με τις ΗΠΑ, με στόχο τη μείωση των δασμών το ταχύτερο δυνατό», ενώ υπογραμμίστηκε η «διαρκής επαφή» με τις αμερικανικές αρχές αλλά και τους εγχώριους επιχειρηματικούς φορείς που πλήττονται από τα μέτρα.
Η πρόεδρος της Ελβετίας Καρίν Κέλερ-Σούτερ επέστρεψε το πρωί της Πέμπτης από την Ουάσινγκτον χωρίς κάποιο αποτέλεσμα, αφού δεν κατάφερε να συναντηθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, παρά τις προσδοκίες.
Αντί αυτού, συναντήθηκε μόνο με τον Υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, του οποίου το υπουργείο δεν έχει αρμοδιότητα σε θέματα διμερών εμπορικών συμφωνιών.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Βέρνη, η Κέλερ-Σούτερ ανέφερε ότι οι Ελβετοί διαπραγματευτές παραμένουν στην Ουάσινγκτον και συνεχίζουν τις προσπάθειες για εξεύρεση συμφωνίας.
«Αυτή τη στιγμή δεν εξετάζονται εμπορικά αντίμετρα, καθώς θα προκαλούσαν επιπλέον κόστος στην ελβετική οικονομία, ιδίως μέσω αύξησης των τιμών για εισαγόμενα αμερικανικά προϊόντα», ανέφερε χαρακτηριστικά η κυβέρνηση, επαναλαμβάνοντας την ως τώρα σταθερή της στάση.
Ο δασμός 39% αποτελεί τον υψηλότερο που έχει επιβληθεί σε ανεπτυγμένη χώρα, πολύ υψηλότερος από τον αντίστοιχο 15% της ΕΕ, και επηρεάζει προϊόντα-ναυαρχίδες των ελβετικών εξαγωγών, όπως πολυτελή ρολόγια και κάψουλες καφέ Nespresso.
Εξαίρεση αποτελούν τα φαρμακευτικά προϊόντα και ο χρυσός, οι οποίοι παραμένουν προς το παρόν εκτός του δασμολογικού καθεστώτος.
Σύμφωνα με αναλυτές του Bloomberg Economics, η εξαίρεση των φαρμάκων κρατά τον μέσο όρο των δασμών κάτω από το 25%, ωστόσο η επίπτωση στις ελβετικές εξαγωγές, ειδικά προς την αμερικανική αγορά, είναι σοβαρή.
Υπενθυμίζεται πως οι ΗΠΑ είναι στρατηγική αγορά για τις ελβετικές επιχειρήσεις, μεταξύ αυτών και κολοσσοί όπως Novartis AG και Roche Holding AG.
Η ελβετική κυβέρνηση θα προχωρήσει σύντομα σε ενδελεχή διάλογο για μέτρα στήριξης των πληγεισών επιχειρήσεων, αναφέροντας ότι εξετάζεται ο σχεδιασμός ευρύτερων παρεμβάσεων οικονομικής πολιτικής.
Ωστόσο, η ήπια γραμμή της κυβέρνησης συγκρούεται με τις πολιτικές πιέσεις στο εσωτερικό. Διευρυμένο διακομματικό μέτωπο ζητά την ακύρωση της παραγγελίας για 36 μαχητικά αεροσκάφη F-35A από την αμερικανική Lockheed Martin, ως αντίποινα για τους δασμούς.
Ο αιφνιδιασμός της ελβετικής πλευράς ήρθε την προηγούμενη εβδομάδα, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ απέρριψε ένα ήδη διαπραγματευμένο πλαίσιο συμφωνίας σε τηλεφωνική επικοινωνία με την Κέλερ-Σούτερ.
Σύμφωνα με πηγές, η ενόχληση του Τραμπ εστιάζει στο διμερές εμπορικό πλεόνασμα της Ελβετίας, το οποίο το 2024 έφτασε τα 38,5 δισ. δολάρια.
Αναλυτές του Bloomberg Economics προειδοποιούν ότι αν οι δασμοί επεκταθούν και στα φαρμακευτικά προϊόντα, κινδυνεύει έως και το 1% του ελβετικού ΑΕΠ, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.