Την πρώτη της, ιδιαίτερα σημαντική, συνεδρίαση πραγματοποίησε στις 5 Αυγούστου η διακομματική κοινοβουλευτική επιτροπή της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης.
Η επιτροπή συγκροτήθηκε με στόχο την προώθηση νομοθετικών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο της εξελισσόμενης διαδικασίας επίλυσης του Κουρδικού ζητήματος, μετά την ανακοίνωση του ΡΚΚ περί κατάθεσης των όπλων και αυτοδιάλυσης.
Ενδεικτικό της πολυπλοκότητας του εγχειρήματος είναι οι αποκλίνουσες θέσεις των μελών της επιτροπής.
Παρότι όλα τα συμμετέχοντα κόμματα εκφράζουν σε γενικές γραμμές την επιθυμία για τον τερματισμό της ένοπλης δράσης του ΡΚΚ, δεν έχουν καταλήξει ούτε καν στην ονομασία που θα φέρει η επιτροπή.
Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), καθώς και το εθνικιστικό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP), προτείνουν μια ονομασία που να παραπέμπει σε μια «Τουρκία χωρίς τρομοκρατία» και να δίνει έμφαση στην «εθνική ενότητα».
Αντίθετα, το φιλοκουρδικό Κόμμα Ισότητας των Λαών και Δημοκρατίας (DEM), που έχει αναλάβει ρόλο διαμεσολαβητή ανάμεσα στον φυλακισμένο ηγέτη του ΡΚΚ, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, και την τουρκική κυβέρνηση, προτείνει η ονομασία να συνδέεται με την οικοδόμηση «δημοκρατικής κοινωνίας» και «ειρήνης».
Ωστόσο, τα υπόλοιπα κόμματα εκτιμούν πως η αναφορά στην ειρήνη είναι αδόκιμη, υποστηρίζοντας ότι η Τουρκία δεν βρίσκεται σε κατάσταση πολέμου, αλλά ότι αντιμετωπίζει τρομοκρατική δράση από το ΡΚΚ.
Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), εκπροσωπώντας την αξιωματική αντιπολίτευση, διατυπώνει την ανάγκη η επιτροπή να προωθήσει ουσιαστικότερες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Το CHP επιμένει να μην περιοριστεί η δράση της επιτροπής μόνο γύρω από το Κουρδικό, αλλά να ληφθούν πρωτοβουλίες για τον εκδημοκρατισμό όλου του πολιτικού συστήματος.
Κυρίαρχο αίτημά του είναι η αποφυλάκιση αιρετών δημάρχων και στελεχών του κόμματος, μαζί με τους υπόλοιπους πολιτικούς κρατούμενους.
Συνολικά, στην επιτροπή συμμετέχουν 51 βουλευτές από όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, με εξαίρεση το εθνικιστικό Καλό Κόμμα (IYI), που αρνήθηκε τη συμμετοχή του, εκφράζοντας κάθετα την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε παραχώρηση προς το ΡΚΚ.
Παραμένει ασαφές κατά πόσο η επιτροπή θα συγκεντρώσει την αναγκαία ενισχυμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για αλλαγές στο Σύνταγμα, ή αν οι μεταρρυθμίσεις θα περιοριστούν σε πιο στοχευμένες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, Νουμάν Κουρτουλμούς, υπογράμμισε κατά την εναρκτήρια ομιλία του πως «η διαδικασία αυτή αποτελεί ζήτημα επιβίωσης που αφορά το κοινό μέλλον όλων των πολιτών, Τούρκων και Κούρδων, από κάθε κοινωνική τάξη».
Τόνισε επιπλέον ότι η επιτροπή «θα λειτουργήσει ως διαπραγματευτικό συμβουλευτικό όργανο» και το αντικείμενό της περιλαμβάνει την προώθηση νομικών ρυθμίσεων για τη διασφάλιση διαρκούς ειρήνης, με την πλήρη κατάθεση των όπλων από το ΡΚΚ.
«Είναι αναγκαίο να ενισχύσουμε το εσωτερικό μας μέτωπο και τη σταθερότητα της Τουρκίας, προωθώντας θεσμικά πολιτικά δικαιώματα», δήλωσε, ενώ διευκρίνισε ότι «η διαδικασία κατάθεσης των όπλων δεν είναι προϊόν διαπραγμάτευσης αλλά απόρροια της λαϊκής αποφασιστικότητας για ηρεμία και ενότητα».
Υπενθυμίζεται ότι το συνέδριο του ΡΚΚ τον περασμένο Μάιο αποφάσισε την αυτοδιάλυση της οργάνωσης και τον τερματισμό της ένοπλης δράσης, ανταποκρινόμενο στην έκκληση του ιστορικού ηγέτη του, Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Ο Οτσαλάν, από το κελί του στο νησί Ιμραλί, είχε καλέσει τον Φεβρουάριο φέτος για διάλυση της οργάνωσης και αφοπλισμό, ανταποκρινόμενος σε πρόταση του κυβερνητικού εταίρου, του υπερεθνικιστή Ντεβλέτ Μπαχτσελί.
Τον Ιούλιο, σε συμβολική τελετή στις παρυφές του όρους Καντίλ στο Βόρειο Ιράκ, 30 μέλη του ΡΚΚ παρέδωσαν δημοσίως τα όπλα τους στη φωτιά, αποτυπώνοντας τη νέα περίοδο που διαμορφώνεται για το Κουρδικό και το τουρκικό πολιτικό τοπίο.