Σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία φέρνουν οι δασμοί του Τραμπ σύμφωνα με την UBS. Αν και η εφαρμογή των νέων δασμών βρίσκεται ακόμη στο στάδιο των διαβουλεύσεων, η UBS καταγράφει ήδη τις πιθανές επιπτώσεις με αριθμούς, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις πιο ευάλωτες οικονομίες του ευρύτερου χώρου ΕΜΕΑ (Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Αφρική).
Σύμφωνα με τη νέα ανάλυση της ελβετικής τράπεζας, ο πραγματικός δασμολογικός συντελεστής για τις ελληνικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αναμένεται να αυξηθεί από περίπου 7% σήμερα, στο 20-23%, σε περίπτωση που τεθούν σε ισχύ τα μέτρα της αμερικανικής κυβέρνησης. Αυτή η αύξηση, σε συνδυασμό με την υψηλή εξάρτηση της Ελλάδας από τις εξαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων προς τις ΗΠΑ, ενδέχεται να προκαλέσει πλήγμα έως και 0,15 ποσοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ το 2026.
Πάντως το 2025 εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις θα είναι περιορισμένες (10 μονάδες βάσης), κυρίως λόγω του ότι οι δασμοί αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από την 1η Αυγούστου, το επόμενο έτος αναμένεται να καταγραφούν οι πραγματικές επιβαρύνσεις, τόσο σε επίπεδο εξαγωγών όσο και στις επενδυτικές και επιχειρηματικές προσδοκίες.
Η ανάλυση της UBS κατατάσσει την Ελλάδα ως τρίτη πιο εκτεθειμένη χώρα μεταξύ των 13 της περιοχής, με 60% των εξαγόμενων προϊόντων προς τις ΗΠΑ να πλήττονται άμεσα από τον νέο δασμολογικό μηχανισμό. Στην κορυφή της λίστας βρίσκονται η Ουγγαρία (75%) και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (65%). Αντιθέτως, χώρες όπως η Τουρκία, η Πολωνία και η Νότια Αφρική έχουν χαμηλότερη έκθεση (κάτω του 40%).
Η ποιότητα των ελληνικών εξαγωγών – κυρίως αγροτικά, χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα – τις καθιστά περισσότερο ευάλωτες, καθώς δεν εξαιρούνται από τους οριζόντιους δασμούς. Η απουσία βιομηχανικής διαφοροποίησης και η μικρή δυνατότητα εσωτερικής απορρόφησης των προϊόντων αυτών εντείνουν την εξάρτηση από την εξωτερική ζήτηση, κυρίως από τη δυτική αγορά.
Μηχανισμοί απορρόφησης του πλήγματος
Η UBS δεν αλλάζει επί του παρόντος τις βασικές προβλέψεις της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας (2,6% το 2025 και 2,3% το 2026), τονίζοντας όμως ότι αυτές τελούν υπό αίρεση, εξαιτίας της μεταβλητότητας των εμπορικών διαπραγματεύσεων ΗΠΑ–Ε.Ε.
Ωστόσο, η Ελλάδα δεν διαθέτει ισχυρά όπλα άμεσης διαχείρισης της πίεσης. Η εμπορική πολιτική είναι ευρωπαϊκή αρμοδιότητα, γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες για διμερή διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ. Παράλληλα, το μικρό μέγεθος της εγχώριας αγοράς και η περιορισμένη παραγωγική βάση δεν επιτρέπουν εύκολη υποκατάσταση των χαμένων εξαγωγών.
Η UBS προτείνει τρεις στρατηγικές κατευθύνσεις:
- Ενεργοποίηση διπλωματικών καναλιών μέσω Ε.Ε. για εξαίρεση κατηγοριών προϊόντων από τους καθολικούς δασμούς.
- Διαφοροποίηση εξαγωγικών αγορών, ιδίως προς αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας και της Μέσης Ανατολής.
- Ενίσχυση της παραγωγικής βάσης και προστιθέμενης αξίας, ώστε οι ελληνικές εξαγωγές να γίνουν πιο ανταγωνιστικές και λιγότερο ευάλωτες σε εξωτερικούς σοκ.
Όπως σημειώνει η UBS, το παράθυρο αντίδρασης είναι μικρό. Αν και οι προτεινόμενοι δασμοί δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί, η αλλαγή κατεύθυνσης στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ είναι πλέον ορατή. Για την Ελλάδα, η πρόκληση δεν αφορά μόνο την απώλεια εξαγωγών, αλλά και την ανάγκη μακροπρόθεσμου αναπροσανατολισμού του εξωτερικού της τομέα και της βιομηχανικής της πολιτικής.
Το 2026 αναμένεται να αποτελέσει το σημείο καμπής. Αν μέχρι τότε δεν έχουν ληφθεί μέτρα διαφοροποίησης και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια δομική επιβράδυνση της ανάπτυξης — με αιτία όχι μόνο τις ΗΠΑ, αλλά κυρίως την αδράνεια της ίδιας της χώρας στο να ανταποκριθεί προληπτικά στο νέο εμπορικό περιβάλλον.