Ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε νόμο που τερματίζει τη μακροβιότερη δημοσιονομική παράλυση στην ιστορία των ΗΠΑ, διάρκειας 43 ημερών. Με αφορμή την εξέλιξη αυτή, ο πρώην πρόεδρος εξαπέλυσε επικρίσεις κατά της δημοκρατικής αντιπολίτευσης και επανέλαβε τα οφέλη της οικονομικής του πολιτικής.
Απευθυνόμενος στους δημοκρατικούς αντιπάλους του, ο Τραμπ τόνισε πως η κυβέρνηση «δεν υποχωρεί ποτέ σε εκβιασμούς», με τους ρεπουμπλικάνους βουλευτές να τον χειροκροτούν στο Οβάλ Γραφείο. Παράλληλα, κατηγόρησε τους «εξτρεμιστές του άλλου κόμματος» ότι προκάλεσαν το shutdown για «λόγους καθαρά πολιτικάντικους».
Παρά τις διαβεβαιώσεις του για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, δημοσκοπήσεις δείχνουν αυξανόμενη δυσαρέσκεια των πολιτών. Οι υπηρεσίες του Λευκού Οίκου είχαν ανακοινώσει πριν από την ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων ότι ο Τραμπ θα υπέγραφε άμεσα το σχετικό νομοσχέδιο, ώστε να λήξει το «καταστροφικό» shutdown που προκάλεσε σοβαρά προβλήματα σε πολλούς τομείς της αμερικανικής οικονομίας.
Το σχέδιο νόμου εγκρίθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων με 222 ψήφους υπέρ και 209 κατά, ενώ μόλις έξι δημοκρατικοί βουλευτές συντάχθηκαν με την πλειοψηφία των ρεπουμπλικάνων. Δύο ρεπουμπλικάνοι καταψήφισαν το κείμενο. Ο πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, εξέφρασε ικανοποίηση για το τέλος της κρίσης, ενώ επέκρινε τη στάση των δημοκρατικών.
Σύμφωνα με τον Τζόνσον, οι δημοκρατικοί γνώριζαν τις συνέπειες της παράλυσης και προχώρησαν παρ' όλα αυτά, χαρακτηρίζοντας το shutdown ως «ανώφελο, άδικο και απάνθρωπο».
Επιπτώσεις και διαφωνίες για το «Obamacare»
Μετά από πάνω από 40 ημέρες δημοσιονομικής παράλυσης, ορισμένοι δημοκρατικοί γερουσιαστές υποχώρησαν και ενέκριναν τον νόμο μαζί με τους ρεπουμπλικάνους, παρατείνοντας τον προϋπολογισμό έως τα τέλη Ιανουαρίου. Το νομοσχέδιο ωστόσο παραμένει ασαφές σχετικά με την παράταση των επιδοτήσεων για το «Obamacare», γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις μεταξύ των δημοκρατικών.
Μία από τις παραχωρήσεις αφορά την επανένταξη των ομοσπονδιακών υπαλλήλων που απολύθηκαν λόγω του shutdown, ενώ προβλέπονται και κεφάλαια για το πρόγραμμα SNAP, που παρέχει επισιτιστική βοήθεια σε πάνω από 42 εκατομμύρια Αμερικανούς, έως τον Σεπτέμβριο. Έτσι, αποτρέπεται η διακοπή της βοήθειας σε περίπτωση νέας δημοσιονομικής κρίσης στο τέλος Ιανουαρίου.
Λόγω των κανόνων της Γερουσίας, απαιτήθηκαν οκτώ ψήφοι της αντιπολίτευσης για την έγκριση του νομοσχεδίου, με τα μέλη αυτά να δέχονται έντονη κριτική από το κόμμα τους για τις παραχωρήσεις και τις υποσχέσεις της άλλης πλευράς.
Χαρακτηριστική ήταν η αντίδραση του Γκάβιν Νιούσομ μέσω X, ο οποίος έκανε λόγο για «συνθηκολόγηση» και «προδοσία» των αμερικανών εργαζομένων. Άλλοι δημοκρατικοί αναρωτήθηκαν γιατί υπήρξε υποχώρηση λίγες ημέρες μετά τις νίκες του κόμματος σε τοπικές εκλογές.
Το μέλλον του «Obamacare» και οι κοινωνικές συνέπειες
Ο επικεφαλής της μειοψηφίας των δημοκρατικών στη Βουλή, Χακίμ Τζέφρις, κάλεσε τους ρεπουμπλικάνους να τηρήσουν την υπόσχεσή τους για άμεση ψηφοφορία σχετικά με το «Obamacare». Τόνισε ότι οι εργαζόμενοι και οι μεσαίες τάξεις αξίζουν την ίδια σιγουριά που απολαμβάνουν οι πιο εύποροι πολίτες.
Όπως επεσήμανε, «δεν είναι πολύ αργά» για την παράταση των χρηματοδοτήσεων. Εάν δεν παραταθούν οι φοροαπαλλαγές και οι επιδοτήσεις, το κόστος ασφάλισης υγείας θα υπερδιπλασιαστεί το 2026 για 24 εκατομμύρια Αμερικανούς, σύμφωνα με το KFF.
Κατά τη διάρκεια του shutdown, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο δημόσιοι λειτουργοί έμειναν απλήρωτοι, ενώ η καταβολή επιδομάτων και άλλων ενισχύσεων αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα. Επιπλέον, χιλιάδες πτήσεις ακυρώθηκαν ή καθυστέρησαν λόγω ελλείψεων σε ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, καθώς πολλοί επέλεξαν να μην εργαστούν χωρίς αμοιβή.