Η ετήσια Έκθεση του Γενικού Γραμματέα προς τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών παρουσιάζει μια ανησυχητική εικόνα για τις διαρκείς και εντεινόμενες απειλές κατά των δημοσιογράφων. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται φέτος σε όσους καλύπτουν κλιματική αλλαγή και περιβαλλοντικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών δημοσιογράφων και εργαζομένων στα ΜΜΕ.
Παρά τις πολυετείς πρωτοβουλίες του ΟΗΕ, οι επιθέσεις κατά δημοσιογράφων συνεχίζονται, ενώ η ατιμωρησία παραμένει σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με στοιχεία της UNESCO, μεταξύ Αυγούστου 2023 και Μαΐου 2025 καταγράφηκαν 163 δολοφονίες δημοσιογράφων παγκοσμίως, δηλαδή ένας κάθε τέσσερις ημέρες. Από αυτούς, 109 σκοτώθηκαν σε εμπόλεμες ζώνες, με τους περισσότερους στη Γάζα, το Σουδάν και την Ουκρανία.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ εξέφρασε τον έντονο προβληματισμό του για τον αριθμό των θυμάτων στη Γάζα και χαρακτήρισε απαράδεκτη την απαγόρευση πρόσβασης των διεθνών μέσων στην περιοχή. Η βία, ωστόσο, δεν περιορίζεται στις εμπόλεμες ζώνες, καθώς το Μεξικό αναδεικνύεται ως μία από τις πιο επικίνδυνες χώρες για τους δημοσιογράφους, με 15 δολοφονίες.
Η UNESCO κατέγραψε τον μεγαλύτερο αριθμό επιβεβαιωμένων δολοφονιών στα αραβικά κράτη, ακολουθούμενα από τη Λατινική Αμερική και Καραϊβική, την Ασία-Ειρηνικό, την Αφρική, και την Ευρώπη-Βόρεια Αμερική. Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το ποσοστό ατιμωρησίας παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, με το 85% των υποθέσεων να παραμένουν ανεξιχνίαστες.
Η έκθεση επισημαίνει ότι η αδυναμία των θεσμών, η διαφθορά και οι πολιτικές διασυνδέσεις αποτελούν βασικά εμπόδια στην απόδοση δικαιοσύνης. Όπως υπογραμμίζει η Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ, η ατιμωρησία συνιστά παραβίαση της διεθνούς υποχρέωσης των κρατών να προστατεύουν το δικαίωμα στη ζωή.
Πέρα από τις δολοφονίες, αυξητική τάση παρουσιάζουν οι φυλακίσεις και η νομική παρενόχληση. Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα κατέγραψαν τουλάχιστον 1.163 φυλακισμένους δημοσιογράφους την περίοδο 2023-2025, με τις μισές περιπτώσεις να αφορούν χώρες όπως η Λευκορωσία, η Κίνα, το Ισραήλ, η Μιανμάρ και η Ρωσική Ομοσπονδία.
Όλο και περισσότερες κυβερνήσεις αξιοποιούν νομοθεσίες, από τη δυσφήμιση έως τους αντιτρομοκρατικούς νόμους, για να ποινικοποιήσουν τη δημοσιογραφία. Η UNESCO σημειώνει ότι η δυσφήμιση παραμένει ποινικό αδίκημα σε 160 χώρες.
Οι γυναίκες δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν υψηλότερα ποσοστά ψηφιακών επιθέσεων και παρενόχλησης συγκριτικά με τους άνδρες συναδέλφους τους. Έρευνα της UNESCO και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων αποκάλυψε ότι το 73% των γυναικών δημοσιογράφων έχουν υποστεί διαδικτυακή βία, ενώ το 20% αυτών έχει δεχθεί και φυσικές επιθέσεις.
Σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα, οι γυναίκες διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σεξουαλικής και έμφυλης βίας, συμπεριλαμβανομένου του doxing. Η έκθεση καταγγέλλει επίσης την παράνομη χρήση τεχνολογιών στοχευμένης παρακολούθησης, που οδηγεί σε συλλήψεις, εκφοβισμό και δολοφονίες δημοσιογράφων. Ο Ύπατος Αρμοστής και οι ειδικοί εισηγητές ζητούν την αναστολή εξαγωγής και χρήσης ιδιωτικών συστημάτων κατασκοπείας.
Ένα νέο φαινόμενο αποτελεί η διασυνοριακή καταστολή, με δημοσιογράφους σε εξορία να απειλούνται ή να δέχονται επιθέσεις από τα κράτη προέλευσής τους. Πολλοί στερούνται νομικής προστασίας στις χώρες υποδοχής, καθιστώντας τους ευάλωτους σε σύλληψη, απέλαση ή επιθέσεις.
Αυξημένοι κίνδυνοι για τους δημοσιογράφους περιβαλλοντικών θεμάτων
Η έκθεση του 2025 αφιερώνει το κύριο μέρος της σε δημοσιογράφους που καλύπτουν περιβαλλοντικά ζητήματα, επισημαίνοντας τον καίριο ρόλο τους στην ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του κοινού για την κλιματική κρίση. Παράλληλα, καταγράφει δραματικά αυξανόμενους κινδύνους.
Δημοσιογράφοι που ερευνούν περιβαλλοντικά θέματα σε απομονωμένες περιοχές, όπου η κρατική εποπτεία είναι ασθενής και δρουν εγκληματικές ομάδες ή ιδιωτικές δυνάμεις ασφαλείας, βρίσκονται συχνά στο στόχαστρο. Μελέτη του 2024 αποκαλύπτει ότι χώρες με υψηλή εκμετάλλευση φυσικών πόρων κατατάσσονται χαμηλά στην ελευθερία του Τύπου, με το ένα τρίτο της παγκόσμιας εξόρυξης να πραγματοποιείται σε κράτη όπου η δημοσιογραφία βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση.
Η κάλυψη της κλιματικής κρίσης είναι συχνά πολωμένη, με δημοσιογράφους να κατηγορούνται για μεροληψία ή ακτιβισμό, ενώ αντιμετωπίζουν εκστρατείες δυσφήμισης και διαδικτυακής παρενόχλησης, που ενισχύονται από παραπληροφόρηση. Το 2024 αποκαλύφθηκε ότι εταιρείες φυτοφαρμάκων συλλέγουν προσωπικά δεδομένα δημοσιογράφων για εκστρατείες σπίλωσης.
Η πρόσβαση σε περιβαλλοντικά δεδομένα παραμένει άνιση, με ορισμένες χώρες να αποκρύπτουν ή να λογοκρίνουν πληροφορίες. Πολλοί ρεπόρτερ εξαρτώνται από πληροφοριοδότες ή συγκαλυμμένη έρευνα, γεγονός που αυξάνει τους κινδύνους. Επιπλέον, αρκετά μέσα ενημέρωσης εξαρτώνται οικονομικά από διαφημίσεις ρυπογόνων βιομηχανιών, οδηγώντας σε αυτολογοκρισία.
Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι που ασχολούνται με περιβαλλοντικά θέματα είναι ελεύθεροι επαγγελματίες ή τοπικοί ανταποκριτές, χωρίς νομική, οικονομική ή φυσική προστασία και χωρίς πρόσβαση σε αξιολόγηση κινδύνου ή νομική υποστήριξη.
Η έκθεση αναφέρει ότι 44 δημοσιογράφοι που κάλυπταν περιβαλλοντικά ζητήματα δολοφονήθηκαν τα τελευταία 15 χρόνια, κυρίως στην Ασία και τη Λατινική Αμερική. Μόνο πέντε υποθέσεις οδήγησαν σε καταδίκες, ενώ 19 παραμένουν άλυτες. Συχνά οι αρχές αποδίδουν τους φόνους σε προσωπικές διαφορές, παραγνωρίζοντας τον επαγγελματικό χαρακτήρα τους.
