ΓΔ: 2049.92 0.89% Τζίρος: 50.21 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 12:45:34
Φώτο: Shutterstock

HSBC: Υποβάθμιση της Ελλάδας σε «neutral» μετά το ράλι του 2025

Η HSBC υποβαθμίζει τη σύσταση για την Ελλάδα σε neutral, τονίζοντας ότι οι θετικοί καταλύτες έχουν αποτιμηθεί, ενώ η υπερβολική τοποθέτηση περιορίζει την υπεραπόδοση.

Η HSBC «φρενάρει» τις εκτιμήσεις της για την Ελλάδα καθώς από την υπεραπόδοση καθώς σε νέα της έκθεση υποβαθμίζει τη σύσταση για την ελληνική αγορά σε neutral, σημειώνοντας πως οι θετικοί καταλύτες – μεταρρυθμίσεις, δημοσιονομική σταθεροποίηση και ενισχυμένα μερίσματα – έχουν ήδη αποτιμηθεί. Ένας ακόμη λόγος ανησυχίας είναι η υπερβολική τοποθέτηση. Σήμερα το 60% των GEMs funds έχει έκθεση στην Ελλάδα, έναντι 40% το 2022, γεγονός που περιορίζει τα περιθώρια περαιτέρω εισροών.

Όπως προειδοποιεί η HSBC, μετά την εκρηκτική άνοδο, η ελληνική αγορά μετοχών δεν είναι πια «ευκαιρία» όπως πέρυσι. Η επόμενη μέρα θα εξαρτηθεί από τον ρυθμό υλοποίησης επενδύσεων, τον τουρισμό και τις διεθνείς αποφάσεις για την κατηγορία της ελληνικής αγοράς.

Πέρα από τις τράπεζες, η HSBC ξεχωρίζει τον τουρισμό. Το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών κατέγραψε 3,9 εκατ. επιβάτες τον Αύγουστο (+7%), με θετική επίδραση στην Aegean Airlines, η οποία επωφελείται από υψηλά ναύλα και πληρότητες. Επίσης, οι κατασκευές και η βιομηχανία ευνοούνται από την εισροή κοινοτικών πόρων και ιδιωτικών επενδύσεων.

Όπως σημειώνει η HSBC, οι ελληνικές μετοχές έχουν αποδώσει εξαιρετικά το 2025, με άνοδο 68%. Θεωρούμε ότι είναι η στιγμή να υποβαθμίσουμε τη σύσταση σε ουδέτερη (neutral). Πιστεύουμε ότι οι περισσότεροι θετικοί καταλύτες, όπως οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η δημοσιονομική εξυγίανση και η βελτίωση των μερισμάτων, είναι πλέον καλά γνωστοί και έχουν ενσωματωθεί στις τιμές. Η τοποθέτηση αποτελεί έναν ακόμη λόγο ανησυχίας: το 60% των GEMs funds έχει πλέον έκθεση στην Ελλάδα, έναντι μόλις 40% το 2022. Βλέπουμε λιγότερους καταλύτες για να οδηγήσουν σε περαιτέρω ουσιαστική υπεραπόδοση.

Η HSBC αναφέρει ότι η ανάπτυξη παραμένει θετική αλλά με σημάδια επιβράδυνσης. Το ΑΕΠ αυξήθηκε 1,7% στο β΄ τρίμηνο του 2025, έναντι 2,5% στο τέλος του 2024. Οι επενδύσεις έχουν εκτοξευθεί άνω του 50% από την πανδημία, όμως φέτος επηρεάστηκαν από καθυστερήσεις στα δημόσια έργα. Η Ελλάδα υπέβαλε το έκτο αίτημα εκταμίευσης από το Ταμείο Ανάκαμψης (€2,1 δισ.), με τις συνολικές εκταμιεύσεις να φθάνουν τα €23,4 δισ. (65% της κατανομής).

Στον τουρισμό, μετά το ιστορικό ρεκόρ του 2024 με 40,7 εκατ. αφίξεις (+13%), για το 2025 η αύξηση αναμένεται να περιοριστεί στο 3%. Παράλληλα, οι συνεχείς αυξήσεις στον κατώτατο μισθό – σωρευτικά πάνω από 50% από το 2018 – στηρίζουν την κατανάλωση, αλλά απειλούν την ανταγωνιστικότητα και τα περιθώρια κερδοφορίας των επιχειρήσεων.

