Στην τελική ευθεία βρίσκονται οι διαβουλεύσεις για την τύχη της Γέφυρας Βαρυμπόμπης που πλησιάζει στην εξάντληση του ορίου ζωής της. Η ώρα των αποφάσεων για τη φόρμουλα που θα δώσει τη λύση πλησιάζει, με το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών να ετοιμάζεται για ανακοινώσεις το επόμενο διάστημα, ενώ το Δημόσιο έχει πληρώσει μέχρι σήμερα 112,56 εκατ. ευρώ σε αποζημιώσεις για την αναστολή των διοδίων σε Βαρυμπόμπη, Άγιο Στέφανο και Σχηματάρι.
Μπορεί το ζήτημα της αναστολής των διοδίων και της αντικατάστασης της γερασμένης γέφυρας, που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του ‘60, να μη συνδέονται συμβατικά, όμως εδώ και πάνω από ένα χρόνο η πολιτική ηγεσία του υπουργείου τα έχει βάλει στο τραπέζι. Μένει, όμως, να αποφασιστεί αν το εύρος της συμφωνίας με την ανάδοχο «Νέα Οδό» θα δίνει μία ενιαία λύση σε όλα τα ανοιχτά ζητήματα ή όχι.
Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση δεν μπορεί να καθυστερήσει, αφού ήδη διανύουμε τις πρώτες ημέρες του 2025 και η συμφωνία επέκτασης της αναστολής εγκατάστασης των σταθμών διοδίων τελών έληξε στο τέλος του 2024. Δεδομένου ότι η ανάδοχος έχει καταθέσει εναλλακτικές προτάσεις, η πολιτεία που ήδη βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη και με τις σημερινές τιμές θα πληρώνει περί τα 25 εκατ. ευρώ ετησίως, καλείται να αποφασίσει εάν θα ματαιώσει νομοθετικά την εγκατάσταση διοδίων στο ύψος της Κηφισιάς και του Διονύσου ή θα ακολουθήσει άλλο δρόμο.
Μιλώντας, πάντως, για τα «πολυπόθητα» έργα της Αττικής, λίγο πριν την εκπνοή του 2024, στο πλαίσιο του ΣΔΙΤ Forum, ο υφυπουργός Υποδομών, Νίκος Ταχιάος, τόνισε για ακόμα μία φορά τη μεγάλη ανάγκη αντικατάστασης της Γέφυρας Βαρυμπόμπης, συνδέοντάς την και με το υψηλό κόστος της αναστολής. «Η γέφυρα από το 2017 μέχρι σήμερα που δεν έχει αντικατασταθεί έχει κοστίσει 147 εκατ. ευρώ στο Δημόσιο, ενώ το κόστος των έργων είναι 20 εκατ. ευρώ», είπε χαρακτηριστικά, δίνοντας μία τάξη μεγέθους των πόρων που θα απαιτηθούν.
Αντιστάθμιση απωλειών
Ως τότε, το ελληνικό Δημόσιο συνεχίζει να αντισταθμίζει την απώλεια του παραχωρησιούχου από τους σταθμούς διοδίων, που προβλέπονταν μεν στη σύμβαση αλλά δεν έχουν καν εγκατασταθεί, καθώς αυτό αποδίδεται σε ευθύνη του Δημοσίου. Πρόκειται για τους πλευρικούς σταθμούς σε Βαρυμπόμπη και Άγιο Στέφανο και τον μετωπικό του κλάδου Σχηματάρι - Χαλκίδα, η κατασκευή των οποίων ανεστάλη το 2017 εν μέσω έντονων τοπικών αντιδράσεων και προσφυγών.
Πρόκειται βεβαίως για μια ακόμα χαρακτηριστική περίπτωση όπου το Δημόσιο βάζει στοίχημα με τον εαυτό του και το χάνει, αφού τόσο στην αρχική συμφωνία του 2017 όσο και στην επέκταση αυτής το 2021 «έπεσε έξω». Η σύνδεση της αναστολής των διοδίων με την υιοθέτηση ηλεκτρονικού αναλογικού συστήματος χρέωσης, με σύστημα οπτικής αναγνώρισης, στους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους, όχι μόνο δεν ήταν εφικτή ως το τέλος του 2021, αλλά παρότι αρχικώς εντάχθηκε και στο Ταμείο Ανάκαμψης, ακόμα αγνοείται.
