Υπόθεση διαφθοράς στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ. ήρθε στο φως, με βασικό ύποπτο έναν αστυνομικό που υπηρετούσε στη Διεύθυνση Αλλοδαπών στη Βόρεια Ελλάδα. Ο κατηγορούμενος φέρεται να εισέπραττε «γρηγορόσημο» προκειμένου να διεκπεραιώνει κατά προτεραιότητα αιτήσεις έκδοσης αδειών διαμονής ενιαίου τύπου ή και ταξιδιωτικών εγγράφων προσφύγων.
Οι αρχές προχώρησαν στη δίωξή του για δωροληψία υπαλλήλου, παραπέμποντάς τον στον ανακριτή για έξι περιπτώσεις παράνομων χρηματισμών που εντοπίστηκαν το 2020, έπειτα από ενδελεχή έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, στην παράνομη διαδικασία μεσολαβούσε ένας αλλοδαπός, ο οποίος δρούσε ως διαμεσολαβητής. Μέσω αυτού, ο υψηλόβαθμος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., που σήμερα έχει αποστρατευτεί, φέρεται να λάμβανε ποσά που έφταναν έως και τα 1.500 ευρώ για κάθε πρόσφυγα που επιθυμούσε να παρακάμψει τη σειρά προτεραιότητας. Ο αξιωματικός στη συνέχεια έδινε εντολές στο προσωπικό του τμήματος να επιταχύνει την εξέταση των σχετικών αιτημάτων.
Όπως προκύπτει, ενώ ο μέσος χρόνος διεκπεραίωσης για αλλοδαπούς έφτανε το ένα έτος, όσοι κατέβαλλαν «γρηγορόσημο» εξυπηρετούνταν εντός ενός με δύο μηνών, παρακάμπτοντας κάθε θεσμοθετημένη διαδικασία χωρίς να συντρέχουν ειδικοί λόγοι.
Για την υπόθεση αυτή ασκείται δίωξη όχι μόνο στον αποστρατευμένο αξιωματικό, αλλά και στον αλλοδαπό μεσάζοντα με την κατηγορία της άμεσης συνέργειας σε δωροληψία, καθώς και στους πρόσφυγες-πελάτες για δωροδοκία υπαλλήλου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο μεσολαβητής ελέγχεται και για πιθανή νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Στους τραπεζικούς του λογαριασμούς εντοπίστηκαν καταθέσεις άνω των 300.000 ευρώ με αδικαιολόγητη προέλευση, που φαίνεται να σχετίζονται με παρόμοιες συναλλαγές και σε άλλες διευθύνσεις αλλοδαπών ανά τη χώρα.