Η αγορά εργασίας των μικρών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ εμφανίζει νέα σημάδια κόπωσης, παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία των ιδιοκτητών για το μέλλον.
Σύμφωνα με την έκθεση Small Business Checkpoint της Bank of America Institute (Αύγουστος 2025), οι πληρωμές προς εταιρείες προσλήψεων κατέγραψαν πτώση για τρίτο συνεχόμενο μήνα, ενώ οι ανησυχίες για την ποιότητα του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού αυξήθηκαν κατά 31% μέσα σε έναν μόλις μήνα.
Η τελευταία έκθεση της Bank of America δείχνει πως το τοπίο για τις μικρές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ είναι σύνθετο και γεμάτο αντιφάσεις. Από τη μία πλευρά υπάρχει σαφής αισιοδοξία για τις μελλοντικές προοπτικές, με αρκετούς ιδιοκτήτες να πιστεύουν ότι οι συνθήκες θα βελτιωθούν τους επόμενους μήνες.
Από την άλλη, η ίδια αυτή αισιοδοξία συνοδεύεται από υψηλή αβεβαιότητα, ιδιαίτερα όσον αφορά το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό. Οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν εργαζόμενους με τις κατάλληλες δεξιότητες και η πίεση αυτή οδηγεί σε αυξανόμενα κόστη μισθοδοσίας, κυρίως σε κλάδους που ήδη αντιμετωπίζουν ελλείψεις όπως η εστίαση και η κατασκευή.
Επιπλέον, οι δασμοί εξακολουθούν να λειτουργούν ως σημαντικό εμπόδιο για την κερδοφορία, παρά τη γενική ανθεκτικότητα των οικονομικών μεγεθών. Ενώ η συνολική κερδοφορία παραμένει θετική, η τάση είναι πτωτική, δείχνοντας ότι η αντοχή των επιχειρήσεων δοκιμάζεται. Παράλληλα, το μέγεθος της επιχείρησης φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο: οι μεγαλύτερες εταιρείες επιβραδύνουν τις προσλήψεις τους, ενώ οι μικρότερες εμφανίζονται πιο δραστήριες, γεγονός που δείχνει ότι η κινητικότητα στην αγορά εργασίας οφείλεται κυρίως στους μικρότερους παίκτες.
Την ίδια στιγμή, η κατασκευή και η μεταποίηση αναδεικνύονται ως οι πιο δυναμικοί κλάδοι, ενισχυμένοι από πολιτικές που ευνοούν την επαναφορά της παραγωγής στις ΗΠΑ και από την αυξημένη ζήτηση σε έργα υψηλής τεχνολογίας, όπως τα data centers. Ωστόσο, οι περιορισμοί στη μετανάστευση δυσκολεύουν περαιτέρω την προσέλκυση εργατών, διογκώνοντας το πρόβλημα των ελλείψεων και ανεβάζοντας τις αμοιβές.
Το συνολικό αποτύπωμα είναι μια αγορά σε μετάβαση: οι μικρές επιχειρήσεις εξακολουθούν να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της απασχόλησης και να δείχνουν αντοχή, αλλά ταυτόχρονα πιέζονται από το αυξημένο κόστος, την αβεβαιότητα στο διεθνές εμπόριο και την έλλειψη εξειδικευμένων εργατικών χεριών. Το αν οι πολιτικές ενίσχυσης της παραγωγής και οι εμπορικές συμφωνίες θα καταφέρουν να αντισταθμίσουν αυτούς τους κινδύνους μένει να φανεί τους επόμενους μήνες. Το σίγουρο είναι ότι το πεδίο της μικρής επιχειρηματικότητας θα συνεχίσει να καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πορεία της αμερικανικής οικονομίας.