Αντίστοιχα, η πρόβλεψη για την έναρξη κατασκευής της παράκαμψης Χαλκίδας – Ψαχνών εντός του 2022, σχετικά με την αναστολή των μετωπικών διοδίων στον κλάδο Σχηματάρι-Χαλκίδα, έχει ήδη λοξοδρομήσει. Το έργο των 210 εκατ. ευρώ παρότι συμβασιοποιήθηκε τον Αύγουστο του 2023 αντιμετωπίζει μεγάλες καθυστερήσεις, κυρίως λόγω απαλλοτριώσεων, που ξεπερνούν τον ενάμιση χρόνο.
Ως εκ των παραπάνω αστοχιών, από τον Απρίλιο του 2017 ως και το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι αποζημιώσεις του παραχωρησιούχου έχουν φτάσει στα 112.562.661,15 ευρώ. Πριν λίγες ημέρες, μάλιστα, εγκρίθηκαν από το υπουργείο οι αποφάσεις για την καταβολή ποσών ύψους 11.639.188,70 ευρώ και 9.306.934,44 ευρώ για το δεύτερο εξάμηνο του 2023 και το πρώτο του 2024 αντίστοιχα.
Αναγκαία η αντικατάσταση της γέφυρας
Με το ζήτημα της ανθεκτικότητας των υποδομών να βρίσκεται πια ψηλά στην ατζέντα, η αντικατάσταση της γέφυρας της Βαρυμπόμπης αποτελεί προτεραιότητα για το αρμόδιο υπουργείο. Η ανακατασκευή του τεχνικού της γέφυρας, με διεύρυνση του πλάτους της, και η αναμόρφωση του ανισόπεδου κόμβου Βαρυμπόμπης, αποτελεί συμβατική υποχρέωση του αναδόχου και θα χρηματοδοτηθεί από το δημόσιο.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η γέφυρα είχαν παρουσιαστεί στη Βουλή, κατά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Δεδομένης της παλαιότητάς της, αλλά και της αλλαγής των κυκλοφοριακών συνθηκών, πρόκειται για το ανεπαρκές άνοιγμα, που έχει ως αποτέλεσμα η εθνική οδός (ΠΑΘΕ) να μένει ξαφνικά με μόνο δύο συν δύο λωρίδες, ενώ θα έπρεπε να έχει και λωρίδα έκτακτης ανάγκης (ΛΕΑ) εκατέρωθεν.
Επίσης, διαθέτει οριακά ανεκτό ύψος 5 μέτρων στη λωρίδα των βαρέων οχημάτων και ανεπαρκές πλάτος για την εξυπηρέτηση του φόρτου και των επιτρεπόμενων κινήσεων του ανισόπεδου κόμβου. Ακόμη, λόγω των πολλών ετών, δεν βρίσκεται στη διάθεση των αρμόδιων υπηρεσιών η μελέτη κατασκευής της γέφυρας, ώστε να είναι γνωστά τα χαρακτηριστικά του στατικού φορέα, που παρουσιάζει σήμερα εμφανείς φθορές από προσκρούσεις, ενώ δεν διαθέτει και δίκτυο αποστράγγισης των υδάτων.
Μάλιστα, τότε, απαντώντας στη Βουλή ο κ. Ταχιάος είχε σημειώσει πως «πρέπει να αξιολογηθεί, τι τελικά συμφέρει το δημόσιο. Συμφέρει να καθαιρέσει τη γέφυρα και να φτιάξει μια καινούργια ή να πάει να επενδύσει χρήματα, τα οποία αυτήν τη στιγμή -και μάλιστα σε σχέση και με την ηλικία της γέφυρας- είναι υπερβολικά, για να φτιάξει το δίκτυο αποστράγγισης, για να ξηλώσει πάνω στο φορέα την υποδομή και να μπορέσει να κάνει την ασφαλτόστρωση, για να μπορέσει να κάνει επεμβάσεις στη γέφυρα, οι οποίες θα την καταστήσουν για ένα χρονικό διάστημα λειτουργική, και εν πάση περιπτώσει, θα επιβεβαιώσουν την ασφάλεια, πάντα με κάποιες επιφυλάξεις».