Ψήφο εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και τη χρηματιστηριακή της αγορά, δίνει η Goldman Sachs που τοποθετεί την Ελλάδα στην κορυφή των στρατηγικών της επιλογών για τις αναδυόμενες αγορές, αλλάζοντας ουσιαστικά το αφήγημα γύρω από την χώρα. Η Ελλάδα από περιφερειακή ευκαιρία, μετατρέπεται σε σταθερό επενδυτικό πυλώνα για τους παγκόσμιους θεσμικούς επενδυτές.
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα αναβάθμισε τη σύσταση για το ελληνικό χρηματιστήριο σε «Υπεραπόδοση» (Overweight) από «Ουδέτερη», θέτοντας νέο στόχο για τον Γενικό Δείκτη του Χ.Α. στις 2.100 μονάδες που αντιστοιχεί σε αύξηση 24% από την προηγούμενη πρόβλεψή της. Παράλληλα, υπολογίζει συνολική αναμενόμενη απόδοση 14% σε όρους δολαρίου και 7% σε ευρώ για τους επόμενους 12 μήνες.
Στην κατηγορία CEEMEA (Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική), η Ελλάδα αναδεικνύεται ως το πιο υποσχόμενο asset, με τη Goldman να αυξάνει τη στάθμισή της στο πλαίσιο μιας πιο κυκλικής στρατηγικής κατανομής κεφαλαίων. Η αναμενόμενη συνολική απόδοση για την Ελλάδα διαμορφώνεται στο +13%, υπερδιπλάσια σε σχέση με χώρες όπως η Πολωνία, για την οποία προβλέπεται μόλις +3%.
Η στρατηγική της Goldman Sachs καταγράφει μια πιο δομική μετατόπιση. H Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως «εναλλακτική» ή ευκαιριακή αγορά, αλλά ως επενδυτικός προορισμός με διάρκεια, θεσμική σταθερότητα και ισχυρά περιουσιακά στοιχεία. Ο Γενικός Δείκτης, σύμφωνα με την Goldman Sachs, είναι σε πορεία αναβάθμισης όχι μόνο σε τιμή αλλά και σε θεσμικό κύρος.
Το μήνυμα είναι σαφές: η ελληνική αγορά αναδυόμενων είναι ώριμη για αναγνώριση ως «αναδυόμενη ηγέτιδα» – και οι διεθνείς επενδυτές καλούνται να την προσέξουν, όχι ως ρίσκο, αλλά ως σταθερή ευκαιρία.
Η Ελλάδα ως επενδυτική επιλογή
Το ισχυρό ράλι του Χ.Α. –+32% σε όρους δολαρίου από τις αρχές του 2025– δεν είναι, σύμφωνα με την Goldman Sachs, μια «φούσκα επιδόσεων». Αντιθέτως, αντανακλά μια θεμελιώδη μεταμόρφωση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, με βελτιωμένα μακροοικονομικά, υψηλή μερισματική απόδοση, και υποτιμημένες αποτιμήσεις, ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα.
Σημειώνει πως τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) στο Χ.Α θα καταγράψουν αύξηση 6% φέτος και 5% το 2026, ενώ σε επίπεδο αγοράς και σε όρους ευρώ ο Γενικός Δείκτης θα σημειώσει άνοδο 7% και σε όρους δολαρίου 20% καθώς το αμερικάνικο νόμισμα συνεχίζει να αποδυναμώνεται.
Η Goldman Sachs εντάσσει την Ελλάδα στις πέντε κορυφαίες αγορές των αναδυόμενων στις οποίες υπάρχει bull market μαζί με την Κίνα, την Κορέα, τις Φιλιππίνες και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στον αντίποδα, υποβαθμίζει την Τσεχία, το Κουβέιτ, τη Χιλή και το Μεξικό, στρατηγικά μεταφέροντας κεφάλαια προς πιο δυναμικά και «κυκλικά» assets.
Όπως τονίζει, η Ελλάδα παραμένει δραματικά υποεκπροσωπούμενη στα διεθνή χαρτοφυλάκια, κάτι που αφήνει σημαντικό περιθώριο για τοποθετήσεις καθώς ενισχύεται η εμπιστοσύνη στη μακροπρόθεσμη σταθερότητα της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος.
Όσον αφορά τα μερίσματα, η Goldman Sachs εκτιμά πως η ελληνική αγορά είναι από τις πιο ελκυστικές με μερισματική απόδοση στο 5%, τη στιγμή που για το σύνολο των αναδυόμενων αγορών είναι στο 3% και για τις αγορές της περιοχές της Ευρώπης, στο 2%.
Ξεχωριστή αναφορά γίνεται στις ελληνικές τράπεζες, τις οποίες η Goldman Sachs κατατάσσει ανάμεσα στις ελκυστικότερες της Ευρώπης. Παρά τις ήδη υψηλές αποδόσεις τους, παραμένουν υποτιμημένες, με λόγο τιμής προς λογιστική αξία (P/B) σημαντικά χαμηλότερο από τις ομοειδείς ευρωπαϊκές, και αντίστοιχα υψηλό ROE, τονίζοντας ότι η θετική πορεία μπορεί να συνεχιστεί παρά τις ήδη υψηλές επιδόσεις και αναμένει το χάσμα αποτίμησης που υπάρχει μεταξύ ελληνικών και ευρωπαϊκών τραπεζών να μειωθεί στους επόμενους 12 μήνες.
Επισημαίνει ότι το μακροοικονομικό περιβάλλον με την προοπτική χαμηλότερων επιτοκίων από τη Fed ενισχύει τη διάθεση των επενδυτών για κυκλικούς και χρηματοοικονομικούς τίτλους στις αναδυόμενες – με τις ελληνικές τράπεζες να βρίσκονται σε εξαιρετική θέση να επωφεληθούν.