Με τις ανταγωνιστικές τιμές θα προμηθεύεται η ΔΕΠΑ Εμπορίας -και κατ' επέκταση η ελληνική αγορά- φυσικό αέριο από τη Ρωσία μέσω αγωγού, μέχρι να σταματήσει οριστικά ο εφοδιασμός της χώρας, το 2027.
Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός που πέτυχε η διοίκηση της ΔΕΠΑ Εμπορίας στην αντιπαράθεση με την Gazprom Export εξασφαλίζει αέριο με χαμηλό κόστος, σε μια εποχή οι εισαγωγές από τη Ρωσία εξακολουθούν να αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο του ενεργειακού μας συστήματος.
Διαχρονικά, οι Ρώσοι της Gazprom Export (GPE) διαπραγματεύονταν με τη ΔΕΠΑ Εμπορίας από θέση ισχύος, έχοντας το προνόμιο να αποτελούν τον μεγαλύτερο προμηθευτή της χώρας. Στην τελευταία εμπορική διένεξη των δύο πλευρών, όμως, οι συσχετισμοί είχαν αλλάξει δραματικά υπέρ της ΔΕΠΑ, καθώς η Ευρώπη κινείται προς την πλήρη διακοπή του εφοδιασμού από τη Ρωσία, από τη στιγμή που ο Πούτιν χρησιμοποίησε το αέριο ως πολιτικό όπλο, μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Σε αυτή τη φάση -και με το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) να αποτελεί πλέον μια αξιόπιστη, αν και ακριβότερη επιλογή- η ΔΕΠΑ Εμπορίας αντιμετώπισε από θέση ισχύος τις οικονομικές αξιώσεις της GPE, προσέφυγε στη διαιτησία, προέβαλε ισχυρά νομικά επιχειρήματα και τελικά οι Ρώσοι προτίμησαν ένα γρήγορο εξωδικαστικό συμβιβασμό, προκειμένου να διατηρήσουν καλή σχέση με έναν από τους τελευταίους μεγάλους πελάτες αερίου αγωγών στην ευρωπαϊκή αγορά.
Το χρονικό της διαφοράς
Η διαφορά αυτή, όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες σχέσεις προμήθειας φυσικού αερίου, αφορούσε την τιμή προμήθειας. Η ΔΕΠΑ διαπίστωσε ότι η τιμή ξεπερνούσε τα συμφωνημένα με τους Ρώσους, καθώς υπερέβαινε την τιμή spot του LNG, όπως και την τιμή πώλησης σε βασικό ανταγωνιστή της ΔΕΠΑ Εμπορίας στην ελληνική αγορά.
Τον Νοέμβριο του 2022, εν μέσω κορύφωσης της ενεργειακής κρίσης που είχε προκαλέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι δύο πλευρές άρχισαν διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της τιμής, όπως προβλέπει η σύμβαση συνεργασίας, οι οποίες όμως διήρκεσαν όλο το 2023 χωρίς να καταλήξουν σε αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα η ΔΕΠΑ να καταφύγει στη διεθνή διαιτησία.
Η επιχειρηματολογία της ΔΕΠΑ Εμπορίας, που επικεντρώθηκε κυρίως στο θέμα της τιμής και ήταν δύσκολο να αμφισβητηθεί, οδήγησε τους Ρώσους σε αναδίπλωση και κατέθεσαν συμβιβαστική πρόταση, μέσω της οποίας οι δύο πλευρές έφθασαν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, κάτι που αποτέλεσε δικαίωση της προσφυγής στη διαιτησία.
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε όχι μόνο ελαχιστοποιεί τους κινδύνους διακοπής της τροφοδοσίας της χώρας σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας, αλλά έχει και σημαντικές οικονομικές προεκτάσεις. Οι Ρώσοι αποδέχτηκαν τη διαγραφή όλων των οικονομικών τους απαιτήσεων, δηλαδή πρωτίστως αυτών που απέρρεαν από τη ρήτρα take or pay, η οποία διαχρονικά υποχρέωνε τη ΔΕΠΑ να πληρώνει «πέναλτι» αν δεν παραλάμβανε τις συμφωνηθείσες ποσότητες. Το όφελος για τη ΔΕΠΑ από τη διαγραφή αυτών των αξιώσεων είναι της τάξεως των 400 εκατ. ευρώ.
