Διαρθρωτικές αδυναμίες στην ελληνική αγορά καταθέσεων με άμεσες επιπτώσεις στα καταθετικά επιτόκια αναδεικνύει η κλαδική έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τις τραπεζικές καταθέσεις.
Η έρευνα αποτυπώνει περιορισμένη, καθυστερημένη και άνιση μετακύλιση των αυξήσεων των επιτοκίων πολιτικής της ΕΚΤ προς τους καταθέτες, ενώ διαπιστώνει αυξημένη συγκέντρωση ρευστότητας σε προϊόντα χαμηλής απόδοσης.
Αυτά τα ευρήματα συνδέονται με την ολιγοπωλιακή δομή της αγοράς, την υπερβάλλουσα ρευστότητα των τραπεζών και τη χαμηλή κινητικότητα των καταναλωτών, παράγοντες που περιορίζουν τον ανταγωνισμό.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, στο πλαίσιο δημοσιοποίησης της Ενδιάμεσης Έκθεσης της Κλαδικής Έρευνας για τις Τραπεζικές Καταθέσεις, η οποία ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2024, διατυπώνονται προβληματισμοί και προκαταρκτικές προτάσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση της διαφάνειας, της συγκρισιμότητας των καταθετικών προϊόντων και της κινητικότητας των καταθετών.
Στόχος είναι η βελτίωση των αποδόσεων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, καθώς και η εύρυθμη λειτουργία της τραπεζικής αγοράς.
Η Ενδιάμεση Έκθεση εξετάζει τη διάρθρωση του κλάδου τραπεζικών καταθέσεων, την προσφορά και τη ζήτηση, και αναλύει τις παραμέτρους που επηρεάζουν τα επιτόκια. Παράλληλα, καταγράφει την πορεία των επιτοκίων καταθετικών λογαριασμών για την περίοδο 2019 έως τις αρχές του 2025.
Ειδική έμφαση δίνεται στις προθεσμιακές καταθέσεις, καθώς αποτελούν το κύριο αποταμιευτικό προϊόν στην ελληνική αγορά. Αντίθετα, οι καταθέσεις ταμιευτηρίου λειτουργούν κυρίως ως λογαριασμοί πληρωμών με χαμηλή ή μηδενική απόδοση.
Τα δάνεια και τα μικτά καταθετικά-επενδυτικά προϊόντα εξαιρούνται από το πεδίο της έρευνας λόγω της εξατομίκευσης και του επενδυτικού κινδύνου.
Η μεθοδολογία της έκθεσης βασίστηκε σε συνδυασμό ποσοτικών και ποιοτικών εργαλείων: ερωτηματολόγια προς συστημικές και μη συστημικές τράπεζες, στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ανάλυση εσωτερικών τραπεζικών εγγράφων, βιβλιογραφική έρευνα και έρευνα καταναλωτών για τις αποταμιευτικές συνήθειες ιδιωτών και επιχειρήσεων. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού συνεργάστηκε και με τον εξωτερικό επιστημονικό εμπειρογνώμονα, καθηγητή Μάρκο Ζαχαριάδη.
Βασικά ευρήματα και διαπιστώσεις
Η έρευνα αναδεικνύει τη σύνθετη διάσταση του ζητήματος των χαμηλών επιτοκίων καταθέσεων και καταγράφει τους εξής προβληματισμούς:
* Ολιγοπωλιακή δομή αγοράς και υψηλά εμπόδια εισόδου.
* Υπερβάλλουσα ρευστότητα τραπεζών, που περιορίζει το κίνητρο για ταχύτερη ενσωμάτωση των αυξήσεων των επιτοκίων πολιτικής.
* Αδράνεια καταναλωτών ως προς την αναζήτηση και αλλαγή παρόχου, γεγονός που εδραιώνει την ολιγοπωλιακή δομή.
Η έκθεση καταγράφει ότι η αύξηση των καταθέσεων την εξεταζόμενη περίοδο αφορά κυρίως καταθέσεις υψηλής ρευστότητας και χαμηλής απόδοσης. Επίσης, η μετακύλιση των αυξήσεων των επιτοκίων πολιτικής της ΕΚΤ στα επιτόκια καταθέσεων υπήρξε περιορισμένη, καθυστερημένη και άνιση. Το κόστος ευκαιρίας της διακράτησης τραπεζικών καταθέσεων παραμένει υψηλό, οδηγώντας καταθέτες σε εναλλακτικές τοποθετήσεις, ενώ η δομή της αγοράς δεν ευνοεί έντονο ανταγωνισμό στα καταθετικά επιτόκια.
Προτάσεις για ενίσχυση ανταγωνισμού και διαφάνειας
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού διατυπώνει προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας του ανταγωνισμού και τη στήριξη της αποταμίευσης και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας:
1. Ενίσχυση του ανταγωνισμού μέσω νέων τραπεζικών εισόδων και επεκτάσεων, ώστε να αυξηθεί η πίεση για καλύτερα επιτόκια.
2. Δημιουργία κρατικών αποταμιευτικών λογαριασμών τύπου Livret A/LEP, με κρατικά καθοριζόμενο επιτόκιο, για ενίσχυση των αποδόσεων των μικροκαταθετών, με αξιολόγηση της δυνατότητας εφαρμογής και της δημοσιονομικής αποτελεσματικότητας.
3. Ανάπτυξη νέων αποταμιευτικών προϊόντων που επιβραβεύουν τη διακράτηση κεφαλαίων με προνομιακό επιτόκιο, προσφέροντας ισορροπία μεταξύ απόδοσης και ευελιξίας.
4. Αύξηση κινητικότητας καταθετών μέσω καλύτερης ενημέρωσης και σύγκρισης επιτοκίων, απλοποίησης της διαδικασίας αλλαγής παρόχου και διερεύνησης φορητότητας αριθμού λογαριασμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να καταθέσουν τις θέσεις τους σχετικά με τα εξεταζόμενα ζητήματα μέχρι τις 16 Φεβρουαρίου 2026, είτε μέσω υπομνημάτων είτε μέσω συμμετοχής σε τηλεδιαβούλευση που θα διεξαχθεί τον Φεβρουάριο του 2026.
Οι απόψεις των ενδιαφερομένων θα αξιοποιηθούν για την κατάρτιση της Τελικής Έκθεσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την Κλαδική Έκθεση διατίθενται εδώ.