Από την 1η Οκτωβρίου, εισάγεται ένα νέο και ενισχυμένο πλαίσιο εποπτείας στον εγχώριο τραπεζικό χώρο, με στόχο την περαιτέρω θωράκιση κατά φαινομένων ξεπλύματος χρήματος, την αυστηροποίηση στους όρους χορήγησης δανείων και την ενίσχυση της διαφάνειας στις υποχρεώσεις των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων.
Οι αναθεωρημένοι κανονισμοί καλύπτουν το σύνολο των τραπεζικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα, με στρατηγικό στόχο την πλήρη εναρμόνιση του κλάδου στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Το παλαιό ρυθμιστικό πλαίσιο, που ίσχυε για περίπου δέκα χρόνια, παραχωρεί τη θέση του σε μια πιο σύγχρονη και αποτελεσματική προσέγγιση.
Cεντρικός πυλώνας των αλλαγών είναι η αναβάθμιση του ρόλου των Επιτροπών Εσωτερικού Ελέγχου και Επιτροπών Διαχείρισης Κινδύνων. Η σύσταση και λειτουργία αυτών των επιτροπών καθίσταται πλέον υποχρεωτική για κάθε πιστωτικό ίδρυμα που δραστηριοποιείται στη χώρα.
Το νέο καθεστώς εταιρικής διακυβέρνησης έχει σχεδιαστεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, σε συνεργασία με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας και της αξιοπιστίας του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Πρόληψη συγκρούσεων συμφερόντων και νέα στάνταρ στη διαφάνεια δανεισμών
Σημαντικό πεδίο των αλλαγών αποτελεί η υιοθέτηση σαφώς πιο αυστηρών πολιτικών για τον εντοπισμό, την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων που ενδέχεται να εμπλέξουν μέλη Διοικητικών Συμβουλίων ή προσωπικό τραπεζών. Προτεραιότητα δίνεται στην έγκαιρη αναγνώριση κινδύνων, είτε κατά τη διαδικασία δανειοδότησης είτε σε άλλες συναλλαγές – όπως χρηματοδοτικές μισθώσεις, μεταβιβάσεις ακινήτων ή παροχή εγγυήσεων – όταν εμπλέκονται μέλη των ΔΣ ή συνδεδεμένα με αυτά φυσικά πρόσωπα.
Σύμφωνα με το αναβαθμισμένο πλαίσιο, όλες οι σχετικές αποφάσεις για χορήγηση δανείων και συναλλαγές με μέλη διοίκησης βασίζονται πλέον σε αντικειμενικά κριτήρια, αποτρέποντας φαινόμενα αθέμιτης επιρροής και διασφαλίζοντας ίσες συνθήκες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, όπως ισχύει και για τα υπόλοιπα τραπεζικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Επιπλέον, τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων ή συνδεδεμένα πρόσωπα που αιτούνται χορήγησης πιστώσεων δεν θα έχουν δικαίωμα συμμετοχής στη λήψη σχετικών αποφάσεων. Πρόσθετοι μηχανισμοί ασφαλείας καθιερώνονται για λογαριασμούς που συνδέονται με γραμμές πίστωσης (π.χ. υπεραναλήψεις). Για κάθε πίστωση προς μέλος ΔΣ με αξία άνω των 200.000 ευρώ, η εκάστοτε τράπεζα οφείλει να ενημερώνει αναλυτικά την Τράπεζα της Ελλάδος τόσο για το συνολικό εγκεκριμένο ποσό όσο και για το υπόλοιπο οφειλής του μέλους.
Whistleblowing: Εγγύηση διαφάνειας και συμμόρφωσης
Το νέο θεσμικό πλαίσιο προβλέπει σχεδιασμό και λειτουργία ουσιαστικού μηχανισμού αναφοράς παραβάσεων από εργαζόμενους των τραπεζών. Οι καταγγελίες μπορούν να απευθύνονται είτε στις μονάδες κανονιστικής συμμόρφωσης, είτε στην εσωτερική επιθεώρηση, είτε μέσω ειδικής και ανεξάρτητης γραμμής whistleblowing, η οποία οφείλει να διασφαλίζεται από κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται στην πλήρη προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τόσο για το άτομο που κινεί τη διαδικασία καταγγελίας όσο και για το πρόσωπο που βρίσκεται υπό διερεύνηση για τη φερόμενη παράβαση.
Ενισχυμένη εποπτεία και κάλυψη όλων των τραπεζικών κινδύνων
Η Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνων υποχρεούται πλέον να συνεδριάζει προληπτικά τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο. Η αποστολή της εστιάζει στον εντοπισμό και την αξιολόγηση τόσο χρηματοοικονομικών όσο και μη χρηματοοικονομικών κινδύνων που ενδέχεται να απειλήσουν τη βιωσιμότητα και τη φήμη του τραπεζικού ιδρύματος.
Το εύρος εποπτείας περιλαμβάνει κινδύνους πίστωσης, ρευστότητας, αγοράς, τεχνολογικούς κινδύνους, συγκέντρωσης, νομικούς, αλλά και τους σχετιζόμενους με δραστηριότητες νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς κινδύνους.
Η νέα εποπτική δομή αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά την αξιοπιστία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και να προσφέρει ένα πιο ισχυρό ανάχωμα έναντι των σύγχρονων απειλών στον τραπεζικό χώρο.