Άλλη μια χρονιά υψηλών αποδόσεων στο ελληνικό Χρηματιστήριο, μετά την άνοδο σχεδόν κατά 50% το 2019, φαίνεται ότι προεξοφλούν οι επενδυτές, που προχώρησαν σε νέες τοποθετήσεις στη σημερινή συνεδρίαση, οδηγώντας σε άνοδο τη συντριπτική πλειονότητα των μετοχών υψηλής κεφαλαιοποίησης και σε κλείσιμο του Γενικού Δείκτη πάνω από τις 930 μονάδες, δηλαδή σε επίπεδα που είχε να δει η αγορά από τα τέλη Φεβρουαρίου 2015.
Η αξία των συναλλαγών δεν ξεπέρασε τα 42 εκατ. ευρώ, αλλά θεωρείται σχετικά ικανοποιητική για την περίοδο αυτή, ενώ το σημαντικότερο, όπως επισημαίνουν στελέχη της αγοράς, είναι ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον διαχύθηκε στις περισσότερες μετοχές και είναι χαρακτηριστικό ότι, από τους τίτλους του FTSE-25, μόνο δύο (Alpha και Eurobank) έκλεισαν με μικρή πτώση.
Η μετοχή του ΟΤΕ είχε τη μεγαλύτερη αξία συναλλαγών, πάνω από 6,1 εκατ. ευρώ, και κατάφερε, παρότι ενδοσυνεδριακά πέρασε σε αρνητικό έδαφος, να κλείσει με μικρή άνοδο, 0,28%, στα 14,3 ευρώ. Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, ξεχώρισαν καθαρά ο τίτλος της ΕΛΛΑΚΤΩΡ, με άνοδο 6,82%, αλλά και ο τίτλος της ΔΕΗ, καθώς συνεχίσθηκαν τα πονταρίσματα στο turnaround story της επιχείρησης, και η μετοχή σημείωσε άνοδο 5,33%. Κατά 4,81% ενισχύθηκε, εξάλλου, η μετοχή του ΟΛΠ, ενώ με κέρδη πάνω από 3% έκλεισαν οι μετοχές των Viohalco, ΑΔΜΗΕ, ΓΕΚΤΕΡΝΑ, Σαράντης, Motor Oil και ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή.
Στις τραπεζικές μετοχές η κινητικότητα ήταν περιορισμένη, καθώς οι επενδυτές περιμένουν νέα στοιχεία για να προχωρήσουν σε τοποθετήσεις, μετά τον υπερδιπλασιασμό του κλαδικού δείκτη το 2019. Ο τραπεζικός δείκτης ενισχύθηκε οριακά, κατά 0,10%, με τις Alpha και Eurobank να υποχωρούν ελαφρώς και τις μετοχές της Εθνικής και της Πειραιώς να κλείνουν τη συνεδρίαση με θετικό πρόσημο.
Το θετικό κλίμα στο ΧΑ ερμηνεύεται και ως αποτέλεσμα της ευφορίας που επικρατεί στις αγορές διεθνώς, μετά την οριστικοποίηση της υπογραφής της συμφωνίας ΗΠΑ – Κίνας στις 15 Ιανουαρίου, αλλά και την ανακοίνωση, σήμερα, από την κεντρική τράπεζα της Κίνας μέτρων χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, που θα διευκολύνουν την παροχή νέων δανείων στις επιχειρήσεις.