Η παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία διανύει μια περίοδο έντονων αναταραχών, καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ερυθρά Θάλασσα, η μειωμένη ζήτηση και οι αβέβαιες συνθήκες στις διεθνείς αγορές διαταράσσουν ουσιαστικά τους υφιστάμενους όρους λειτουργίας του κλάδου.
Οι αυξημένοι ασφαλιστικοί κίνδυνοι, η αναγκαστική παράκαμψη κρίσιμων δρομολογίων, η αβεβαιότητα σχετικά με τους αμερικανικούς δασμούς και η αισθητή μείωση των νέων ναυπηγήσεων έχουν διαμορφώσει ένα ευμετάβλητο περιβάλλον, ωθώντας τους πλοιοκτήτες στη ριζική επαναξιολόγηση της στρατηγικής τους.
Η κρίση ασφάλειας στην Ερυθρά Θάλασσα, μετά και τη βύθιση δύο ελληνόκτητων πλοίων στα ανοιχτά της Υεμένης, εκτίναξε το κόστος μεταφοράς και προκάλεσε σημαντικές καθυστερήσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Ως αποτέλεσμα, μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες προχωρούν σε συνολική επανεξέταση των δρομολογίων τους, σε μια προσπάθεια ελαχιστοποίησης των απωλειών και διατήρησης της επιχειρησιακής συνέχειας.
Ριζικές ανακατατάξεις στις ναυτιλιακές διαδρομές
Πολλές εταιρείες του κλάδου των containerships (liners) αναθεωρούν τους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς τους, παρακολουθώντας στενά τόσο τις κινήσεις των Χούθι, όσο και τη στάση των διεθνών ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή. Η παράκαμψη μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας συνεπάγεται αυξημένα κόστη και μεγαλύτερους χρόνους μεταφοράς, ενώ αναζωπυρώνει τη διαπραγμάτευση των συμβατικών όρων και των ασφαλιστικών ρητρών.
Όπως σημειώνουν παράγοντες του ναυτιλιακού κλάδου, πρόκειται για ένα σύνθετο παζλ που θέτει τη διεθνή ναυτιλιακή βιομηχανία σε διαρκή επιφυλακή, ενώ οι στρατηγικές αποφάσεις του προσεχούς διαστήματος αναμένεται να επηρεάσουν άμεσα τη σταθερότητα των παγκόσμιων logistics.
Ταυτόχρονα, πηγές της ναυτασφαλιστικής αγοράς επιβεβαιώνουν την εκτόξευση του κόστους ασφάλισης πολεμικού κινδύνου, με τα ασφάλιστρα να διπλασιάζονται και σε ορισμένες περιπτώσεις να ανέρχονται έως και το 1% της αξίας του πλοίου – το υψηλότερο σημείο για το 2024. Η πρόσθετη αυτή επιβάρυνση μεταφράζεται σε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια ανά ταξίδι, καθιστώντας τα επιχειρησιακά κόστη ακόμη πιο δυσβάσταχτα.
Η αυξημένη επικινδυνότητα έφερε επίσης κύμα αναστολών στην ασφαλιστική κάλυψη συγκεκριμένων διαδρομών, εγκλωβίζοντας τις ναυτιλιακές εταιρείες σε ένα περιβάλλον όπου η λήψη στρατηγικών αποφάσεων γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκη.
Εξασθένηση ζήτησης και διολίσθηση των ναύλων
Παράλληλα, η αγορά των εμπορευματοκιβωτίων καταγράφει σημαντική εξασθένηση της ζήτησης, όπως αποτυπώνει ο δείκτης World Container Index της Drewry, ο οποίος μειώθηκε για τέταρτη συνεχόμενη εβδομάδα κατά 5%. Η πτώση αυτή αποδίδεται στη χαμηλή ζήτηση για μεταφορές προς τις ΗΠΑ και υποδηλώνει ότι η παροδική αύξηση των αμερικανικών εισαγωγών από τη χαλάρωση των δασμών δεν είχε τον αναμενόμενο μακροχρόνιο αντίκτυπο.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Drewry, η πλεονάζουσα χωρητικότητα και η ασθενής ζήτηση θα οδηγήσουν σε περαιτέρω μείωση των τιμών spot το προσεχές διάστημα. Ζητούμενο παραμένει η επιρροή μιας ενδεχόμενης επαναφοράς δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ και οι κυρώσεις που επιβάλλουν οι ΗΠΑ σε κινέζικα πλοία, στοιχεία που δύνανται να ανατρέψουν τη διαθέσιμη προσφορά χωρητικότητας στην αγορά.
