Ένας ιδιότυπος εμφύλιος έχει ξεσπάσει στη Μόσχα, καθώς η κεντρική τράπεζα θέλει να διατηρήσει υψηλά επιτόκια για να μην καταρρεύσει το ρούβλι και αυξηθεί ο πληθωρισμός, αλλά η πανίσχυρη αμυντική βιομηχανία αντιδρά έντονα, επειδή το ακριβό κόστος δανεισμού δυσχεραίνει τη λειτουργία της.
Όταν ένας από τους πιο στενούς φίλους του Βλαντιμίρ Πούτιν και παράλληλα επικεφαλής του κρατικού αμυντικού ομίλου Rostec σου ασκεί σκληρή κριτική, τότε η θέση του στη Ρωσία δεν είναι και τόσο ασφαλής.
Αυτό ακριβώς ισχύει για την επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, η οποία βρέθηκε στο στόχαστρο του Σεργκέι Τσεμέζοφ, αναφορικά με τις αυξήσεις επιτοκίων, οι οποίες, όπως τόνισε το αφεντικό της Rostec, οδηγούν σε μείωση της παραγωγής και παράλληλα αυξάνουν τις πιθανότητες ακόμη και πτώχευσης επιχειρήσεων.
Σημειώνεται ότι η Rostec παράγει σχεδόν το 80% του αμυντικού εξοπλισμού της Ρωσίας, από τανκς μέχρι αεροσκάφη, και πέραν των στενών σχέσεων του Τσεμέζοφ με τον Πούτιν, αποτελεί εταιρεία – κλειδί για τον πόλεμο με την Ουκρανία. Το βασικό επιτόκιο της Ρωσίας, με δεδομένη τη διαμόρφωση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα, βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο 21%, με εκτιμήσεις ότι μπορεί να αυξηθεί στο 25% στην επόμενη συνεδρίαση της Κεντρικής Τράπεζας.
«Το επίπεδο του βασικού επιτοκίου είναι εξωφρενικό. Κατανοεί κάποιος ότι με ένα τέτοιο επιτόκιο οποιαδήποτε συμφωνία για εξαγωγές καθίσταται αυτόματα ασύμφορη», έσπευσε να τονίσει ο Τσεμέζοφ, μιλώντας σε επιχειρηματικό φόρουμ. Υποστήριξε ακόμη ότι οι εξαγωγές για προϊόντα με μακρά περίοδο παραγωγής σε τομείς όπως η αεροπορία, η αεράμυνα και η ναυπηγική βιομηχανία ενδέχεται να σταματήσουν. «Η λήψη δανείων με τέτοιο επιτόκιο σημαίνει ότι θα χρεοκοπήσουμε σε σύντομο χρονικό διάστημα και θα έρθουμε και πάλι στην κυβέρνηση με απλωμένο χέρι και θα πούμε, δώστε μας χρήματα για να σώσουμε την παραγωγή μας», όπως υποστήριξε.
Η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας υπερασπίστηκε τη νομισματική πολιτική που ασκεί, τονίζοντας σε ομιλία της στο κοινοβούλιο της Ρωσίας, ότι η τρέχουσα κατάσταση διαφέρει από προηγούμενες κρίσεις, όταν η Κεντρική Τράπεζα αύξησε απότομα τα επιτόκια, αλλά στη συνέχεια ήταν σε θέση να τα μειώσει ξανά γρήγορα.
Σε εκείνες τις περιπτώσεις, τα επιτόκια αυξήθηκαν, όπως είπε, ως απάντηση σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς και για να «αποτραπεί η κλιμάκωση του πληθωρισμού, να αντιμετωπιστεί ο φόβος για εκροή καταθέσεων από τις τράπεζες και να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα». Μόλις επιτεύχθηκαν αυτοί οι στόχοι, η Κεντρική Τράπεζα ήταν σε θέση να μειώσει τα επιτόκια προκειμένου να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη.
Η Ναμπιούλινα επιμένει, κρίσιμο τεστ στις 20 Δεκεμβρίου
Αλλά τώρα, σύμφωνα με τη Ναμπιούλινα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η οικονομία βρίσκεται σε «τεντωμένο σχοινί» και η έλλειψη εργατικού δυναμικού σημαίνει ότι η παραγωγικότητα δεν μπορεί να ενισχυθεί. Χωρίς αυστηρή νομισματική πολιτική, η οικονομία θα ήταν ευάλωτη σε στασιμοπληθωρισμό (χαμηλή ανάπτυξη και υψηλός πληθωρισμός), όπως υπογράμμισε.
