Το Ιράν πρόκειται να ξεκινήσει ξανά, αύριο Τρίτη, σημαντικές συνομιλίες για το πυρηνικό του πρόγραμμα στη Γενεύη με τρεις σημαντικές ευρωπαϊκές δυνάμεις: τη Γαλλία, τη Βρετανία και τη Γερμανία.
Οι διαπραγματεύσεις αυτές αφορούν τη σταδιακή αποκατάσταση του πλαισίου που είχε τεθεί μέσω της Συμφωνίας του 2015, η οποία επιδίωκε τον περιορισμό των πυρηνικών δραστηριοτήτων του Ιράν με αντάλλαγμα τη χαλάρωση των κυρώσεων.
Οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες προειδοποιούν ότι αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, ενδέχεται να επιβληθούν εκ νέου διεθνείς κυρώσεις στην Τεχεράνη, σύμφωνα με την ιρανική κρατική τηλεόραση.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ, αυτός ο «νέος κύκλος διαπραγματεύσεων», που ακολουθεί τις συνομιλίες του Ιουλίου στην Κωνσταντινούπολη, θα διεξαχθεί σε επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών στη Γενεύη. Εκπρόσωπος του Ιράν θα είναι ο Ματζίντ Τακχτ-Ραβανσί, μεταδίδει το πρακτορείο ειδήσεων Tasnim.
Η συμφωνία του 2015 μεταξύ του Ιράν και των Γαλλίας, Βρετανίας, Γερμανίας, Κίνας, Ρωσίας και ΗΠΑ προέβλεπε σημαντικούς περιορισμούς στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης με αντάλλαγμα την προοδευτική άρση των κυρώσεων του ΟΗΕ.
Όμως, όταν οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν μονομερώς από τη συμφωνία το 2018, υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ, το Ιράν αντέδρασε παραβιάζοντας αρκετούς περιορισμούς, ειδικά στο ζήτημα του εμπλουτισμού ουρανίου.
Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, μπροστά στη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα, προειδοποιούν ότι αν δεν επιτευχθεί λύση μέσω διαλόγου μέχρι τα τέλη Αυγούστου, ενδέχεται να επαναφέρουν τις κυρώσεις του ΟΗΕ. Από την πλευρά του, το Ιράν αμφισβητεί τη νομιμότητα της σχετικής ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας, επικαλούμενο τα όσα προβλέπονται στη συμφωνία του 2015.
Παρά την αποχώρηση των ΗΠΑ, οι ευρωπαϊκές χώρες αρχικά παρέμειναν δεσμευμένες στην εφαρμογή της συμφωνίας και προσπάθησαν να διατηρήσουν εμπορικές σχέσεις με το Ιράν. Ωστόσο, ο ειδικός ευρωπαϊκός μηχανισμός για την άμβλυνση των συνεπειών από τις αμερικανικές κυρώσεις συνάντησε σημαντικά εμπόδια, οδηγώντας πολλές δυτικές επιχειρήσεις να διακόψουν τη δραστηριότητά τους στη χώρα.
Αυτή η κατάσταση επιδείνωσε περαιτέρω την ήδη δύσκολη οικονομική κατάσταση του Ιράν, με τον υψηλό πληθωρισμό και τις δυσκολίες στην αγορά να διαμορφώνουν ένα δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον.
Όπως αναφέρει ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA), το Ιράν είναι η μοναδική χώρα χωρίς πυρηνικό οπλοστάσιο που εμπλουτίζει ουράνιο σε τόσο υψηλά επίπεδα (60%), υπερβαίνοντας κατά πολύ το όριο του 3,67% που είχε τεθεί από τη συμφωνία. Για την κατασκευή πυρηνικού όπλου, θα πρέπει να ανέλθει στο 90%.
Οι δυτικές δυνάμεις και το Ισραήλ εξακολουθούν να υποπτεύονται ότι το Ιράν επιδιώκει την απόκτηση ατομικής βόμβας, ενώ η Τεχεράνη δηλώνει κατηγορηματικά ότι οι πυρηνικές της δραστηριότητες έχουν αποκλειστικά ειρηνικό χαρακτήρα.
Η πρόοδος του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος παραμένει στο επίκεντρο της διεθνούς ανησυχίας, ειδικά μετά τα πρόσφατα γεγονότα: τον 12ήμερο πόλεμο Ισραήλ-Ιράν τον Ιούνιο και τις επιθέσεις των ΗΠΑ σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων της Γενεύης θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την οικονομική και γεωπολιτική σταθερότητα στην περιοχή, με άμεσες επιπτώσεις σε διεθνές επίπεδο.