Ο οινοτουρισμός αναδεικνύεται σε σημαντικό μοχλό ανάπτυξης για την ελληνική ύπαιθρο και την τοπική οικονομία, καθώς συνδέει την αγροτική παραγωγή με τον πολιτισμό και τον τουρισμό. Ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας Οινοτουρισμού, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων παρουσίασε τη στρατηγική του για την ενίσχυση του αμπελοοινικού τομέα, δίνοντας έμφαση σε στοχευμένες επενδύσεις και συνέργειες που αναβαθμίζουν την εμπειρία των επισκεπτών στα ελληνικά οινοποιεία.
Όπως ανέφερε ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σπύρος Πρωτοψάλτης, «ο οινοτουρισμός είναι γέφυρα ανάμεσα στην παραγωγή και την εμπειρία, κρατά ζωντανή την ύπαιθρο, δημιουργεί προστιθέμενη αξία για τους παραγωγούς και προσφέρει στους επισκέπτες έναν αυθεντικό τρόπο να γνωρίσουν τον τόπο».
Κεντρικό ρόλο στη στρατηγική του υπουργείου διαδραματίζουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) για την περίοδο 2023-2027. Προτεραιότητα δίνεται στη στήριξη του εισοδήματος των αμπελουργών, την ποιοτική αναβάθμιση του ελληνικού κρασιού και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του κλάδου απέναντι στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης.
Ενδεικτικά, ετησίως διατίθενται 8,43 εκατ. ευρώ για αναδιάρθρωση και μετατροπή αμπελώνων, 7,2 εκατ. ευρώ για επενδύσεις σε οινοποιητικές επιχειρήσεις – συμπεριλαμβανομένων αιθουσών έκθεσης και γευσιγνωσίας – 1,4 εκατ. ευρώ για δράσεις ενημέρωσης εντός Ε.Ε. και 5 εκατ. ευρώ για προώθηση σε τρίτες χώρες. Ο κ. Πρωτοψάλτης σημειώνει πως «με αυτά τα εργαλεία ενισχύουμε τον πυρήνα της ποιότητας και δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για ολοκληρωμένη εμπειρία οινοτουρισμού».
Η δυναμική του κλάδου αποτυπώνεται και στους αριθμούς. Η Ελλάδα διαθέτει περισσότερα από 1.200 οινοποιεία, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΔΟΑΟ/Wines of Greece, ενώ όλο και περισσότερα αποκτούν το Σήμα Επισκέψιμου Οινοποιείου από το υπουργείο Τουρισμού. Οι εξαγωγές ελληνικού κρασιού παραμένουν κοντά στα 100 εκατ. ευρώ ετησίως, με κύριες αγορές τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Παράλληλα, τα ελληνικά οινοποιεία εξελίσσονται σε χώρους εμπειρίας και πολιτισμού, διαμορφώνοντας κατάλληλες υποδομές για υποδοχή, έκθεση και γευσιγνωσία. Ο κ. Πρωτοψάλτης επισημαίνει ότι «στηρίζουμε τις επιχειρήσεις που ανοίγουν τις πόρτες τους στον κόσμο· ο επισκέψιμος αμπελώνας και το οινοποιείο γίνονται ζωντανά κύτταρα τοπικής ανάπτυξης και πολιτισμού».
Παρά τις θετικές προοπτικές, η κλιματική κρίση συνεχίζει να αποτελεί πρόκληση για τον αμπελουργικό τομέα, καθώς η ξηρασία και οι παρατεταμένοι καύσωνες επηρεάζουν αρνητικά την παραγωγή και ενισχύουν τις τάσεις εγκατάλειψης. Ο γενικός γραμματέας του ΥΠΑΑΤ υπογραμμίζει πως «δίνουμε μάχη να μη χαθεί ούτε ένα στρέμμα από τους ιστορικούς μας αμπελώνες και να μείνουν οι νέοι στην ύπαιθρο με βιώσιμες προοπτικές. Η Ελλάδα δεν είναι χώρα υπερπαραγωγής και δεν θα δεχθεί περαιτέρω συρρίκνωση του αμπελώνα της, ειδικά όπου δεν υπάρχουν εναλλακτικές καλλιέργειες».
Σε θεσμικό επίπεδο, ο οινοτουρισμός ενισχύεται μέσω του Συμβουλίου Οινοτουρισμού του υπουργείου Τουρισμού, με τη συμμετοχή και στελεχών του ΥΠΑΑΤ.
Αποστολή του Συμβουλίου είναι η προώθηση των ελληνικών αμπελώνων, των επισκέψιμων οινοποιείων και των μονάδων παραγωγής, καθώς και η διαμόρφωση προτάσεων βιώσιμης ανάπτυξης. Όπως αναφέρει ο κ. Πρωτοψάλτης, «το Συμβούλιο Οινοτουρισμού είναι το τραπέζι όπου ο σχεδιασμός γίνεται κοινή υπόθεση - Υπουργείο Τουρισμού, υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων και φορείς του κλάδου κάθονται μαζί για να πάνε τον οινοτουρισμό στο επόμενο επίπεδο».
Η συμβολή του ΥΠΑΑΤ ενισχύεται επίσης μέσω προγραμμάτων LEADER/CLLD και του Ταμείου Ανάκαμψης, που στηρίζουν δράσεις αγροτουρισμού, κινητοποιούν ιδιωτικές επενδύσεις και ενδυναμώνουν τα τοπικά δίκτυα. Ο Γενικός Γραμματέας καταλήγει: «Θέλουμε περισσότερους επισκέψιμους αμπελώνες, περισσότερες διαδρομές κρασιού και σύγχρονα κέντρα γευσιγνωσίας, ενταγμένα σε ένα βιώσιμο τουριστικό προϊόν που σέβεται το τοπίο και τον παραγωγό».