Ο πρόεδρος της Κολομβίας, Γουστάβο Πέτρο, διέψευσε κατηγορηματικά κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας στελεχών της υπηρεσίας πληροφοριών και της στρατιωτικής ηγεσίας με οργάνωση ανταρτών, η οποία φέρεται να επιδίωκε αποφυγή ελέγχων και απόκτηση οπλισμού. Παράλληλα, κατηγόρησε τη CIA ότι επιχειρεί να χειραγωγήσει την κοινή γνώμη στη χώρα.
Η υπόθεση ήρθε στο προσκήνιο ύστερα από ρεπορτάζ του τηλεοπτικού δικτύου Caracol, το οποίο παρουσίασε συνομιλίες μεταξύ ανώτερου αξιωματικού του στρατού και κορυφαίου στελέχους της υπηρεσίας πληροφοριών. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι δύο αξιωματούχοι φέρονται να έδιναν κρίσιμες πληροφορίες σε παράταξη διαφωνούντων των πρώην FARC, που αρνούνται να τηρήσουν τη συμφωνία ειρήνης του 2016.
Σύμφωνα με το Caracol, ο στρατηγός Χουάν Μανουέλ Ουέρτας και ο αξιωματικός Γουίλμαρ Μεχία σχεδίαζαν την ίδρυση ιδιωτικής εταιρείας ασφαλείας, η οποία θα επέτρεπε στους αντάρτες να μετακινούνται με θωρακισμένα οχήματα, να φέρουν οπλισμό και να αποφεύγουν ελέγχους.
Ο πρόεδρος Πέτρο, μέσω X, χαρακτήρισε τις πληροφορίες αυτές «ψευδείς» και ανέφερε ότι «η πηγή του δημοσιογράφου είναι η CIA», η οποία, όπως υποστήριξε, επιχειρεί να επηρεάσει τη δημόσια εικόνα της κυβέρνησης ανάλογα με τα συμφέροντά της.
Το ζήτημα αναδεικνύεται σε μια περίοδο όπου οι ΗΠΑ ασκούν έντονες πιέσεις στην κυβέρνηση Πέτρο, θεωρώντας πως δεν καταβάλλει επαρκείς προσπάθειες για την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών στη χώρα, η οποία παραμένει η μεγαλύτερη παραγωγός κοκαΐνης παγκοσμίως.
Ο πρώην αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει κατηγορήσει τον πρόεδρο Πέτρο ως «βαρόνο των ναρκωτικών», χωρίς να παρουσιάσει αποδείξεις, ενώ η κυβέρνησή του αφαίρεσε από την Κολομβία την πιστοποίηση ως συμμάχου στη μάχη κατά της διακίνησης παράνομων ουσιών, διακόπτοντας σημαντική χρηματοδότηση από την Ουάσιγκτον.
Επιπλέον, στον πρόεδρο Πέτρο και μέλη της οικογένειάς του έχουν επιβληθεί κυρώσεις από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Η παράταξη διαφωνούντων των πρώην FARC, με επικεφαλής τον Καλαρκά (Αλεξάντερ Δίας Μεντόσα), βρίσκεται σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Πέτρο, χωρίς μέχρι στιγμής ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Τον Ιούλιο του 2024, οι αρχές είχαν συλλάβει τον Καλαρκά και άλλους μαχητές, αλλά αφέθηκαν ελεύθεροι λόγω της συμμετοχής τους στις διαπραγματεύσεις. Κατά την επιχείρηση κατασχέθηκαν ηλεκτρονικές συσκευές, κινητά και υπολογιστές που, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, περιείχαν συνομιλίες που τεκμηριώνουν τις σχέσεις με ανώτερους αξιωματικούς.
Μετά τις αποκαλύψεις του Caracol, η γενική εισαγγελέας Λους Αδριάνα Καμάργο διέταξε εντατικοποίηση και επίσπευση της έρευνας για την υπόθεση.
Η παράταξη Καλαρκά χρηματοδοτείται κυρίως από τη διακίνηση ναρκωτικών, εκβιάσεις και παράνομη εκμετάλλευση μεταλλείων, ενώ σύμφωνα με την υπηρεσία πληροφοριών της Κολομβίας, στη χώρα δρουν περίπου 22.000 οπλισμένοι αντάρτες και διακινητές ναρκωτικών.