Τη στρατηγική σημασία του κλάδου της ασφάλισης ζωής για το ΑΕΠ και τη σταθερότητα της οικονομίας αναδεικνύει νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Πειραιώς, που εκπονήθηκε για το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών υπό την επιστημονική ευθύνη του επίκουρου καθηγητή Παναγιώτη Ξένου.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, τα οποία παρουσιάστηκαν στην 7η Εθνική Συνδιάσκεψη Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών, ο ασφαλιστικός κλάδος διαδραματίζει ρόλο θεσμικού επενδυτή, διοχετεύοντας σημαντικούς πόρους στην πραγματική οικονομία. Αυτό ενισχύει τη ρευστότητα, τη σταθερότητα και τις παραγωγικές επενδύσεις.
Η στατιστική ανάλυση καταγράφει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ ασφαλίστρων ζωής και ΑΕΠ στην Ελλάδα (r = 0.65), γεγονός που επιβεβαιώνει τη στενή σχέση της ασφαλιστικής δραστηριότητας με την οικονομική ανάπτυξη. Σε πιο ώριμες αγορές, όπως η Νορβηγία, ο αντίστοιχος δείκτης φτάνει το 0.99, αναδεικνύοντας τη σημασία ενός ανεπτυγμένου ασφαλιστικού τομέα ως σταθεροποιητικού παράγοντα.
Μακροοικονομικοί παράγοντες και ασφαλιστική δραστηριότητα
Η μελέτη εντοπίζει ότι το εισόδημα αποτελεί τον βασικότερο παράγοντα ζήτησης ασφάλισης ζωής, επηρεάζοντας τόσο την αγοραστική δύναμη όσο και την αποταμιευτική συμπεριφορά. Ο πληθωρισμός επιδρά αρνητικά στη ζήτηση, μειώνοντας την εμπιστοσύνη στη σταθερή αξία του χρήματος και καθιστώντας τα ασφαλιστικά προϊόντα λιγότερο ελκυστικά.
Η ανεργία, αν και όχι πάντα στατιστικά σημαντική, έχει επίσης αρνητική επίδραση στη δυνατότητα πληρωμής ασφαλίστρων και στη διατήρηση συμβολαίων. Παράλληλα, ο τραπεζικός και χρηματοοικονομικός τομέας ενισχύει θετικά την ασφάλιση ζωής μέσω της ανάπτυξης επενδυτικών ροών και της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης.
Τα επιτόκια και οι αποδόσεις κεφαλαίου διαμορφώνουν διττή επίδραση: υψηλά επιτόκια ενισχύουν την ελκυστικότητα των αποθεματικών, αλλά μπορεί να περιορίσουν τη βραχυπρόθεσμη ζήτηση. Επιπλέον, η αστικοποίηση και η δημογραφική δομή ενισχύουν τη διείσδυση της ασφάλισης ζωής, διευκολύνοντας την πρόσβαση και μειώνοντας τα κόστη διαμεσολάβησης.
Οι δείκτες οικονομικού κλίματος, όπως η καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη, επηρεάζουν σημαντικά τη συμπεριφορά των νοικοκυριών και λειτουργούν ως πρόδρομοι δείκτες της ζήτησης για ασφάλιση ζωής.
Ασφάλιση ζωής και οικονομική ανάπτυξη
Η εμπειρική ανάλυση επιβεβαιώνει ότι οι ασφαλίσεις ζωής συνιστούν μηχανισμό ενίσχυσης της μακροοικονομικής σταθερότητας και της εθνικής αποθεματοποίησης. Τα κεφάλαια που συγκεντρώνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες μετατρέπονται σε παραγωγικές επενδύσεις, συμβάλλοντας στη μείωση της εξάρτησης από τον τραπεζικό δανεισμό και τα δημόσια ελλείμματα.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, η συζήτηση για το μέλλον της αποταμίευσης και της ασφάλισης ζωής αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς η ελληνική οικονομία καλείται να διαχειριστεί ταυτόχρονα το δημογραφικό, το ασφαλιστικό και το αποταμιευτικό κενό.
Η αύξηση της ασφαλιστικής διείσδυσης ενισχύει την τάση των πολιτών για ασφαλείς μορφές αποταμίευσης, επηρεάζοντας βραχυπρόθεσμα τη ζήτηση και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Σε περιόδους αβεβαιότητας, η ασφάλιση ζωής λειτουργεί ως μέσο αποταμίευσης και προστασίας, προσανατολίζοντας την κατανάλωση σε πιο συντηρητικές επιλογές.
Επιπλέον, η ανάλυση αιτιότητας κατά Granger δείχνει ότι η αύξηση της ασφαλιστικής διείσδυσης προκαλεί στατιστικά σημαντικές μεταβολές στο ΑΕΠ, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ο κλάδος δεν ακολουθεί απλώς τις οικονομικές εξελίξεις, αλλά τις επηρεάζει ενεργά.
Το ασφαλιστικό σύστημα υπό πίεση και οι προτεινόμενες παρεμβάσεις
Η μελέτη τονίζει ότι το υφιστάμενο ασφαλιστικό σύστημα στηρίζεται κυρίως στο διανεμητικό μοντέλο, όπου οι εργαζόμενοι χρηματοδοτούν τις συντάξεις των συνταξιούχων. Αυτό περιορίζει τα κίνητρα για ατομική αποταμίευση και δεν αξιοποιεί πλήρως τις επενδυτικές δυνατότητες των ασφαλιστικών αποθεμάτων.
Η μετάβαση σε πιο κεφαλαιοποιητικές μορφές ασφάλισης, όπου κάθε ασφαλισμένος δημιουργεί το δικό του αποθεματικό, θα μπορούσε να ενισχύσει τη ρευστότητα και τις επενδύσεις στην ελληνική οικονομία.
Η στροφή προς ένα πιο κεφαλαιοποιητικό και αποταμιευτικό σύστημα θεωρείται στρατηγική προϋπόθεση για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα και ανάπτυξη. Η ενίσχυση της ασφάλισης ζωής και των επαγγελματικών ταμείων μπορεί να λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος μεταξύ χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής.
Για την αντιμετώπιση των παθογενειών και την ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης, η μελέτη προτείνει:
- Φορολογικά κίνητρα για μακροχρόνια αποταμίευση μέσω ασφαλίσεων ζωής, ενισχύοντας την εθνική αποταμίευση και την οικογενειακή οικονομική ασφάλεια.
- Διεύρυνση της συμμετοχής στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, με στόχο την ένταξη τουλάχιστον του 50% του εργατικού δυναμικού.
- Ενίσχυση του τρίτου πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος, προωθώντας την ιδιωτική ασφάλιση ως εργαλείο αύξησης της αποταμίευσης.
- Ανάπτυξη συμπληρωματικών προγραμμάτων αποταμίευσης για συνταξιοδότηση, ενθαρρύνοντας την έγκαιρη οικονομική προετοιμασία.
- Θεσμοθέτηση της ιδιωτικής ασφάλισης ως υποστηρικτικού μηχανισμού των δημόσιων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης.
- Εκστρατείες ενημέρωσης και εκπαίδευσης για τη σημασία της αποταμίευσης και της ασφαλιστικής προετοιμασίας, με έμφαση στις νεότερες γενιές.