Η αντιπολίτευση στην Αυστρία έθεσε σήμερα ζήτημα για τη διαφύλαξη των κρατικών μυστικών, καλώντας επισήμως την κυβέρνηση να ξεκινήσει εις βάθος έρευνα μετά τις τελευταίες αποκαλύψεις σχετικά με κυβερνοεπίθεση και την εμπλοκή ανώτατου διπλωμάτη σε υπόθεση που απειλεί να διαβρώσει το κύρος της χώρας στο εξωτερικό.
Αφορμή στάθηκε η αποκάλυψη ότι ο Τόμας Ομπεράιτερ, πρεσβευτής της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, διατηρούσε, με τη χρήση ψευδωνύμου, ιστολόγιο με πορνογραφικό περιεχόμενο σαδομαζοχιστικού χαρακτήρα.
Η ύπαρξη του blog ήρθε στο φως μέσω αρχείων που εκλάπησαν κατά τις κυβερνοεπιθέσεις του 2019 και 2020 και γνωστοποιήθηκαν στον αυστριακό Τύπο στα τέλη Ιουλίου.
«Πρέπει να γνωρίζουμε αν χάκερ ή άλλα μη εξουσιοδοτημένα άτομα απέκτησαν πρόσβαση σε ακόμη πιο σοβαρές ευαίσθητες πληροφορίες», τόνισε ο Μίχαελ Σνέντλιτς, γενικός γραμματέας του ακροδεξιού FPÖ, υπογραμμίζοντας τους κινδύνους που ενέχει η διαρροή κρατικών δεδομένων και ζητώντας να γίνουν γνωστές όλες οι πτυχές της υπόθεσης.
Στον απόηχο των αποκαλύψεων, ο Ομπεράιτερ υπέβαλε παραίτηση επικαλούμενος «προσωπικούς λόγους» και αρνήθηκε κάθε αδικοπραγία. Ωστόσο, το ζήτημα έλαβε ευρύτερες διαστάσεις, καθώς το FPÖ επιμένει ότι το περιστατικό έχει υπονομεύσει την αξιοπιστία της Αυστρίας στους εταίρους της.
Ο Σνέντλιτς δεν δίστασε να δηλώσει πως: «Όλοι γνωρίζουν ότι τέτοιες περιπτώσεις αποτελούν κλασικά παραδείγματα εκβιασμού από ξένες δυνάμεις», ενώ εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι «απερίσκεπτες» ιδιωτικές «δραστηριότητες», που πραγματοποιήθηκαν μάλιστα «με τις υποδομές του υπουργείου Εξωτερικών», θα μπορούσαν να «θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της Αυστρίας».
Το θέμα αποκτά ιδιαίτερη σημασία στο σημερινό διεθνές σκηνικό, καθώς μεταξύ 2017 και 2019, αρκετές δυτικές χώρες είχαν αποφασίσει να περιορίσουν τις ανταλλαγές πληροφοριών με τη ουδέτερη Αυστρία, εκφράζοντας ανησυχία για πιθανά περιστατικά διαρροών προς τη Ρωσία στο πλαίσιο παλαιότερου σκανδάλου.
Η εκκρεμότητα ως προς τη διαχείριση ευαίσθητων κρατικών θεμάτων σε ένα τόσο ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον, δημιουργεί σημαντικά ερωτήματα γύρω από την επάρκεια των μηχανισμών ασφαλείας και διαφάνειας της χώρας.