Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να στηρίξουν οικονομικά την Ουκρανία τα επόμενα δύο χρόνια, εγκρίνοντας τη χορήγηση δανείου ύψους 90 δισ. ευρώ. Η συμφωνία αυτή επιτεύχθηκε χωρίς να χρησιμοποιηθούν τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς δεν υπήρξε ομοφωνία μεταξύ των κρατών-μελών για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η ανάγκη για μια βιώσιμη λύση ήταν επιτακτική, καθώς το Κίεβο κινδύνευε να εξαντλήσει τους οικονομικούς του πόρους έως το πρώτο τρίμηνο του 2026. Η ΕΕ είχε ήδη δεσμευθεί να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των δημοσιονομικών και στρατιωτικών αναγκών της Ουκρανίας, μετά τη μείωση της αμερικανικής βοήθειας.
Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς χαρακτήρισε τη συμφωνία ως "αποφασιστικό μήνυμα για τον τερματισμό του πολέμου", υπογραμμίζοντας ότι η Ρωσία δεν θα κάνει παραχωρήσεις αν δεν διαπιστώσει πως ο πόλεμος δεν της αποφέρει οφέλη.
Παρά τις προσπάθειες του Μερτς να αξιοποιηθούν τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη χρηματοδότηση του δανείου, η πρόταση δεν έγινε αποδεκτή. Επιπλέον, η υπογραφή συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου με τις χώρες του Mercosur αναβλήθηκε λόγω αντιρρήσεων από τη Γαλλία και την Ιταλία.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ευχαρίστησε τους Ευρωπαίους ηγέτες, σημειώνοντας πως η στήριξη αυτή ενισχύει την ανθεκτικότητα της Ουκρανίας. Παράλληλα, τόνισε τη σημασία της διατήρησης των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων σε ακινησία και της εξασφάλισης χρηματοοικονομικής ασφάλειας για τα επόμενα χρόνια.
Παρόλο που η Ουκρανία δεν πέτυχε πλήρως τον στόχο της να αναγκαστεί η Ρωσία να πληρώσει για την εισβολή, διασφαλίστηκε η απαραίτητη χρηματοδότηση εν μέσω συνεχιζόμενων μαχών και διπλωματικών διεργασιών.
Δάνειο χωρίς προηγούμενο και διπλωματικές ισορροπίες
Η έλλειψη συναίνεσης για τη χρήση των παγωμένων περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 210 δισ. ευρώ και βρίσκονται κυρίως στο Βέλγιο, οδήγησε τους 27 σε συμφωνία για ένα κοινό δάνειο.
Όπως δήλωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα, "δώσαμε μια υπόσχεση και την τηρήσαμε". Η πρωθυπουργός της Δανίας Μέτε Φρέντερικσεν χαρακτήρισε το δάνειο ως πρωτοφανές στην ιστορία της ΕΕ.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν εκτίμησε πως τώρα "θα ξαναγίνει ωφέλιμο να μιλήσουμε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν".
Η χρηματοδοτική ανάγκη της Ουκρανίας εκτιμάται σε 137 δισ. ευρώ, με την ΕΕ να καλύπτει τα δύο τρίτα και τους υπόλοιπους συμμάχους, όπως η Νορβηγία και ο Καναδάς, να αναλαμβάνουν το υπόλοιπο ποσό.
Το δάνειο θα είναι άτοκο και χρηματοδοτούμενο από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Η αποπληρωμή του θα πραγματοποιηθεί μόνο εφόσον η Ουκρανία λάβει αποζημιώσεις από τη Ρωσία, όπως ανέφερε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Μέχρι τότε, τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα παραμείνουν δεσμευμένα και η ΕΕ διατηρεί το δικαίωμα χρήσης των ταμειακών υπολοίπων για τη χρηματοδότηση του δανείου.
Ευρωπαίος αξιωματούχος, που ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος, παραδέχθηκε ότι "η χρήση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων απαιτεί περισσότερη δουλειά".
Αντιδράσεις και ισορροπίες εντός ΕΕ
Η έλλειψη συναίνεσης οφειλόταν κυρίως στις επιφυλάξεις του Βελγίου, το οποίο απαιτούσε ισχυρές εγγυήσεις για την αποφυγή ρωσικών αντιποίνων. Άλλες χώρες της ΕΕ δήλωσαν πρόθυμες να δείξουν αλληλεγγύη, αλλά δεν ήθελαν να δώσουν στο Βέλγιο "λευκή επιταγή".
Ο Βέλγος πρωθυπουργός Μπαρτ ντε Βέβερ εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη συμφωνία, επισημαίνοντας ότι η Ουκρανία "νίκησε" με την εξασφάλιση αξιόπιστης χρηματοδότησης και ότι η ΕΕ δεν σκοπεύει να επιστρέψει τα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια στη Ρωσία.
Τη συμφωνία για το άτοκο δάνειο ενέκριναν 24 από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ, με την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και την Τσεχία να εκφράζουν επιφυλάξεις.
Από τη ρωσική πλευρά, ο Κίριλ Ντμίτριεφ, ειδικός απεσταλμένος του Πούτιν για τις επενδύσεις και την οικονομική συνεργασία, δήλωσε ότι "ο νόμος και η σωφροσύνη κέρδισαν" και χαρακτήρισε την απόφαση της ΕΕ να μην χρησιμοποιήσει τα ρωσικά αποθέματα ως "μείζον πλήγμα στους πολεμοκάπηλους της ΕΕ".