Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι θα ορίσει νέο πρωθυπουργό έως το βράδυ της Παρασκευής, επιχειρώντας να αποκαταστήσει τη σταθερότητα στη γαλλική πολιτική σκηνή μετά από μήνες αναταραχής και τρεις αποχωρήσεις πρωθυπουργών από τον Δεκέμβριο.
Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Σεμπαστιέν Λεκορνού, ο οποίος είχε αναλάβει την αποστολή των διαπραγματεύσεων με τα πολιτικά κόμματα της Εθνοσυνέλευσης, δήλωσε ότι έχει σημειωθεί επαρκής πρόοδος ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης.
«Υπάρχουν δυνατότητες για συμβιβασμό στο κοινοβούλιο», ανέφερε ο Λεκορνού στο France 2, με το Ελιζέ να επιβεβαιώνει αργότερα ότι ο νέος πρωθυπουργός θα ανακοινωθεί εντός 48 ωρών.
Η διαβεβαίωση αυτή προσφέρει μια αχτίδα αισιοδοξίας, καθώς το γαλλικό πολιτικό σύστημα έχει εισέλθει σε βαθιά κρίση. Το κοινοβούλιο παραμένει διχασμένο σε τρεις αντιμαχόμενες παρατάξεις, με κάθε κόμμα να επιδιώκει να τοποθετηθεί στρατηγικά ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2027, αντί να προωθήσει συναινέσεις.
Αν ο νέος πρωθυπουργός αποτύχει να σχηματίσει κυβέρνηση, ο Μακρόν θα βρεθεί αντιμέτωπος με τρεις δύσκολες επιλογές: να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, να διορίσει νέο πρωθυπουργό ή να παραιτηθεί, κάτι που έχει ήδη αποκλείσει.
«Ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι οι εκλογές του 2027», παραδέχθηκε ο Λεκορνού. «Οποιοσδήποτε αναλάβει την πρωθυπουργία πρέπει να μην έχει φιλοδοξίες για το αξίωμα του προέδρου».
Η Μαρίν Λεπέν, που θεωρείται από τα φαβορί για το 2027 αν το δικαστήριο της επιτρέψει να θέσει υποψηφιότητα, δεσμεύτηκε να καταψηφίσει κάθε νέα κυβέρνηση, επιχειρώντας να προκαλέσει πρόωρες βουλευτικές εκλογές οι οποίες θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη θέση της.
Οι γαλλικές αγορές αντέδρασαν θετικά στην προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης. Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων υποχώρησαν κατά πάνω από πέντε μονάδες βάσης στο 3,51%, ενώ ο δείκτης CAC 40 ενισχύθηκε κατά 1,1%.
Ωστόσο, η πολιτική αστάθεια έχει πλήξει σοβαρά τον Μακρόν. Η δημοτικότητά του έπεσε κατά τρεις μονάδες στο 14%, το χαμηλότερο ποσοστό από την εκλογή του το 2017, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Elabe για τη Les Echos.
Η πρώην πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν άφησε να εννοηθεί ότι είναι διατεθειμένη να αναστείλει τον αμφιλεγόμενο νόμο του 2023, που ανέβασε το όριο συνταξιοδότησης στα 64 έτη, αν αυτό συμβάλλει στη σταθερότητα.
Ο Λεκορνού αναγνώρισε ότι η μεταρρύθμιση αποτέλεσε «δημοκρατική πληγή» για τους πολίτες και δήλωσε πως το νέο υπουργικό συμβούλιο θα πρέπει να ανοίξει δημόσιο διάλογο για το ζήτημα.
«Είπα στον πρόεδρο ότι θα πρέπει να βρούμε έναν δρόμο για συζήτηση σχετικά με τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση», σημείωσε, προειδοποιώντας ωστόσο ότι η αναστολή θα κόστιζε τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ έως το 2027.
Ο Λεκορνού κάλεσε τους βουλευτές να ξεκινήσουν άμεσα τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2026, καθώς, βάσει Συντάγματος, η κυβέρνηση πρέπει να καταθέσει το σχέδιο νόμου έως τις 13 Οκτωβρίου ώστε να υπάρξει το απαραίτητο διάστημα 70 ημερών για την ψήφισή του.
«Κανείς δεν θέλει να ρισκάρει να μην έχουμε προϋπολογισμό ως το τέλος του έτους, οι συνέπειες για τη Γαλλία θα ήταν δραματικές», προειδοποίησε.