Μήνυμα υπέρ της σταθερότητας και της θεσμικής σύγκλισης, και κατά της άκριτης απορρύθμισης, έστειλε η Υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, μιλώντας στο World Banking Forum, με θέμα την πορεία εφαρμογής των βασικών κανονισμών που διαμορφώνουν σήμερα το ευρωπαϊκό και διεθνές χρηματοπιστωτικό τοπίο, DORA, MiCAR, Basel IV, Genius Act και AI Act.
Η κ. Παπακωνσταντίνου υπογράμμισε ότι η συζήτηση για «απλοποίηση» και «ελάφρυνση» του ρυθμιστικού βάρους δεν πρέπει να συγχέεται με την αποδυνάμωση του εποπτικού πλαισίου.
«Αυτό που χρειάζονται περισσότερο οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί σήμερα, σε μια εποχή βαθύτατου ψηφιακού μετασχηματισμού, οικονομικής αβεβαιότητας και γεωπολιτικών εντάσεων, είναι σταθερότητα και σύγκλιση», είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι η ρυθμιστική ασφάλεια και η συνέπεια μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ αποτελούν προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Όπως τόνισε, η ψηφιοποίηση έχει φέρει τεράστια οφέλη, αλλά και νέους κινδύνους, με τη διασύνδεση θεσμών, αγορών και παρόχων υπηρεσιών πληροφορικής να αυξάνει την έκθεση σε κυβερνοεπιθέσεις και λειτουργικές αστοχίες.
Αναφερόμενη στον Κανονισμό DORA (Digital Operational Resilience Act), η Υποδιοικήτρια σημείωσε πως «για πρώτη φορά διαθέτουμε ένα ενιαίο, τεχνολογικά ουδέτερο πλαίσιο για την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα σε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό τομέα, που στόχο έχει να διασφαλίσει τη μετάβαση από τα παραδοσιακά μοντέλα στην ψηφιακή εποχή».
Η κα Παπακωνσταντίνου υπογράμμισε ότι ο Κανονισμός DORA σηματοδοτεί ένα νέο κεφάλαιο στην ψηφιακή λειτουργική ανθεκτικότητα, «παρέχοντας για πρώτη φορά ένα ενιαίο, τεχνολογικά ουδέτερο πλαίσιο» για τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Όπως σημείωσε, «ο DORA δεν είναι απλώς μια άσκηση συμμόρφωσης. Είναι εργαλείο επιχειρησιακής ανθεκτικότητας που απαιτεί ενεργή συμμετοχή της ανώτερης διοίκησης».
Επεσήμανε ότι τα ελληνικά ιδρύματα προσαρμόζονται με διαφορετικούς ρυθμούς, με τα πιστωτικά ιδρύματα να έχουν προβάδισμα, ενώ οι ασφαλιστικές και οι εταιρείες πληρωμών κινούνται ταχύτερα από χαμηλότερη βάση.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη διαχείριση κινδύνων τρίτων παρόχων ΤΠΕ, σημειώνοντας πως «η μεγαλύτερη πρόκληση επί του παρόντος είναι η διαχείριση κινδύνων τρίτων παρόχων και η δημιουργία αξιόπιστου μητρώου πληροφοριών». Η κα Παπακωνσταντίνου κάλεσε σε «πειθαρχημένες ενέργειες για τη χαρτογράφηση κρίσιμων λειτουργιών και την ενίσχυση των δοκιμών ανθεκτικότητας», τονίζοντας ότι ο DORA «μετατρέπει την ανθεκτικότητα από τεχνικό θέμα σε στρατηγική ικανότητα επιχείρησης».
Για τον Κανονισμό MiCAR, η Υποδιοικήτρια σημείωσε ότι αποτελεί «ορόσημο για τη ρύθμιση των αγορών κρυπτοστοιχείων στην ΕΕ», προστατεύοντας την ακεραιότητα της αγοράς και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Η ίδια επισήμανε πως «ο MiCAR ενσωματώνει την καινοτομία, αλλά επιδιώκει ταυτόχρονα τη διαχείριση των κινδύνων από τα σταθερά κρυπτονομίσματα (stablecoins)», ενώ χαρακτήρισε το κανονιστικό τοπίο «κατακερματισμένο σε παγκόσμιο επίπεδο», γεγονός που δημιουργεί κινδύνους ρυθμιστικού αρμπιτράζ.
