Η ενεργειακή και κλιματική κρίση, σε συνδυασμό με την ανάγκη για βιώσιμη ανάπτυξη, διαμορφώνουν πλέον μια νέα πραγματικότητα για τον ελληνικό τουριστικό κλάδο.
Όλο και περισσότερες ξενοδοχειακές μονάδες, είτε μεγάλες αλυσίδες είτε μικρότερα καταλύματα, καλούνται να επαναπροσδιορίσουν τη λειτουργική τους στρατηγική, προκειμένου να μειώσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και να επενδύσουν σε τεχνολογικές λύσεις ενεργειακής αναβάθμισης.
Τα οφέλη δεν περιορίζονται μόνο στην προστασία του περιβάλλοντος - η ενεργειακή αποδοτικότητα συμβάλλει καθοριστικά στη μείωση των λειτουργικών εξόδων, στην αναβάθμιση των υποδομών και στην προσέλκυση επισκεπτών με αναβαθμισμένη περιβαλλοντική συνείδηση.
Έτσι διαμορφώνεται ένα νέο, ανθεκτικό οικονομικό μοντέλο, λιγότερο εξαρτημένο από τις μαζικές αφίξεις και περισσότερο εστιασμένο στη βιωσιμότητα μακροπρόθεσμα.
Ο ρόλος των επιστημονικών μελετών στην εξέλιξη των υποδομών
Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, μέσα από την Ομάδα Ερευνών Κτιριακού Περιβάλλοντος, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή τη μεταστροφή, με μελέτες που αναδεικνύουν πώς οι υπάρχουσες κτιριακές υποδομές μπορούν να μετατραπούν σε πράσινα, οικονομικά και αποδοτικά κτίρια.
Ο δρ. Βασίλης Ντούρος, Φυσικός Δομημένου Περιβάλλοντος στο ΕΚΠΑ, δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η μετάβαση σε έναν «πράσινο τουρισμό» δεν είναι μόνο περιβαλλοντική υποχρέωση, αλλά και επιχειρηματική ευκαιρία. «Σήμερα, η τεχνολογία επιτρέπει να μειώσουμε την ενεργειακή κατανάλωση ενός ξενοδοχείου έως και 72% σύμφωνα με τις προδιαγραφές του παθητικού κτιρίου – δηλαδή κάτω από 120 kWh ανά τ.μ. ετησίως, σε σύγκριση με τις 430 kWh που είναι ο κλαδικός μέσος όρος», επισημαίνει.
Τέτοιες βελτιώσεις επιτυγχάνονται με παρεμβάσεις όπως η ενίσχυση του κελύφους του κτιρίου, η εγκατάσταση σύγχρονων συστημάτων θέρμανσης, ψύξης και αερισμού, καθώς και με «έξυπνη» διαχείριση ενέργειας. Και όπως αναφέρει: «Με την τιμή της κιλοβατώρας γύρω στα 0,10 ευρώ, η εξοικονόμηση αγγίζει τα 30 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο ετησίως, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό σε μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες».
Αποκαλυπτικά είναι και τα ευρήματα πρόσφατων μελετών: το μεγαλύτερο μέρος του ανθρακικού αποτυπώματος των ξενοδοχείων αποδίδεται σε ψύξη και φωτισμό. Η αντικατάσταση των παραδοσιακών λαμπτήρων με LED, η ενσωμάτωση αισθητήρων και προγραμματισμένων συστημάτων φωτισμού αποτελούν άμεσα εφαρμόσιμες και οικονομικές λύσεις.
Ωστόσο, στην ψύξη και τη θέρμανση – που συνιστούν περίπου το 50% της ετήσιας κατανάλωσης – απαιτούνται στοχευμένες, δομικές παρεμβάσεις. Η σωστή θερμομόνωση και η αποφυγή θερμογεφυρών στο κέλυφος του κτιρίου είναι κρίσιμες για τη μείωση των ενεργειακών απαιτήσεων.
Προτεραιότητα η «πράσινη» μετάβαση για τον ξενοδοχειακό κλάδο
Η προστασία του περιβάλλοντος συνιστά πλέον στρατηγική προτεραιότητα για τα ελληνικά ξενοδοχεία, τα οποία επενδύουν σε λύσεις με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης νερού και ενέργειας και τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητάς τους στη διεθνή αγορά.
Όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Μαρινάκος, Αντιπρόεδρος Γ’ της ΠΟΞ και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Διοίκησης Τουρισμού του ΠΑΔΑ, το 2024 οι επενδύσεις στον κλάδο ξεπέρασαν το 1 δισ. ευρώ, με σχεδόν το 20% να αφορά έργα ενεργειακής απόδοσης – από φωτοβολταϊκά, αντλίες θερμότητας ως «έξυπνα» ενεργειακά συστήματα.
Παρόλα αυτά, μόνο το 32% των ξενοδοχείων παρακολουθεί συστηματικά την κατανάλωση νερού και μόλις το 25% εφαρμόζει ανακύκλωση. Η ένταση της κλιματικής κρίσης και οι περιορισμένοι πόροι, ειδικά στα νησιά, κάνουν τη βιωσιμότητα αδήριτη ανάγκη.
