Σε νέα, ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα αναμένεται να κινηθούν οι εξαγωγές κομπόστας το 2025, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ένωσης Κονσερβοποιών Ελλάδας (ΕΚΕ). Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της ΕΚΕ, Κώστας Αποστόλου, το 2025 διαγράφεται ως η χειρότερη χρονιά για τον κλάδο την τελευταία τετραετία.
Ο κ. Αποστόλου, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, υπογραμμίζει ότι η φθίνουσα πορεία στις εξαγωγές συνεχίζεται με ανησυχητικό ρυθμό, καθώς η μέση ετήσια μείωση πλέον «αγγίζει το 3%».
Αν και το ποσοστό μπορεί να φαίνεται μικρό, η συσσωρευμένη ύφεση από το 2022 έχει εντείνει έντονα τον προβληματισμό μεταξύ των Ελλήνων κονσερβοποιών. Ο κλάδος καλείται να διαχειριστεί ένα αβέβαιο μέλλον, με τις προοπτικές ανάκαμψης να απομακρύνονται.
Σχεδιάζοντας το παγκόσμιο τοπίο, ο πρόεδρος της ΕΚΕ επισημαίνει ότι η «διεθνής αγορά μοιάζει να κοιμάται βυθισμένη σε έναν ύπνο που δύσκολα διαταράσσεται».
Σοβαρές πιέσεις ασκούνται από τον ανταγωνισμό της Κίνας, τις χαμηλές τιμές, τα υψηλά αποθέματα του 2024, αλλά και την υστέρηση στην ποιότητα των φετινών πυρηνοκάρπων, τα οποία δημιουργούν ένα «εκρηκτικό μείγμα αβεβαιότητας».
Το 2025 δεν διαγράφεται απλώς ως δύσκολη χρονιά, αλλά λειτουργεί ως προειδοποιητικό μήνυμα για τη διατήρηση του ελληνικού κονσερβοποιημένου φρούτου στην παγκόσμια αγορά. Ο κ. Αποστόλου τονίζει πως η αγορά βρίσκεται πλέον σε ένα καθοριστικό σταυροδρόμι, όπου θα κριθεί το μέλλον του κλάδου.
Η εικόνα γίνεται σαφέστερη μέσα από τα στοιχεία των τελευταίων ετών. Οι εκτιμήσεις της ΕΚΕ προβλέπουν ότι φέτος οι εξαγωγές θα υποχωρήσουν περαιτέρω στους 240.000 τόνους, από 243.000 το 2024 και 250.000 το 2023, ενώ το 2021 είχαν φτάσει τους 264.000 τόνους και σε ορισμένες χρονιές είχαν ξεπεράσει τους 300.000. Η συνολική αξία το 2023 άγγιξε τα 615 εκατ. ευρώ.
Ο πρόεδρος της Ένωσης τονίζει πως η πτώση της εξαγωγικής επίδοσης δεν οφείλεται μόνο σε συγκυριακούς παράγοντες, αλλά αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά.
Στις παρούσες συνθήκες, είναι σαφές ότι ο κλάδος χρειάζεται στοχευμένες πολιτικές παρεμβάσεις και νέες διεθνείς συμμαχίες. Σύμφωνα με τον κ. Αποστόλου, καθοριστικής σημασίας θα είναι οι προσεκτικοί χειρισμοί τόσο από τους εξαγωγείς όσο και από την ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου να στηριχθεί η παρουσία της χώρας στις ξένες αγορές και να αποφευχθούν δυσμενείς επιπτώσεις.
Οι εξαγωγές σε προϊόντα κομπόστας, χυμών και κατεψυγμένων φρούτων αποφέρουν ετησίως στην ελληνική οικονομία περίπου 500 εκατ. ευρώ. Ο κ. Αποστόλου επισημαίνει την ανάγκη επίσπευσης των συμφωνιών με το Μεξικό, τις χώρες Mercosur (Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη, Ουρουγουάη) και την Ινδία, που θα μπορούσαν να προσφέρουν αναπτυξιακή ανάσα στο ελληνικό φρούτο.
Η παραγωγή συμπύρηνου ροδάκινου για το 2025 προβλέπεται μειωμένη κατά 30%, με την εκτιμώμενη συγκομιδή να διαμορφώνεται στους 260.000 τόνους. Ωστόσο, ο πρόεδρος της ΕΚΕ εκτιμά ότι «ακόμα κι αυτή η ποσότητα είναι υπεραρκετή να τη διαχειριστούμε με βάση τις συνθήκες της διεθνούς αγοράς».
Σε ό,τι αφορά τις τιμές στους παραγωγούς, που διαμορφώνονται μεταξύ 0,35 και 0,37 ευρώ το κιλό, ο ίδιος σημειώνει ότι οι αρχικές αντιδράσεις έχουν εκτονωθεί και η συνεργασία μεταξύ βιομηχανιών και παραγωγών εξελίσσεται ομαλά.