Όπως επισημαίνει, το ζήτημα στο μέτωπο της ανάπτυξης δεν είναι το επίπεδο αλλά η αλλαγή στον ρυθμό. Στο β΄ τρίμηνο του 2025 η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 1,7% σε ετήσια βάση, έναντι 2,5% στο δ΄ τρίμηνο του 2024. Όχι άσχημα, αλλά όχι και εντυπωσιακά. Οι επενδύσεις, που έχουν αυξηθεί πάνω από 50% από την πανδημία, αποτέλεσαν φέτος ένα μικρό εμπόδιο λόγω καθυστέρησης στην υλοποίηση έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. 

Αυτό αναμένεται να βελτιωθεί και τον Ιούλιο η Ελλάδα υπέβαλε το έκτο αίτημα για εκταμίευση ύψους €2,1 δισ., που θα έφερνε το σύνολο των εκταμιεύσεων στα €23,4 δισ. ή στο 65% της συνολικής κατανομής. Η εικόνα είναι παρόμοια και στον τουρισμό. Το 2024 σημειώθηκε ρεκόρ με 40,7 εκατ. αφίξεις, αύξηση 13% σε ετήσια βάση, και ενώ ο κλάδος αναμένεται να αναπτυχθεί ξανά το 2025, η αύξηση θα είναι μόλις 3% (Travel and tour world, 21 Ιουλίου 2025). 

Στο μεταξύ, οι ταχείες αυξήσεις μισθών – με μια ακόμη αύξηση 6% στον κατώτατο μισθό την 1η Απριλίου, οδηγώντας σε άνω του 50% σωρευτική αύξηση από το 2018 – μπορεί να στηρίζουν την κατανάλωση, αλλά ενδέχεται να διαβρώσουν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας και, το σημαντικότερο, τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων.

Η επενδυτική τράπεζα υπογραμμίζει ότι το ελληνικό χρηματιστήριο διαπραγματεύεται με δείκτη P/E 9,0x, δηλαδή με έκπτωση 35% έναντι της Ευρώπης – επίπεδο ευθυγραμμισμένο με τον μέσο όρο από το 2017. Τονίζει ότι για τις τράπεζες ειδικότερα, μία από τις πιο ελκυστικές ιστορίες στα τέλη του περασμένου έτους ήταν η μερισματική απόδοση – η οποία σε 12μηνη βάση βρισκόταν στο 9%, σχεδόν διπλάσια από εκείνη των τραπεζών των αναδυόμενων αγορών. 

Όμως μετά από άνοδο 45% σε ετήσια βάση, η απόδοση αυτή έχει μειωθεί στο 5,2% και μόλις 70 μονάδες βάσης πάνω από τους αντίστοιχους δείκτες των τραπεζών αναδυόμενων αγορών. Η αγορά δεν είναι κατ’ ανάγκην ακριβή, αλλά δεν είναι πλέον και τόσο ευκαιρία όσο πριν από 12 μήνες.

Οι τράπεζες παραμένουν σε καλή θέση, με ισχυρή κερδοφορία, βελτίωση ποιότητας ενεργητικού και ανθεκτικά καθαρά επιτοκιακά περιθώρια. Ωστόσο, η HSBC προειδοποιεί για «υπερ-τοποθέτηση», καθώς το ποσοστό των funds που κατέχουν τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες αυξήθηκε στο 29% από 15% το 2023.

Η Ελλάδα παραμένει στη λίστα παρακολούθησης της FTSE Russell για αναταξινόμηση σε «ανεπτυγμένη αγορά», με πιθανή απόφαση στην αναθεώρηση του Σεπτεμβρίου (προγραμματισμένη για 7 Οκτωβρίου), υπό την προϋπόθεση βελτιώσεων στο μέγεθος της αγοράς σημειώνει η HSBC. 

Αναφέρει ότι η MSCI αποφάσισε να μην αναβαθμίσει την Ελλάδα σε ανεπτυγμένη αγορά στην ετήσια αναθεώρησή της τον Ιούνιο, κυρίως λόγω των απαιτήσεων σε μέγεθος και διαχρονική ρευστότητα. Ωστόσο, η MSCI αναγνώρισε ότι οι απαιτήσεις αυτές μπορεί να είναι κάπως άδικες, καθώς αντιμετωπίζει τις ευρωπαϊκές χώρες ως ενιαία οντότητα στον δείκτη ανεπτυγμένων αγορών. 

