Στο επίκεντρο του κοινοβουλευτικού διαλόγου βρέθηκε η νέα τροπολογία για το άσυλο που προωθεί η κυβέρνηση, με στόχο την αντιμετώπιση της αυξημένης πίεσης στα εθνικά σύνορα λόγω μεταναστευτικών ροών από τη Βόρειο Αφρική.
Ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Θάνος Πλεύρης, απαντώντας στην αντιπολίτευση σχετικά με το αίτημα ακύρωσης της τροπολογίας ως αντισυνταγματικής, τόνισε ότι η κυβέρνηση έχει καθήκον να διασφαλίσει την προστασία της Επικράτειας και των συνόρων.
Ο κ. Πλεύρης περιέγραψε την παρούσα κατάσταση ως «έκτακτες συνθήκες» για τη χώρα, σημειώνοντας την εισροή χιλιάδων παράτυπων μεταναστών, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται στο προσφυγικό προφίλ που δικαιολογεί ανθρωπιστική προστασία.
Απέρριψε τα περί αντισυνταγματικότητας βασιζόμενος στη συνάφεια της ρύθμισης με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που εφαρμόστηκε στον Έβρο το 2020 και έχει ήδη κριθεί ως συνταγματική από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι η νέα τροπολογία έχει συμφωνηθεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αναγνώρισε την ύπαρξη «έκτακτων συνθηκών» στη χώρα.
Το ΠΑΣΟΚ, αν και δεν καταψήφισε ανοιχτά την τροπολογία επιλέγοντας το «παρών», δήλωσε την αντίθεσή του επί της συνταγματικότητας. Ο υπουργός διερωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να καταλογίζουν αντισυνταγματικότητα χωρίς να καταψηφίζουν.
Απηύθυνε ερώτημα προς την αξιωματική αντιπολίτευση σχετικά με το κατά πόσο το άρθρο που αναστέλλει την υποβολή αιτήσεων ασύλου συνιστά αντισυνταγματική παρέκκλιση, υπενθυμίζοντας παράλληλα το προηγούμενο της ΠΝΠ στον Έβρο.
Σύμφωνα με τον υπουργό, τα τελευταία στοιχεία καταδεικνύουν αυξημένη πίεση, με ενδεικτικά 1.000 νέες αφίξεις καθημερινά από τη Λιβύη, όπου βρίσκονται περίπου 3 εκατ. άνθρωποι σε αναμονή μετάβασης.
Ο κ. Πλεύρης υποστήριξε ότι οι αντοχές των υποδομών είναι περιορισμένες και ότι, με τις υφιστάμενες διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων ασύλου, η χώρα οδηγείται σε πρακτική αδυναμία διαχείρισης τόσο μεγάλων ροών.
Ο υπουργός τόνισε πως η ρύθμιση είναι απολύτως σταθμισμένη, με προηγούμενα από την Ισπανία όπου το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίστηκε αντίστοιχα και αναγνωρίστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Επεσήμανε επίσης πως, παρά το γεγονός ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για πιο αυστηρά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 15 της ΕΣΔΑ, η κυβέρνηση επιλέγει «πιο ήπια» οδό.
Όσον αφορά το προφίλ των μεταναστών, ο υπουργός ενημέρωσε πως σχεδόν το σύνολο όσων εισήλθαν πρόσφατα στο Λαύριο ήταν άνδρες, κυρίως νεαρής ηλικίας από την Αίγυπτο, διευκρινίζοντας ότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις προσφυγικής προστασίας.
Σε σκωπτικό τόνο, ο κ. Πλεύρης απευθύνθηκε προς το ΚΚΕ ευχαριστώντας τους για την αναφορά στη Συνθήκη της Γενεύης και εξηγώντας τη συγκυρία του 1951.
Η κυβέρνηση βρήκε απέναντί της τη συντριπτική πλειονότητα της αντιπολίτευσης, με επιχειρήματα που επικεντρώθηκαν στην πιθανή παραβίαση διεθνών συνθηκών και συνταγματικών επιταγών.
Ο Π. Χριστίδης (ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ) μίλησε για «τεράστιο ζήτημα» και πρωτοφανή νομική επίκληση του άρθρου 15 της ΕΣΔΑ, ενώ έκανε λόγο για δημιουργία επικίνδυνων συνθηκών εξαίρεσης.
Ο Γ. Ψυχογιός (ΣΥΡΙΖΑ) στάθηκε στην τήρηση του Διεθνούς Δικαίου, τονίζοντας ότι η αναστολή πρόσβασης στο άσυλο βάσει γεωγραφικών κριτηρίων παραβιάζει θεμελιώδεις νομικές διατάξεις και δημιουργεί legal limbo για όσους ζητούν προστασία.
Η Διαμάντω Μανωλάκου (ΚΚΕ) χαρακτήρισε την τροπολογία «άγρια, απάνθρωπη και ρατσιστική», επικαλούμενη τις πρόνοιες του άρθρου 28 του Συντάγματος και τη Συνθήκη της Γενεύης.
Παρόμοια, η Θεοπίστη Πέρκα (Νέα Αριστερά) αναφέρθηκε σε «θεσμική οπισθοδρόμηση» και κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, υπογραμμίζοντας ότι το δικαίωμα στη χορήγηση ασύλου δεν μπορεί να ανασταλεί, ενώ επισήμανε σειρά συνταγματικών και ευρωπαϊκών διατάξεων που θεωρεί ότι θίγονται από τη νέα ρύθμιση.
Απέναντι στις ενστάσεις, ο Κωνσταντίνος Χήτας (Ελληνική Λύση) διευκρίνισε ότι απορρίπτει την αντισυνταγματικότητα της τροπολογίας, αν και τη χαρακτήρισε «μισό βήμα». Σημείωσε πως, ελλείψει συνταγματικού δικαστηρίου, τέτοιες ενστάσεις σπάνια καταλήγουν σε ουσιαστικές αλλαγές.
Τέλος, η αντισυνταγματικότητα απορρίφθηκε δια εγέρσεως, όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό της Βουλής, ενώ η Νίκη δεν τοποθετήθηκε στη σχετική συζήτηση.