Η Κεντρική Τράπεζα στοιχηματίζει ότι, κάνοντας το χρήμα πιο ακριβό, ο δανεισμός θα συγκρατηθεί, οι αποταμιεύσεις θα αυξηθούν και η κατανάλωση θα μειωθεί. Όλα αυτά συμβάλλουν στην καταπολέμηση του πληθωρισμού. Ταυτόχρονα, η Κεντρική Τράπεζα προσπαθεί να περιορίσει το βάρος του χρέους των μεγάλων επιχειρήσεων.
Σε αντίθεση με τον τομέα του λιανικού δανεισμού, ο εταιρικός τομέας της Ρωσίας δεν δείχνει σημάδια επιβράδυνσης. «Οι εταιρείες έλαβαν δάνεια ύψους 1,6 τρισεκατομμυρίων ρουβλίων τον Αύγουστο, το ίδιο ποσό τον Σεπτέμβριο και, σύμφωνα με προκαταρκτικές εκτιμήσεις, παρόμοιο ποσό τον Οκτώβριο», δήλωσε η Ναμπιούλινα. Στο 9μηνο του 2024, ο εταιρικός δανεισμός αυξήθηκε κατά 14,5% σε σχέση με το 2023, παρόλο που τότε τα επιτόκια ήταν 10 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα.
Αυτού του είδους η αύξηση είναι μεγαλύτερη από αυτή που ανέμενε η Κεντρική Τράπεζα. Στα μισά του τρέχοντος έτους, εκτιμούσε ότι η αύξηση του εταιρικού δανεισμού το 2024 θα έφτανε έως και 15%. Τον περασμένο μήνα, αναθεώρησε την πρόβλεψη αυτή προς τα πάνω σε έως και 20%.
Η αντιπαράθεση της κεντρικής τράπεζας με το λόμπι της αμυντικής βιομηχανίας αναμένεται να κλιμακωθεί στις 20 Δεκεμβρίου, όταν η Τράπεζα της Ρωσίας θα συνεδριάσει για να αποφασίσει αν θα προχωρήσει σε νέα αύξηση επιτοκίων. Πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι η Ναμπιούλινα, παρότι έχει ως τώρα την αμέριστη εμπιστοσύνη του Πούτιν, ενδέχεται να μην έχει καλή κατάληξη, εάν επιμείνει σε αύξηση των επιτοκίων και προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη αντίδραση του στρατιωτικού/βιομηχανικού συμπλέγματος της Ρωσίας.
Ισχυρή πίεση στο ρούβλι
Στο μεταξύ το ρούβλι παραμένει υπό πίεση. Την περασμένη εβδομάδα, όπως σημειώνει το Trading Economics υποχώρησε σχεδόν 7%, για να διαπραγματευτεί σε περισσότερα από 110 ανά δολάριο, το χαμηλότερο που έχει καταγραφεί, με εξαίρεση μια μικρή περίοδο αμέσως μετά την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι ενισχυμένες κυρώσεις κατά της Ρωσίας περιόρισαν τις προοπτικές για εισροές ξένων κεφαλαίων. Οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στην Gazprombank, το τελευταίο μεγάλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που δεν είχε γίνει στόχος κυρώσεων, για να σταματήσουν οι πληρωμές για φυσικό αέριο από ξένες αγορές. Οι ΗΠΑ επέβαλαν επίσης κυρώσεις σε 49 άλλες τράπεζες, οδηγώντας τις αγορές να συσσωρεύουν συνάλλαγμα, για να πληρώσουν τους αντισυμβαλλομένους τους πριν αποκλειστούν περαιτέρω από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Το ρούβλι πιέστηκε και από τη χαλάρωση των capital controls από τη Μόσχα, καθώς η κυβέρνηση επιδιώκει την εξασθένηση του νομίσματος για να χρηματοδοτήσει πιο εύκολα τον κρατικό προϋπολογισμό -με την πτώση του νομίσματος, τα έσοδα σε συνάλλαγμα μετατρέπονται σε περισσότερα ρούβλια. Η υποχρεωτική μετατροπή συναλλάγματος για έσοδα από εξαγωγές μειώθηκε κατά 25% από τις αρχές του έτους, μειώνοντας σημαντικά τη ζήτηση για ρούβλια.