Σύμφωνα με την HSCB, αξίζει να σημειωθεί ότι η προτεινόμενη εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από την Euronext θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο στη βελτίωση της ενσωμάτωσης και της ρευστότητας. Μια τέτοια αναβάθμιση θα σήμαινε κύρος και ίσως στήριξη σε περαιτέρω ανατιμήσεις, αλλά ταυτόχρονα ενέχει κινδύνους. Οι ελληνικές μετοχές θα αποτελούσαν πολύ μικρότερο ποσοστό στους δείκτες ανεπτυγμένων αγορών, κάτι που πιθανόν να οδηγούσε σε μειωμένο ενδιαφέρον επενδυτών και περιορισμό της ρευστότητας, ιδιαίτερα εάν περισσότερες μετοχές επαναταξινομούνταν ως small caps στο σύμπαν των ανεπτυγμένων αγορών.

Στο μεταξύ, τα GEMs funds ενδέχεται σταδιακά να μειώσουν την έκθεσή τους στην Ελλάδα αν αυτή πάψει να ανήκει στην κατηγορία των αναδυόμενων αγορών. Για να το θέσουμε σε προοπτική: ενώ το 60% των GEMs funds έχει έκθεση στην Ελλάδα, μόλις το 7% των παγκόσμιων funds έχει αντίστοιχη τοποθέτηση.

Οι τράπεζες υπήρξαν ο βασικός μοχλός της ανόδου, με στήριξη από ισχυρή κερδοφορία, βελτιωμένη ποιότητα ενεργητικού και επανέναρξη καταβολής μερισμάτων. Οι τράπεζες κατέγραψαν ένα ακόμη ισχυρό σετ αποτελεσμάτων στο β΄ τρίμηνο του 2025, με σταθερή πιστωτική ανάπτυξη, ανθεκτικά καθαρά επιτοκιακά περιθώρια και χαμηλότερες προβλέψεις. Με την ΕΚΤ πιθανότατα να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο μείωσης επιτοκίων, το λειτουργικό περιβάλλον μοιάζει σταθερό. Η μεγαλύτερη πρόκληση στη θετική μας άποψη είναι η τοποθέτηση – τα ιδιόκτητα δεδομένα μας για τις τοποθετήσεις GEMs funds δείχνουν σημαντική στροφή προς τις ελληνικές τράπεζες, με το ποσοστό των funds που κατέχουν τις τέσσερις μεγάλες να έχει εκτιναχθεί από 15% κατά μέσο όρο το 2023 σε 29% σήμερα.

Πέρα από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, εξακολουθούμε να προτιμούμε συγκεκριμένη έκθεση στον τουριστικό κλάδο: το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών διακίνησε συνολικά 3,9 εκατ. επιβάτες τον Αύγουστο του 2025, αυξημένους κατά 7% σε ετήσια βάση, με το σύνολο των επιβατών από την αρχή του έτους να καταγράφει επίσης αύξηση 7% (διεθνείς +9%, εσωτερικοί +2%). Αυτό έχει θετικές δευτερογενείς επιδράσεις στις αεροπορικές εταιρείες: η Aegean Airlines – ο εθνικός αερομεταφορέας – έχει βγει καθαρά κερδισμένη, αξιοποιώντας τα αυξημένα ναύλα και τις σχεδόν πλήρεις πτήσεις. Παράλληλα, οι βιομηχανίες και οι κατασκευές επωφελούνται από τον συνδυασμό κοινοτικών πόρων και ιδιωτικών επενδύσεων.

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Κερδοφορία, Επενδύσεις
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Σημάδια κόπωσης στην κερδοφορία των εισηγμένων στο πρώτο εξάμηνο

Η άνοδος της κερδοφορίας δεν χαρακτηρίζει πλέον το σύνολο της αγοράς όπως τα προηγούμενα χρόνια. Καθοριστική η επίδραση από την πτώση των κερδών των διυλιστηρίων. Τι εκτιμούν οι αναλυτές για τη συνέχεια.