Αναφερόμενη στις ανησυχίες, υπογράμμισε δύο ζητήματα:
- «Τα σχήματα πολλαπλών εκδοτών εγκυμονούν κινδύνους εποπτικής ασυμμετρίας».
- «Η αλληλεπίδραση MiCAR και PSD2 μπορεί να προκαλέσει επικαλύψεις και διπλή αδειοδότηση».
Όπως τόνισε, «η Ευρώπη οφείλει να επιταχύνει την ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων σε ευρώ και την πρόοδο προς το ψηφιακό ευρώ», ώστε να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού με εκδότες τρίτων χωρών».
Επίσης, η κα Παπακωνσταντίνου αναφέρθηκε στη νομοθεσία για την Τεχνητή Νοημοσύνη (AI Act) ως «το πρώτο ολοκληρωμένο πλαίσιο παγκοσμίως για την τεχνητή νοημοσύνη», που θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή το 2026.
Όπως τόνισε, «ο Κανονισμός για την ΤΝ επιδιώκει να εξισορροπήσει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων με την προώθηση της καινοτομίας». Επισήμανε ότι η εφαρμογή του στην Ελλάδα συντονίζεται από το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ενώ η επιτυχία του «θα εξαρτηθεί από τη συνεργασία των αρχών και την ανάπτυξη επαρκούς τεχνογνωσίας».
Η Υποδιοικήτρια εξήγησε ότι ο Κανονισμός διακρίνει μεταξύ απαγορευμένων πρακτικών, συστημάτων υψηλού κινδύνου και συστημάτων περιορισμένου κινδύνου, όπως τα chatbots. «Η ΤΝ χρειάζεται πλαίσιο εμπιστοσύνης – όχι φόβου», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενη στη Βασιλεία IV, η υποδιοικήτρια της ΤτΕ σημείωσε ότι «πρόκειται για ένα ορόσημο στην κανονιστική ρύθμιση των τραπεζών», με στόχο «την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της προληπτικής εποπτείας».
Υπογράμμισε ότι με την εφαρμογή των CRR III και CRD VI θα υπάρξουν νέες απαιτήσεις αδειοδότησης για τράπεζες τρίτων χωρών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και αυστηρότερη εποπτεία για συγχωνεύσεις, μεταβιβάσεις και συμμετοχές. «Ενισχύεται το πλαίσιο επιβολής κυρώσεων και επεκτείνεται το εύρος της άμεσης εποπτείας», ανέφερε, τονίζοντας ότι η Ελλάδα «οφείλει να διασφαλίσει ομαλή ενσωμάτωση και πλήρη συμμόρφωση έως το 2026».
Η Υποδιοικήτρια χαιρέτισε τη συμφωνία ΕΕ για το νέο πλαίσιο CMDI, επισημαίνοντας ότι «ενισχύει τη δυνατότητα διαχείρισης κρίσεων σε μικρές και μεσαίες τράπεζες» και «θωρακίζει τη σταθερότητα». Πρόσθεσε ότι είναι «ώρα να προχωρήσουμε στον τρίτο πυλώνα της Τραπεζικής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων (EDIS)», που θα «εξισώσει το επίπεδο εμπιστοσύνης των καταθετών σε όλη την ΕΕ».
Κλείνοντας, η κα Παπακωνσταντίνου επανέλαβε ότι «η απλοποίηση δεν σημαίνει απορρύθμιση», αλλά «ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα».
Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Η εποπτεία και η κανονιστική ρύθμιση δεν είναι τροχοπέδη, αλλά δίχτυ ασφαλείας που διαφυλάσσει τη σταθερότητα και προστατεύει την πραγματική οικονομία».