Μετά τις πρόωρες εκλογές του Φεβρουαρίου στη Γερμανία, συγκροτήθηκε κυβερνητικός συνασπισμός μεταξύ του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD).
Παρά τον ταχύ σχηματισμό κυβέρνησης σε μόλις 72 ημέρες, σημαντικές λεπτομέρειες για κρίσιμες μεταρρυθμίσεις, όπως το ασφαλιστικό, παραμένουν ασαφείς ή έχουν αναβληθεί για μελλοντική διαπραγμάτευση.
Το θέμα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος απειλεί πλέον τη σταθερότητα της κυβέρνησης. Η νεολαία του CDU (Junge Union - JU), που στήριξε τον καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, εκφράζει έντονη δυσαρέσκεια και ζητά να ληφθούν υπόψη οι θέσεις της.
Ο βουλευτής Γιοχάνες Φόλκμαν, εγγονός του Χέλμουτ Κολ, προειδοποιεί ότι τουλάχιστον 18 βουλευτές της JU δεν θα στηρίξουν το νομοσχέδιο, ενώ αναφέρει ότι έχει πείσει και άλλους συναδέλφους να ακολουθήσουν την ίδια στάση. Με δεδομένη την οριακή πλειοψηφία των 12 εδρών στη Bundestag, ο κίνδυνος απώλειας της κυβερνητικής συνοχής είναι εμφανής.
Στην προγραμματική συμφωνία, τα κόμματα δεσμεύτηκαν για «εγγυημένο επίπεδο σύνταξης» στο 48% του μέσου μισθού έως το 2031, χωρίς αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης πάνω από τα 67 έτη. Ωστόσο, οι νέοι βουλευτές χαρακτηρίζουν τη μεταρρύθμιση ως δημοσιονομικά μη βιώσιμη, εκτιμώντας επιβάρυνση του προϋπολογισμού κατά 120 δισ. ευρώ μεταξύ 2032 και 2040.
Το δημογραφικό πρόβλημα εντείνει την πίεση, καθώς η συνταξιοδότηση των «Baby Boomers» δεν αντισταθμίζεται από νέους στην αγορά εργασίας. Σήμερα, κάθε συνταξιούχο στηρίζουν περίπου δύο εργαζόμενοι, έναντι τριών στο παρελθόν, ενώ οι εισφορές έχουν φθάσει σχεδόν το 19% των μισθών.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι το βάρος μεταφέρεται αδικαιολόγητα στις νεότερες γενιές, αυξάνοντας την ανησυχία για τη βιωσιμότητα του συστήματος. Σύμφωνα με έρευνα DeutschlandTrend για το ARD, μόλις το 48% των πολιτών αισθάνονται ασφαλείς για την οικονομική τους κατάσταση στα γηρατειά, ποσοστό αισθητά χαμηλότερο σε σχέση με το 2017.
Η κυβέρνηση εξετάζει ενημερωτικές εκστρατείες για την ενίσχυση των ιδιωτικών συντάξεων και σχεδιάζει την εφαρμογή του δικαιώματος για «ενεργή σύνταξη», επιτρέποντας εργασία μετά τη συνταξιοδότηση με αφορολόγητο όριο έως 2.000 ευρώ μηνιαίως.
Πολιτικές προκλήσεις και αβεβαιότητα
Η ψήφιση των αλλαγών στο συνταξιοδοτικό, που είχε προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο, αναβλήθηκε λόγω εσωτερικών διαφωνιών και του φόβου κυβερνητικής αστάθειας. Η υπουργός Οικογένειας, Κάριν Πριν (CDU), πρότεινε αναβολή για το 2026, ώστε να αποφευχθεί ενδεχόμενη ήττα στη Bundestag.
Η στάση της Junge Union δημιουργεί προσωπικό ρίσκο για τον καγκελάριο Μερτς, καθώς η αμφισβήτηση της ηγεσίας του αποτυπώνεται ήδη στις δημοσκοπήσεις, με την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) να εμφανίζεται συχνά πρώτη.
Παράλληλα, οι εσωτερικές συγκρούσεις, οι δυσκολίες στη διαχείριση θεμάτων όπως η μετανάστευση και η ασφάλεια, αλλά και οι επικείμενες κρατιδιακές εκλογές του 2026, ενισχύουν την αβεβαιότητα για τη σταθερότητα και τη διάρκεια της κυβέρνησης.
Το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών ή ακόμη και σχηματισμού κυβέρνησης μειοψηφίας παραμένει ανοιχτό, καθώς η πολιτική σταθερότητα στη Γερμανία δοκιμάζεται όσο ποτέ τα τελευταία χρόνια.