Ο δείκτης διαμορφώθηκε στα 2.672 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40 ποδών, καταγράφοντας τη συνεχιζόμενη υποχώρηση της ζήτησης, ιδίως στις μεταφορές προς τις ΗΠΑ. Ενδεικτικά, οι ναύλοι από Σαγκάη προς Λος Άντζελες έπεσαν κατά 8% (2.931 δολάρια), ενώ προς Νέα Υόρκη μειώθηκαν κατά 5% (4.839 δολάρια).
Παρά τη μείωση, οι spot τιμές παραμένουν σημαντικά υψηλότερες σε σχέση με τα επίπεδα του Μαΐου, γεγονός που αντικατοπτρίζει την έντονη αστάθεια της ναυλαγοράς. Η ίδια εικόνα επικρατεί και στα δρομολόγια προς την Ευρώπη, όπου οι ναύλοι από Σαγκάη προς Γένοβα και Ρότερνταμ μειώθηκαν κατά 7% και 2% αντίστοιχα.
Σημαντική κάμψη στις νέες ναυπηγήσεις
Η ναυτιλιακή αγορά, βρισκόμενη στο «μάτι του κυκλώνα» με φόντο τις γεωπολιτικές εντάσεις, δείχνει σαφή κάμψη στη δυναμική των νέων παραγγελιών νεότευκτων πλοίων το πρώτο εξάμηνο του 2025. Σε όλους σχεδόν τους βασικούς τομείς, εκτός των εμπορευματοκιβωτίων, καταγράφεται αξιοσημείωτη μείωση.
Όπως επισημαίνουν εκπρόσωποι ναυλομεσιτικών οίκων, σημαντική πτώση σημειώνεται στις νέες παραγγελίες χύδην ξηρού φορτίου - από 355 το 2024 σε μόλις 76 φέτος, με τη συμμετοχή των Ελλήνων πλοιοκτητών να συρρικνώνεται σε μόλις τρία πλοία. Επηρεαστής παραμένει η πίεση του Baltic Dry Index και η διαρκώς χαμηλή οικονομική δραστηριότητα στην Κίνα.
Και στον κλάδο των δεξαμενόπλοιων, οι νέες παραγγελίες το πρώτο εξάμηνο του 2025 υποχώρησαν κατά 80%, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να περιορίζουν σημαντικά τις τοποθετήσεις τους.
Η αγορά δεξαμενόπλοιων δέχεται επιπρόσθετες πιέσεις λόγω της αστάθειας στην Ερυθρά Θάλασσα, των εντεινόμενων γεωπολιτικών απειλών σε Ιράν και Ουκρανία, αλλά και της αβεβαιότητας που εντείνουν οι ρυθμιστικές εξελίξεις γύρω από την απαλλαγή από τον άνθρακα. Ελλείψει συγκεκριμένης κατεύθυνσης για μελλοντικές τεχνολογίες πρόωσης και νέων καυσίμων, αρκετοί πλοιοκτήτες αδυνατούν να λάβουν επενδυτικές αποφάσεις με ορίζοντα.
Στον τομέα του LNG, η αγορά δείχνει σημάδια κορεσμού μετά την «έκρηξη» των ετών 2023-2024, με περιορισμένες νέες παραγγελίες και διαθέσιμα ναυπηγεία δεσμευμένα έως το 2028. Παράλληλα, η φθίνουσα διαθεσιμότητα μακροπρόθεσμων ναυλώσεων δυσχεραίνει τις επενδύσεις σε νέα έργα, περιορίζοντας τα περιθώρια για κερδοσκοπικές τοποθετήσεις.
Αντίθετα, ως θετική εξαίρεση αναδεικνύεται ο τομέας των containerships, όπου οι παγκόσμιες παραγγελίες αυξήθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2025, με τον ελληνικό στόλο να ενισχύει σημαντικά τη συμμετοχή του. Το ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως σε πλοία διπλού καυσίμου και οικολογικού σχεδιασμού, αντανακλώντας την προσπάθεια των εταιρειών να μετεξελίξουν τους στόλους τους ενόψει της παγκόσμιας μετάβασης στην απαλλαγή από τον άνθρακα.
Η παρατεταμένη αστάθεια στην Ερυθρά Θάλασσα, η τεχνολογική αβεβαιότητα και η εντεινόμενη γεωπολιτική μεταβλητότητα οδηγούν τη διεθνή ναυτιλιακή αγορά σε μια περίοδο καίριων ανακατατάξεων. Οι εξελίξεις στις νεότευκτες παραγγελίες λειτουργούν πλέον ως σημαντικός δείκτης εμπιστοσύνης, διαμορφώνοντας το τοπίο των παγκόσμιων εμπορευματικών μεταφορών για τα επόμενα χρόνια.