Με σφοδρή κριτική απάντησε ο Μιχάλης Κατρίνης στη Βουλή στο κυβερνητικό αφήγημα περί «μεγάλης φορολογικής μεταρρύθμισης» που, όπως υποστήριξε, δήθεν στηρίζει τη μεσαία τάξη.
Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κατηγόρησε τη Νέα Δημοκρατία ότι επί έξι χρόνια εφαρμόζει τη λογική «λίγα στους πολλούς και πολλά στους λίγους», υπογραμμίζοντας πως το νέο νομοσχέδιο συνεχίζει την ίδια πολιτική ανισοτήτων.
«Καμία ελάφρυνση δεν προβλέπεται για εισόδημα έως 10.000 ευρώ, ενώ για εισοδήματα 40.000-60.000 ευρώ οι ελαφρύνσεις είναι σημαντικές», τόνισε, επισημαίνοντας ότι δίκαιη μεταρρύθμιση θα ήταν η τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και η μείωση της εξάρτησης από τους έμμεσους φόρους, που στην Ελλάδα ξεπερνούν το 55%, το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη.
Ο κ. Κατρίνης ανέδειξε την αντίφαση της κυβέρνησης να πανηγυρίζει για «δημοσιονομικές επιδόσεις», τη στιγμή που η χώρα εξακολουθεί να έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ε.Ε, σημειώνοντας ότι τα πλεονάσματα για τα οποία μιλάει η κυβέρνηση δεν προέρχονται από ανάπτυξη, αλλά από υπερφορολόγηση,
Ανάφερε μάλιστα ότι τα έσοδα από ΦΠΑ αυξήθηκαν από 16,9 δισ. το 2019 σε 27,5 δισ. το 2026, ενώ μόνο στο εννιάμηνο του 2025 εισπράχθηκαν 645 εκατομμύρια πάνω από τον στόχο. «Ποιος τα πλήρωσε; Ο συνταξιούχος, ο χαμηλόμισθος και ο μικρομεσαίος στο ράφι του σούπερ μάρκετ», τόνισε χαρακτηριστικά.
Κατηγόρησε επίσης την κυβέρνηση για «δημοσιονομική ασφυξία», καθώς οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 4,5 δισ. ευρώ μέσα σε ένα έτος, ενώ η μείωση των «κόκκινων» δανείων αφορά μόνο τις τράπεζες. Παράλληλα, επισήμανε ότι η κυβέρνηση αρνείται τη μείωση του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά, παρά τα θετικά αποτελέσματα του μέτρου σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και ότι ο πληθωρισμός στα τρόφιμα έχει εκτοξευθεί στο 34% αθροιστικά στα χρόνια διακυβέρνησής της.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στους ελεύθερους επαγγελματίες, που «μένουν ξανά εκτός ουσιαστικής ελάφρυνσης», καθώς ο τεκμαρτός προσδιορισμός και το τέλος επιτηδεύματος παραμένουν, ενώ οι νέοι συντελεστές μετατίθενται για το 2027.
Αναφερόμενος στο δημογραφικό, υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση περιορίζεται σε αποσπασματικά φορολογικά μέτρα με εξαιρέσεις, αγνοώντας τα εξοντωτικά ωράρια, τις δυσμενείς εργασιακές συνθήκες και το άλυτο στεγαστικό πρόβλημα, που αποτρέπουν νέα ζευγάρια να στήσουν νοικοκυριό.
Τέλος, απέρριψε το αφήγημα περί «αναπτυξιακής πρωτιάς», επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα παρουσιάζει παραγωγικό έλλειμμα, χαμηλή επενδυτική δυναμική και ελλειμματικό ισοζύγιο συναλλαγών. «Η ανάπτυξη δεν προέρχεται από τη βιομηχανία ή τις εξαγωγές, αλλά από την κατανάλωση, τον τουρισμό και το real estate — ακριβώς όπως πριν από την κρίση», είπε, προσθέτοντας πως «χωρίς παραγωγική βάση δεν υπάρχει προοπτική, χωρίς κοινωνική συνοχή δεν υπάρχει ανάπτυξη και χωρίς δικαιοσύνη δεν υπάρχει μέλλον για τους πολίτες».