Για την επίσπευση της πράσινης μετάβασης, αξιοποιούνται ευρωπαϊκά και εθνικά χρηματοδοτικά εργαλεία, αλλά και άλλες πηγές κεφαλαίων. Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΞΕΕ), σε συνεργασία με το ΤΕΕ και το Υπουργείο Τουρισμού, σχεδιάζει νέο σύστημα κατάταξης ξενοδοχείων με κριτήρια τις περιβαλλοντικές επιδόσεις – ένα σημαντικό βήμα προς τα μπρος.
Η καινοτομία στην πράξη: Παράδειγμα η φοιτητική Εστία του ΕΚΠΑ
Η δράση του ΕΚΠΑ δεν περιορίζεται στη θεωρητική προσέγγιση της βιωσιμότητας. Μέσα από το ευρωπαϊκό έργο ProGETonE, η φοιτητική Εστία του Πανεπιστημίου ανακαινίζεται ριζικά, υπό την επιστημονική ευθύνη της καθηγήτριας Μαργαρίτας Ν. Ασημακοπούλου.
Όπως εξηγεί ο δρ. Ντούρος, «η Εστία, όπως και πολλά ξενοδοχεία, λειτουργεί συνεχώς, με υψηλές ανάγκες σε ζεστό νερό, κλιματισμό και φωτισμό. Τα προβλήματα ενεργειακής κατανάλωσης, λειτουργικής άνεσης και ασφάλειας είναι αντίστοιχα με αυτά της τουριστικής βιομηχανίας». Με την ολοκλήρωση του έργου, η κατανάλωση ενέργειας θα προσεγγίσει τα μηδενικά επίπεδα, το κτίριο θα έχει ενισχυμένη αντισεισμική θωράκιση, ενώ θα συνδυάζει λειτουργικότητα και κοινωνική συμπερίληψη.
Η κα Ασημακοπούλου σημειώνει ότι η αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος αποτελεί ταυτόχρονα πρόκληση για την έρευνα και την εκπαίδευση των νέων επιστημόνων σε ζητήματα κλιματικής αλλαγής. «Η ορθολογική διαχείριση της ενέργειας και η ενίσχυση της περιβαλλοντικής συνείδησης είναι κρίσιμες προτεραιότητες.
Τα ξενοδοχεία συχνά εκσυγχρονίζονται, ενώ οι νέες μονάδες εφαρμόζουν τις βέλτιστες πρακτικές βάσει του κανονισμού ενεργειακής κατανάλωσης, όπως την ενσωμάτωση φωτοβολταϊκών», προσθέτει. Παράλληλα, υπογραμμίζει την ανάγκη εκπαίδευσης και των επισκεπτών, προκειμένου να προσαρμόζουν τις απαιτήσεις τους στις πραγματικές δυνατότητες των τουριστικών προορισμών.
Η κλιματική αλλαγή ως παράγοντας διαμόρφωσης νέων τουριστικών μοντέλων
Η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί πλέον μια θεωρητική μελλοντική απειλή, αλλά διαμορφώνει ήδη τις εξελίξεις στο ελληνικό τουριστικό προϊόν. Η σφιχτή αλληλεξάρτηση του τουρισμού με το κλίμα, τη φύση και τις ανθεκτικές υποδομές εντείνει τις προκλήσεις.
«Η αύξηση θερμοκρασιών και οι συχνότεροι καύσωνες καθιστούν δυσχερείς τις κλασικές καλοκαιρινές διακοπές σε αρκετές περιοχές, ενώ από την άλλη, η παράταση της ζεστής περιόδου δημιουργεί νέες δυνατότητες για τον τουρισμό, ειδικά σε ορεινές περιοχές», τονίζει ο δρ. Ντούρος. Το παραδοσιακό μοντέλο «Ήλιος-Θάλασσα» αντιμετωπίζει πλέον πιέσεις, με τις παραλίες και τα οικοσυστήματα να απειλούνται, τόσο από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας όσο και από την υποβάθμιση λόγω θερμοκρασίας.
Ιδιαίτερα στις ζεστές περιοχές της χώρας, πολλά ξενοδοχεία παλαιότερης κατασκευής παρουσιάζουν χαμηλή ενεργειακή απόδοση, λειτουργώντας χωρίς θερμομόνωση και με υψηλό περιβαλλοντικό κόστος.
Νέα δυναμική: Βελτιωμένες υποδομές, ανανεώσιμες πηγές και χρηματοδοτικά εργαλεία
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Ντούρος, τα στοιχεία δείχνουν την απαρχή μιας θετικής μεταστροφής: τα νέα ή πρόσφατα ανακαινισμένα κτίρια προσωρινής διαμονής εμφανίζουν εντυπωσιακή μείωση στην κατανάλωση ενέργειας, ενώ στις θερμότερες περιοχές αυτή έχει περιοριστεί σε ποσοστό περίπου 50%.
Επιπλέον, η ηλιακή ενέργεια καλύπτει ήδη το 35% του ενεργειακού ισοζυγίου αυτών των υποδομών, αποτυπώνοντας ξεκάθαρη στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).
Για να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ (μείωση εκπομπών έως το 2030, κλιματική ουδετερότητα έως το 2050), απαιτείται επιτάχυνση των παρεμβάσεων και άμεση ενεργοποίηση όλων των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων. «Οποιαδήποτε καθυστέρηση αυξάνει το κόστος, μειώνει την ανθεκτικότητα του τουριστικού προϊόντος και απειλεί τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας. Η πρόκληση είναι μεγάλη, αλλά η λύση εφικτή – αρκεί να δράσουμε άμεσα», καταλήγει ο ερευνητής.