Η σχεδιαζόμενη εξαγορά της Electronic Arts (EA) έναντι 55 δισ. δολαρίων αναμένεται να αποτελέσει μία από τις πιο επικερδείς συμφωνίες της Wall Street.
Σύμφωνα με το Bloomberg, οι τράπεζες που θα συμμετάσχουν στην οργάνωση της χρηματοδότησης θα μοιραστούν περίπου 500 εκατ. δολάρια σε προμήθειες, ενώ η JPMorgan Chase έχει αναλάβει ρόλο κύριου χρηματοδότη, με δέσμευση ύψους 20 δισ. δολαρίων, τη μεγαλύτερη που έχει γίνει ποτέ από έναν μόνο δανειστή σε leveraged buyout (LBO – εξαγορά μέσω δανεισμού με εξασφάλιση την ίδια την εταιρεία).
Η συναλλαγή τελεί υπό τον συντονισμό της Silver Lake Management, σε συνεργασία με το Δημόσιο Ταμείο Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας (Public Investment Fund – PIF) και την Affinity Partners, την εταιρεία του Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρού του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.
Όπως εξηγούν τραπεζικοί αναλυτές στο Bloomberg, ένα leveraged buyout (LBO) επιτρέπει την εξαγορά μιας εταιρείας κυρίως με δανεισμό, χρησιμοποιώντας την ίδια την εταιρεία ως εγγύηση για το δάνειο. Το σχήμα αυτό προτιμάται από επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds), καθώς μειώνει το αρχικό κεφάλαιο που απαιτείται.
Η βασική αρχή είναι ότι ο δανεισμός κοστίζει λιγότερο από τα ίδια κεφάλαια. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, το κόστος του εταιρικού δανεισμού σε LBO φτάνει περίπου το 5,5%, όταν οι αποδόσεις που επιδιώκουν τα funds υπερβαίνουν το 20%. Ωστόσο, η μόχλευση (leverage) αυξάνει τον κίνδυνο:
«Αν η αξία της εταιρείας πέσει, η ζημία πολλαπλασιάζεται», επισημαίνει ανώτερο στέλεχος αμερικανικής τράπεζας στο Bloomberg.
Το deal (συμφωνία) θεωρείται κομβικό για την JPMorgan και τον διευθύνοντα σύμβουλό της Τζέιμι Ντάιμον, ο οποίος, σύμφωνα με πηγές του Bloomberg, «βλέπει στην αγορά μόχλευσης σημάδια ισχυρής ανάκαμψης».
Η τράπεζα σχεδιάζει να μοιραστεί το ρίσκο με ένα διεθνές syndicate (κοινοπραξία τραπεζών που συνχρηματοδοτούν μια μεγάλη συμφωνία), στο οποίο θα συμμετάσχουν μεγάλοι παίκτες από την Ευρώπη, Ασία και Μέση Ανατολή.
Η επένδυση αναμένεται να λάβει αξιολόγηση “B”, δηλαδή στο μέσο της κατηγορίας junk debt (ομόλογα υψηλού κινδύνου με χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση).
Εάν η συναλλαγή πετύχει, θα εδραιώσει την JPMorgan ως τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη της παγκόσμιας αγοράς εταιρικού δανεισμού. Αν αποτύχει, όμως, «θα αφήσει ένα βαθύ αποτύπωμα στον ισολογισμό της», όπως σημειώνει το Bloomberg.
Η διάθεση ανάληψης ρίσκου φαίνεται να ενισχύεται. Η αγορά collateralized loan obligations (CLOs, τιτλοποιήσεις δανείων υψηλού κινδύνου που μετατρέπονται σε επενδυτικά προϊόντα) γνωρίζει άνοδο. Περισσότερα από 160 τέτοια funds βρίσκονται υπό σύσταση, αυξάνοντας τη ζήτηση για νέα δάνεια.
«Η ζήτηση από CLOs και θεσμικούς επενδυτές επιτρέπει την ανάκαμψη της αγοράς junk debt», αναφέρει στο Bloomberg επενδυτής από το Λονδίνο. Το πακέτο της EA αναμένεται να περιλαμβάνει συνδυασμό ομολόγων υψηλής απόδοσης (high-yield bonds) και δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο (leveraged loans), πιθανώς σε δύο νομίσματα, με στόχο την ολοκλήρωση εντός του πρώτου τριμήνου του 2026.
Η εμπειρία του 2022 με την εξαγορά του Twitter από τον Έλον Μασκ, που άφησε τράπεζες με 13 δισ. δολάρια “κολλημένο” χρέος (unsold debt), λειτουργεί ως προειδοποίηση.
«Αν οι συνθήκες αλλάξουν πριν πουληθεί το χρέος, οι τράπεζες μένουν εκτεθειμένες», σχολιάζει πρώην αναλυτής της Morgan Stanley.
Το Bloomberg υπενθυμίζει επίσης τα πρόσφατα «σοκ» της αγοράς, όπως τις πτώσεις των First Brands Group και Tricolor Holdings, που άφησαν εκατοντάδες εκατομμύρια σε απώλειες σε τράπεζες και hedge funds (επενδυτικά κεφάλαια υψηλού ρίσκου).
Ειδικοί εκτιμούν ότι η αγορά μπορεί να απορροφήσει έως 25 δισ. δολάρια από τα συνολικά 55 δισ. σε μορφή δανείων και ομολόγων.
Για τη Wall Street, το στοίχημα είναι τεράστιο, αλλά για τη Silver Lake (παγκόσμιο επενδυτικό fund τεχνολογίας), την Affinity Partners (επενδυτική εταιρεία του Τζάρεντ Κούσνερ) και το PIF (Δημόσιο Ταμείο Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας) τα οφέλη είναι ακόμη μεγαλύτερα.
Η Σαουδική Αραβία βλέπει την επένδυση ως στρατηγικό εργαλείο “ήπιας ισχύος” (soft power). Όπως σημειώνει το Bloomberg, το Ριάντ στοχεύει να μετατρέψει το βασίλειο σε παγκόσμιο κόμβο gaming και e-sports, προσθέτοντας κύρος στην οικονομική του διαφοροποίηση (Vision 2030).
Σύμφωνα με αναλυτές της αγοράς, η Silver Lake και οι σύμμαχοί της βλέπουν στην EA «ένα τεχνολογικό περιουσιακό στοιχείο (tech asset) με ανθεκτικότητα απέναντι στις ανατροπές της τεχνητής νοημοσύνης (AI)».
«Τα video games έχουν υψηλό περιθώριο προσαρμογής και σταθερό κοινό. Είναι ο ιδανικός συνδυασμός ψυχαγωγίας και τεχνολογίας», αναφέρει στέλεχος του fund.