Σε μια νέα εποχή εισέρχεται ο τραπεζικός τομέας στην Ελλάδα, με την εμφάνιση των neobanks, δηλαδή των αμιγώς ψηφιακών τραπεζών, που κάνουν όλο και πιο αισθητή την παρουσία τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Revolut, η οποία πρόσφατα «χτύπησε» το ορόσημο των 1,5 εκατομμύρια πελατών στη χώρα μας, καθώς και η Snappi, η πρώτη ελληνική neobank που είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας της Piraeus Financial Holdings και της Natech.
Οι neobanks είναι αμιγώς ψηφιακά πιστωτικά ιδρύματα που προσφέρουν τραπεζικές υπηρεσίες, χωρίς όμως να διαθέτουν φυσικά καταστήματα. Πρόκειται για μία νέα γενιά τραπεζών που αξιοποιούν τη fintech καινοτομία, την τεχνητή νοημοσύνη και την ανάλυση δεδομένων για να προσφέρουν γρήγορες, ευέλικτες και συχνά χαμηλότερου κόστους τραπεζικές υπηρεσίες, που δεν περιορίζονται στα παραδοσιακά τραπεζικά προϊόντα.
Στόχο έχουν να κάνουν το banking απλό, ασφαλές και προσιτό για όλους, δίνοντας έμφαση σε καινοτόμες υπηρεσίες όπως το BNPL (buy now, pay later) και προσφέροντας μια απλοποιημένη, γρήγορη και φιλική προς τον χρήστη τραπεζική εμπειρία.
Ακριβώς επειδή λειτουργούν μόνο ψηφιακά, μπορούν να μειώνουν αισθητά τα λειτουργικά τους κόστη, γεγονός που μεταφράζεται σε χαμηλότερες χρεώσεις και καλύτερα επιτόκια για τον πελάτη, ενισχύοντας έτσι τον ανταγωνισμό στο παγκόσμιο αλλά και εγχώριο τραπεζικό οικοσύστημα.
Παρά το σχετικά μικρό μερίδιο τους σήμερα, οι ψηφιακές τράπεζες ενισχύουν σταθερά την παρουσία τους, ασκώντας πίεση και στα παραδοσιακά τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία καλούνται να επενδύσουν σημαντικά στην τεχνολογία, την αυτοματοποίηση και την εμπειρία του πελάτη. Πλέον η καινοτομία βρίσκεται στο επίκεντρο και η γρήγορη, εξατομικευμένη και διαφανής εξυπηρέτηση όλο το 24ωρο αναδεικνύεται σε βασικό ζητούμενο για τον τραπεζικό κλάδο.
Αξίζει να σημειωθεί πως το 2024 η παγκόσμια αγορά neobanking αποτιμήθηκε σε 143,2 δισ. δολάρια και αναμένεται να φθάσει τα 3,4 τρισ. δολάρια έως το 2032, σύμφωνα με το Fortune Business Insights, ενώ σημαντική ανάπτυξή τους αναμένεται και στην Ελλάδα.
Το αποτύπωμα των neobanks στην Ευρώπη
Μια από τις πιο επιδραστικές neobanks στην Ευρώπη είναι η Revolut, με έδρα τη Λιθουανία, η οποία το 2024 πέτυχε το τέταρτο συνεχόμενο έτος καθαρής κερδοφορίας, με κέρδη ύψους 1,4 δισ. δολάρια το 2024 και αύξηση εσόδων κατά 72%, στα 4 δισ. δολάρια. Παράλληλα, μόλις σε μια χρονιά κατάφερε να αυξήσει τους πελάτες της κατά 38%, καλωσορίζοντας σχεδόν 15 εκατ. νέους πελάτες παγκοσμίως, φτάνοντας τους 52,5 εκατ. συνολικά.