Μεταξύ 2009 και 2023 καταγράφηκαν 353 φυσικές επιθέσεις, συμπεριλαμβανομένων ξυλοδαρμών, αυθαίρετων συλλήψεων, αποπειρών δολοφονίας και απαγωγών. Στην Ευρώπη, σχεδόν οι μισές περιπτώσεις συνέβησαν σε διαδηλώσεις, συχνά με βία από τις αρχές.
Επιπλέον, 126 δημοσιογράφοι δέχθηκαν απειλές, 49 εκ των οποίων για τη ζωή τους. Οι νομικές επιθέσεις αυξάνονται, με συχνές κατηγορίες για διασπορά ψευδών ειδήσεων ή δυσφήμιση. Οι ψηφιακές επιθέσεις παρουσιάζουν ανοδική πορεία, με κρατικούς φορείς να ευθύνονται για το 70% των περιπτώσεων. Οι γυναίκες που καλύπτουν περιβαλλοντικό ρεπορτάζ πλήττονται ιδιαίτερα από εκστρατείες συκοφάντησης και απειλές.
Διεθνείς πρωτοβουλίες και συστάσεις
Στο πλαίσιο του Σχεδίου Δράσης του ΟΗΕ για την Ασφάλεια των Δημοσιογράφων, η UNESCO και το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή συντονίζουν δράσεις πρόληψης, προστασίας και ποινικής δίωξης. Οργανώθηκαν εκδηλώσεις για την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου και την Ημέρα Τερματισμού της Ατιμωρησίας, ενώ καταρτίστηκε παγκόσμιος οδικός χάρτης για την ενημέρωση ως δημόσιο αγαθό στην εποχή της περιβαλλοντικής κρίσης.
Το 2025, η UNESCO, η κυβέρνηση της Βραζιλίας και ο ΟΗΕ εγκαινίασαν την Παγκόσμια Πρωτοβουλία για την Ακεραιότητα της Πληροφόρησης για την Κλιματική Αλλαγή, στηρίζοντας ερευνητικούς δημοσιογράφους και επιστήμονες στην τεκμηρίωση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης.
Η UNESCO έχει ήδη εκπαιδεύσει πάνω από 36.000 δικαστές, εισαγγελείς και νομικούς σε 160 χώρες, ενώ το Παγκόσμιο Ταμείο Υπεράσπισης των ΜΜΕ έχει χρηματοδοτήσει περισσότερα από 150 έργα, υποστηρίζοντας 8.000 δημοσιογράφους και 1.400 δικηγόρους παγκοσμίως.
Παράλληλα, οργανώσεις όπως οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα προωθούν πρωτοβουλίες για την προστασία της περιβαλλοντικής δημοσιογραφίας.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ υπενθυμίζει ότι η ελεύθερη και ανεξάρτητη δημοσιογραφία αποτελεί δημόσιο αγαθό ζωτικής σημασίας. Καλεί τα κράτη να εγγυηθούν την ελευθερία και την ασφάλεια των δημοσιογράφων, να λάβουν μέτρα για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και να ευθυγραμμίσουν τη νομοθεσία τους με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Τονίζεται η ανάγκη για νομοθετικά μέτρα κατά των SLAPPs, αναστολή της πώλησης τεχνολογιών παρακολούθησης και ένταξη των περιβαλλοντικών δημοσιογράφων στα εθνικά σχέδια προστασίας. Τα κράτη καλούνται να συλλέγουν δεδομένα για τις επιθέσεις, να προωθούν δίκτυα δημοσιογράφων και να δημιουργούν περιφερειακά ταμεία νομικής στήριξης και επιχορηγήσεις για περιβαλλοντικά ρεπορτάζ.
Τα μέσα ενημέρωσης οφείλουν να παρέχουν εκπαίδευση ψηφιακής ασφάλειας, ψυχολογική υποστήριξη και συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης. Η προστασία των δημοσιογράφων, ιδιαίτερα όσων εργάζονται στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ελευθερίας του Τύπου και της λογοδοσίας, καθώς η διασφάλιση της ασφάλειάς τους σημαίνει προστασία των ελευθεριών μας.