Ανταγωνιστική τιμή μέχρι το τέλος
Το σημαντικότερο, ωστόσο, για τη ΔΕΠΑ Εμπορίας, την εθνική οικονομία και τους καταναλωτές είναι ότι εξασφαλίστηκε ανταγωνιστική τιμή προμήθειας ρωσικού αερίου ως το τέλος του 2026, δηλαδή μέχρι να «πέσει η αυλαία» της προμήθειας φυσικού αερίου από τη Ρωσία σε όλη την Ευρώπη. Επιπλέον, προβλέπεται αναδρομική έκπτωση επί των τιμών που είχε πληρώσει η ΔΕΠΑ τα προηγούμενα χρόνια.
Όπως παρατηρούν αναλυτές της ενεργειακής αγοράς, τη βαρύτητα αυτής της συμφωνίας ενισχύει το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι από τις τελευταίες ευρωπαϊκή χώρες που εξακολουθούν να κάνουν μεγάλες εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγού (του TurkStream), σε μια περίοδο όπου έχουν κλείσει ή καταστραφεί οι κύριοι αγωγοί εφοδιασμού της Ευρώπης μέσω Ουκρανίας και Γερμανίας. Από την άποψη αυτή, η τιμή προμήθειας από τη Ρωσία έχει ιδιαίτερη σημασία.
Στελέχη της αγοράς σημειώνουν ότι η επιλογή του ρωσικού αερίου δεν έχει πολιτικά κριτήρια, αλλά καθαρά οικονομικά, δεδομένου ότι παραμένει πολύ φθηνότερο από το υγροποιημένο φυσικό αέριο.
Σύμφωνα με ανάλυση του Green Tank, το 2024 το ρωσικό αέριο κάλυψε πάνω από το 50% των συνολικών εισαγωγών, ενώ το πεντάμηνο Ιανουαρίου–Μαΐου 2025 το ποσοστό διαμορφώθηκε στο 40,3%, που είναι υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (19%). Παράλληλα, ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η κατανάλωση φυσικού αερίου μειώθηκε σημαντικά, η Ελλάδα κατέγραψε ελάχιστη μείωση, μόλις 2% την περίοδο 2022-2025 (έναντι 17% στην Ε.Ε.).
Το 2024, η ροή ρωσικού αερίου μέσω του αγωγού TurkStream -που εισέρχεται στη χώρα από το Σιδηρόκαστρο αυξήθηκε. Ο συγκεκριμένος αγωγός καλύπτει πλέον περίπου το 60% των εισαγωγών. Όπως φαίνεται στο γράφημα, τον Μάιο του 2025 οι εισαγωγές ρωσικού αερίου (αγωγών και LNG) υπερτερούσαν έναντι των εισαγωγών LNG (εκτός Ρωσίας) στην ελληνική αγορά.
Οι εισαγωγές ρωσικού αερίου και LNG (εκτός ρωσικού)

Η Κομισιόν, σε πρόσφατη έκθεση για την αξιολόγηση της προόδου της Ελλάδας στην εφαρμογή του σχεδίου REPower EU ζήτησε να επιταχυνθεί η πράσινη μετάβαση και η απεξάρτηση από τη Ρωσία. Πλέον, μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οριστική διακοπή της προμήθειας αερίου από τη Ρωσία το 2027, η πλήρης απεξάρτηση είναι μονόδρομος, ενώ στο διάστημα μέχρι τότε η Ελλάδα θα έχει εξασφαλίσει, μέσω του συμβιβασμού με την Gazprom, ανταγωνιστικές τιμές προμήθειας του φυσικού αερίου.