Παρά τις προσδοκίες για την επιστροφή «θεραπευμένων» δανείων στους τραπεζικούς ισολογισμούς από το τεράστιο απόθεμα των «κόκκινων» δανείων της κρίσης που διαχειρίζονται οι servicers, στην πράξη η επιστροφή είναι ένα δύσκολο και πολύπλοκο εγχείρημα που θα απαιτήσει χρόνο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα business plans της Eurobank, της Εθνικής, της Piraeus και της Alpha Bank, για την τριετία 2025 – 2027, δεν περιλαμβάνονται καθόλου επιστροφές θεραπευμένων δανείων στους στόχους για την αύξηση των χορηγήσεων.
Στελέχη τραπεζών υπογραμμίζουν στο Business Daily ότι σε βάθος τριετίας θα δούμε κάποια θεραπευμένα δάνεια να επιστρέφουν στους ισολογισμούς των τραπεζών, αλλά αυτά θα είναι λίγα. Θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος, τονίζουν, ώστε να δούμε μεγαλύτερο όγκο πρώην κόκκινων δανείων να επιστρέφουν στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Όπως εκτιμούν, η περίμετρος των NPEs που βρίσκονται στη διαχείριση των servicers και τα οποία θα μπορούσαν, με ιδανικές συνθήκες, να επανέλθουν στην κανονικότητα ως ρυθμισμένα φτάνει τα 40 δισ. ευρώ.
Από αυτά, όμως, ο ρεαλιστικός στόχος είναι να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα τα επόμενα χρόνια περί τα 5 με 10 δισ. ευρώ.
Το κυριότερο εμπόδιο είναι η απόσταση μεταξύ των κριτηρίων των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων (servicers) για το πότε ένα δάνεια θεωρείται ως ρυθμισμένο και των κριτηρίων που θέτουν οι τράπεζες για να δεχθούν ένα δάνειο ως θεραπευμένο.
Μπορεί ένας servicer να έχει προχωρήσει σε ρύθμιση που κρίνει ως βιώσιμη για την εξυπηρέτηση ενός δανείου και οι δόσεις να πληρώνονται κανονικά, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι τα κριτήρια αυτά πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούν οι τράπεζες.
Το ότι μπορεί να «χάθηκαν» κάποιες προθεσμίες για την πληρωμή δόσεων ενός δανείου, η σχέση μεταξύ του ύψους του δανείου και της αξίας της εξασφάλισης, η μεγάλης διάρκειας ρύθμιση ενός δανείου κ.α. είναι λίαν προβληματικά σημεία για μια τράπεζα, που οδηγούν να κατηγοριοποιούνται ως «κόκκινα» ρυθμισμένα - θεραπευμένα δάνεια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο τέλος Μαρτίου το σύνολο των δανείων που βρίσκονταν υπό τη διαχείριση των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων έφτανε τα 78,3 δισ. ευρώ.
Από αυτά, τα 27,4 δισ. ευρώ ήταν επιχειρηματικά δάνεια εκ των οποίων τα 10,09 δισ. ευρώ μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Τα 41,2 δισ. αφορούσαν δάνεια ιδιωτών με τα στεγαστικά να φτάνουν τα 24,4 δισ. και τα καταναλωτικά τα 16,5 δισ..
Τέλος, στα 9,6 δισ. ανέρχονται τα δάνεια που διαχειρίζονται οι servicers ελεύθερων επαγγελματικών, αγροτών, ατομικών επιχειρήσεων κλπ.
(ποσά σε εκατ. ευρώ) | Μαρ-25 | Δεκ-24 | Δεκ-23 |
Σύνολο | 78.272 | 74.750 | 69.466 |
Επιχειρήσεις | 27.433 | 25.516 | 22.848 |
Λοιπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | 31 | 38 | 38 |
Μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις | 27.402 | 25.478 | 22.810 |
εκ των οποίων μικρομεσαίες επιχειρήσεις | 10.090 | 10.683 | 11.537 |
Ιδιώτες και Ιδιωτικά μη κερδ. Ιδρύματα | 41.221 | 39.132 | 37.566 |
Καταναλωτικά δάνεια | 16.489 | 16.050 | 15.631 |
Στεγαστικά δάνεια | 24.447 | 22.769 | 21.646 |
Λοιπά δάνεια | 285 | 312 | 290 |
Ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες, ατομικές επιχ. | 9.618 | 10.102 | 9.051 |
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος
Τα εμπόδια για την επιστροφή στις τράπεζες
Η απόσταση μεταξύ αυτού που θεωρούν ως ρυθμισμένο ένα δάνειο οι servcers και των κριτηρίων των τραπεζών, όπως αναφέρθηκε πριν, αποτελεί το βασικό εμπόδιο για την επιστροφή των θερπαπευμένων δανείων στους τραπεζικούς ισολογισμούς.
Τα αυστηρότατα κριτήρια των τραπεζών είναι σε συνέχεια εποπτικών κανόνων και απαιτήσεων που επιβάλλουν για μακρό χρονικό διάστημα δυσμενέστερη, εποπτικά, αντιμετώπιση των θεραπευμένων δανείων με τα κριτήρια των servicers.
Επιπλέον αρνητικά λειτουργεί και η απαγόρευση μια τράπεζα να αποκτήσει δικά της ρυθμισμένα δάνεια. Ο μόνος τρόπος να αποκτήσει μια τράπεζα θεραπευμένα δάνεια είναι NPEs που είχαν χορηγηθεί από άλλες τράπεζες και ρυθμίστηκαν.
Το 25% των δανείων των servicers σε ρύθμιση
Η επάνοδος μη εξυπηρετούμενων δανείων, μαζί με τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που είχαν βρεθεί στο «κόκκινο», στην κανονικότητα αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για το τραπεζικό σύστημα και ευρύτερα την οικονομία.
Σήμερα, ένας από τους βασικούς λόγους που ένα μεγάλο μέρος νοικοκυριών και επιχειρήσεων δεν έχει πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα είναι ότι κατά τα χρόνια στην κρίση είχαν οφειλή είτε προς τράπεζες είτε προς το δημόσιο και παραμένουν καταχωρημένοι στις λίστες της Τειρεσίας.
Σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος οι συνολικές ρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι το Δεκέμβριο του 2024 αφορούν το 25% του συνολικού χαρτοφυλακίου υπό διαχείριση για λογαριασμό των Αγοραστών Πιστώσεων.
«Το μεγαλύτερο ποσοστό των ρυθμισμένων ανοιγμάτων αποτελούν οι λύσεις οριστικής διευθέτησης (56,1%) και ακολουθούν οι μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης (38,1%) και οι βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης (5,8%).
Τα εν λόγω ποσοστά για το 2024 καταδεικνύουν αύξηση των οριστικών διευθετήσεων σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023 (48,2%) και, αντίστοιχα, μείωση των λύσεων μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων (42,6% και 9,2% το 2023 αντίστοιχα).
Σημειώνεται ότι, με στοιχεία Δεκεμβρίου του 2024, το υπόλοιπο των ρυθμισμένων ανοιγμάτων στα οποία εφαρμόστηκαν λύσεις οριστικής διευθέτησης ανήλθε σε 10 δισεκ. ευρώ (από 9,3 δισεκ. ευρώ το 2023), ενώ τα αντίστοιχα υπόλοιπα για τις βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις ήταν 1 δισεκ. ευρώ και για τις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις 6,8 δισεκ. ευρώ (από 1,8 και 8,2 δισεκ. ευρώ αντίστοιχα το 2023)» αναφέρει η Έκθεση.