Τον Ιούλιο του 2021, η Revolut άντλησε 800 εκατ. δολάρια σε αποτίμηση πριν από τη δημοσίευση 32,2 δισ. δολαρίων, γεγονός που επιβεβαιώνει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις δυνατότητες ανάπτυξής της.
Ακόμη ένα success story αποτελεί η γερμανική N26, η οποία τον Οκτώβριο του 2021 ανακοίνωσε έναν γύρο χρηματοδότησης Series E ύψους άνω των 900 εκατ. δολαρίων με αποτίμηση 9 δισ. δολαρίων, υπογραμμίζοντας την υψηλή αποτίμηση που μπορούν να επιτύχουν οι neobanks.
Το 2024, η N26 απέφερε έσοδα 440 εκατ. ευρώ, μια αύξηση 40% σε σχέση με το 2023, ένω άγγιξε τους 4,8 εκατ. πελάτες. Ως προς τον όγκο συναλλαγών, αυτός διαμορφώθηκε σε 140 δισ. ευρώ το 2024, αυξημένος κατά 23% σε σχέση με το 2023.
Αρκετές neobanks επιχειρούν να προσεγγίσουν ένα συγκεκριμένο target group, προκειμένου να διαφοροποιηθούν από τον παραδοσιακό ανταγωνισμό με πιο στοχευμένα προϊόντα και υπηρεσίες. Για παράδειγμα, Η Qonto από τη Γαλλία απευθύνεται σε ελεύθερους επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις με το σλόγκαν «Επιχειρηματική ζωή, αλλά πιο ομαλή». Έχει ήδη καταφέρει να επεκταθεί σε αρκετές ευρωπαϊκές αγορές και πρόσφατα έφτασε το ορόσημο των 600.000 πελατών.
Αντιστοίχως, η προαναφερθείσα Revolut στοχεύει σε νεότερες γενιές, οι οποίες έχουν μεγάλη εξοικείωση με τα ψηφιακά κανάλια και συχνά αμφισβητούν τις παραδοσιακές τράπεζες.
Snappi: Η ελληνική neobank
Σε αυτό το μοτίβο επιλέγει να κινηθεί και η πρώτη ελληνική neobank, η Snappi, η οποία δημιουργήθηκε από την Piraeus Financial Holdings, μητρική εταιρεία της Τράπεζας Πειραιώς, και από τη Natech, τη FinTech εταιρεία από τα Ιωάννινα που εξειδικεύεται στην παροχή λύσεων λογισμικού για τραπεζικά συστήματα.
Όπως σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου, σε συνέντευξή του στο Business Daily τον περασμένο Αύγουστο: «Είναι μία προσπάθεια που κάναμε βλέποντας το πώς κινείται η διεθνής αγορά και αναγνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα υπάρχει ανάγκη για τη δημιουργία ενός ευέλικτου τραπεζικού ιδρύματος, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να απευθύνεται στους νέους.
Δυστυχώς, οι περισσότεροι πελάτες μας είναι σε ηλικίες τέτοιες που μας έχει προβληματίσει το γεγονός ότι πολλοί από τη νέα γενιά δεν έρχονται πια στις τράπεζες. Ένα μεγάλο μέρος της προσπάθειας που κάνουμε με τη Snappi είναι να μπορέσουμε να προσελκύσουμε νέους πελάτες στον Όμιλο Πειραιώς, στον οποίο υπάγεται και η Snappi, μέσα από μία πρωτοποριακή, ένα πρωτοποριακό τραπεζικό offering, όπως και θα είναι η Snappi όταν θα το κάνουμε launch».
Το εγχείρημα αυτό επιβεβαιώνει την εγρήγορση του Ομίλου Πειραιώς, ο οποίος, ανταποκρινόμενος στη μεταβαλλόμενη αγορά και στη «στροφή» των νέων προς επιλογές εκτός των παραδοσιακών τραπεζών, δημιούργησε την πρώτη ελληνική neobank, προκειμένου να προσελκύσει νέους πελάτες στον Όμιλο και να διευρύνει το target group του.