Οι δασμοί μεγάλωσαν τις διαφορές
Παρά τις πρόσφατες εμπορικές συμφωνίες, οι δασμοί συνεχίζουν να αποτελούν «βαρίδι» για την επιχειρηματικότητα. Μάλιστα, οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η συνολική επιβάρυνση από δασμούς στις μικρές επιχειρήσεις ανέρχεται σε 202 δισ. δολάρια ετησίως, ποσό που μεταφράζεται σε περίπου 856.000 δολάρια ανά εταιρεία.
Τα στοιχεία της Bank of America καταγράφουν εντυπωσιακή αύξηση, κατά 170% από τον Ιανουάριο, στις άμεσες πληρωμές δασμών προς τις τελωνειακές αρχές. Αν και η συνολική κερδοφορία των μικρών επιχειρήσεων παραμένει θετική, η τάση είναι πτωτική, με τον ρυθμό αύξησης να έχει επιβραδυνθεί αισθητά από τα τέλη του 2024.
Η έκθεση σημειώνει πως η εικόνα δεν είναι ομοιόμορφη σε όλες τις επιχειρήσεις. Οι εταιρείες με τζίρο άνω του 1 εκατ. δολαρίων κατέγραψαν σαφή μείωση στις προσλήψεις, ιδιαίτερα γύρω από την «Ημέρα Απελευθέρωσης» (Liberation Day), γεγονός που αποδίδεται σε αυξημένη αβεβαιότητα. Στον αντίποδα, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις –με έσοδα κάτω από 500.000 δολάρια– παρουσίασαν αύξηση της απασχόλησης σχεδόν 10% σε ετήσια βάση, εξέλιξη που θεωρείται ενθαρρυντική καθώς ο συγκεκριμένος τομέας δημιουργεί το μεγαλύτερο μέρος των νέων θέσεων εργασίας.
Τον Ιούλιο, οι κλάδοι της κατασκευής και της μεταποίησης βρέθηκαν στην αιχμή των προσλήψεων, με τις πληρωμές σε εταιρείες προσλήψεων να είναι αυξημένες κατά 33% σε σχέση με τον μέσο όρο του 2024. Αντίθετα, οι μικροί έμποροι και οι επιχειρήσεις υπηρεσιών κατέγραψαν πτώση έως και 17%.
Η ισχυρή παρουσία της κατασκευής αποδίδεται, σύμφωνα με την έκθεση, σε πολιτικές ενίσχυσης της επαναβιομηχάνισης (reshoring), αλλά και σε αυξανόμενα έργα όπως τα data centers. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού, ιδιαίτερα λόγω περιορισμών στη μετανάστευση, τροφοδοτεί το φαινόμενο, με αποτέλεσμα την έντονη άνοδο των μισθολογικών πιέσεων.
Η έλλειψη εργατικών χεριών αντικατοπτρίζεται και στα στοιχεία μισθοδοσίας. Ο ρυθμός αύξησης των πληρωμών μισθών ήταν εντονότερος σε κλάδους όπως η εστίαση, η φιλοξενία και η κατασκευή, ξεπερνώντας τον μέσο όρο μισθολογικής ανόδου που κατέγραψε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Ατλάντα.
Αυτό σημαίνει ότι οι μικρές επιχειρήσεις αναγκάζονται να πληρώνουν περισσότερα για να προσελκύσουν προσωπικό, γεγονός που αυξάνει το λειτουργικό τους κόστος. Παράλληλα, κλάδοι όπως η υγεία και η εκπαίδευση φαίνεται να αντιμετωπίζουν παρόμοιες πιέσεις, ενώ στον χρηματοοικονομικό τομέα η αύξηση των μισθών σχετίζεται περισσότερο με την κατανάλωση υψηλών εισοδημάτων.
Παρά τις δυσκολίες στο μέτωπο της απασχόλησης, οι συνολικές πληρωμές μικρών επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 4,7% τον Ιούλιο, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται στις πληρωμές μέσω καρτών και συστήματος ACH. Η αύξηση αυτή δείχνει ότι η κατανάλωση διατηρεί μια σχετική ανθεκτικότητα, έστω και υπό το βάρος των αβεβαιοτήτων.