Η μοναξιά και η κοινωνική απομόνωση συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου για ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο, καθώς και από άλλες ασθένειες, σύμφωνα με μετα-ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ανοιχτής πρόσβασης «BMJ Oncology».
Παρότι είναι ήδη γνωστό ότι η μοναξιά σχετίζεται με προβλήματα υγείας όπως γνωστικές δυσλειτουργίες, διαταραχές ύπνου, εξασθένηση του ανοσοποιητικού και πόνο, δεν είχε διευκρινιστεί έως σήμερα αν συνδέεται και με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρκίνο ή άλλες παθήσεις.
Για να διερευνήσουν αυτή τη σχέση, ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 16 μελέτες που αφορούσαν συνολικά 1.635.051 ασθενείς με μέση ηλικία τα 63 έτη. Από αυτές, οι 13 εντάχθηκαν στη μετα-ανάλυση και οι μελέτες προέρχονται από τον Καναδά, την Αγγλία, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η μοναξιά σχετίζεται με 34% αυξημένο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία και με 11% αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρκίνο.
Ωστόσο, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι τα ευρήματα πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή, λόγω διαφορών στον σχεδιασμό των μελετών, μεθοδολογικών αποκλίσεων και του παρατηρησιακού χαρακτήρα των δεδομένων.
Σε σχετική ανακοίνωση, σημειώνεται πως τα αποτελέσματα ευθυγραμμίζονται με προηγούμενες έρευνες που συνδέουν ψυχοκοινωνικούς στρεσογόνους παράγοντες με δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία. Η κοινωνική απομόνωση και η μοναξιά φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο θνησιμότητας σε ασθενείς με καρκίνο μέσω βιολογικών, ψυχολογικών και συμπεριφορικών μηχανισμών.
Όπως επισημαίνεται, «σε βιολογικό επίπεδο, το στρες που προκαλεί η μοναξιά μπορεί να οδηγήσει σε δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού και αυξημένη φλεγμονώδη δραστηριότητα, επιταχύνοντας έτσι την εξέλιξη της νόσου.
Σε ψυχοκοινωνικό επίπεδο, το βάρος της επιβίωσης από καρκίνο συχνά περιλαμβάνει μορφές απομόνωσης, που απορρέουν από τη φύση της ασθένειας και της θεραπείας, συμπεριλαμβανομένης της αδυναμίας των οικείων τους να κατανοήσουν πλήρως τους φόβους που σχετίζονται με τον καρκίνο, τον στιγματισμό λόγω των εμφανών συνεπειών της θεραπείας και το άγχος που σχετίζεται με την επιβίωση».
Οι ερευνητές καταλήγουν ότι, εφόσον τα ευρήματα επιβεβαιωθούν από μελλοντικές μελέτες, είναι απαραίτητο να ενσωματωθούν συστηματικές ψυχοκοινωνικές αξιολογήσεις και στοχευμένες παρεμβάσεις στην ογκολογική φροντίδα, ώστε να βελτιωθούν τα αποτελέσματα για τους ασθενείς.