Η κλιμακούμενη βία στην Κολομβία προκαλεί έντονη ανησυχία, καθώς απολογισμοί των τελευταίων επιθέσεων οδηγούν σε τουλάχιστον 18 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες.
Τα αιματηρά αυτά περιστατικά σημειώθηκαν μέσα σε μία ημέρα, γεγονός που αναδεικνύει την επικινδυνότητα της κατάστασης έντεκα μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές στην πολυτάραχη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Η νέα έξαρση φαίνεται να ακολουθεί τον θάνατο του δεξιού γερουσιαστή Μιγκέλ Ουρίμπε, ο οποίος υπέκυψε σε επίθεση εκτελεστή την 11η Αυγούστου. Το τραγικό αυτό περιστατικό επιδείνωσε περαιτέρω το ήδη τεταμένο πολιτικό σκηνικό.
Το απόγευμα της Πέμπτης, φορτηγό παγιδευμένο με μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών εξερράγη έξω από αεροπορική βάση στην Κάλι, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Κολομβίας. Η έκρηξη είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τουλάχιστον έξι άτομα και να τραυματιστούν 60 ακόμη, σύμφωνα με τις επίσημες αναφορές.
Ο δήμαρχος Αλεχάντρο Έδερ χαρακτήρισε το χτύπημα ως «ναρκωτρομοκρατική επίθεση», ζητώντας την άμεση στρατιωτικοποίηση της πόλης για την αντιμετώπιση της κατάστασης.
Βίντεο που αναρτήθηκαν στα κοινωνικά δίκτυα αποτυπώνουν σκηνές χάους, τραυματίες στο έδαφος δέχονται πρώτες βοήθειες, το φορτηγό τυλιγμένο στις φλόγες, κατεστραμμένα οχήματα και σπασμένα τζάμια σε μια ακτίνα αρκετών μέτρων.
Σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας, Πέδρο Σάντσες, υπεύθυνη για την επίθεση είναι η ομάδα EMC («κεντρικό γενικό επιτελείο»), ενώ κατήγγειλε την «αδικαιολόγητη τρομοκρατική ενέργεια» σε βάρος αθώων πολιτών. Ο ίδιος τόνισε πως η ενέργεια αυτή αποτελεί απόδειξη της «απώλειας ελέγχου στη διακίνηση ναρκωτικών» στην περιοχή.
Αυτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν τη φρίκη που επικράτησε: «Ακούσαμε τον κρότο τεράστιας έκρηξης κοντά στην αεροπορική βάση», σημείωσε ο Έκτορ Φάμπιο Μπολάνος. Ενώ ο Αλέξις Ατισάβα, περιέγραψε πώς τα θραύσματα από υαλοπίνακες τραυμάτισαν περαστικούς μέσα κι έξω από το κατάστημά του.
Οι αρχές προχώρησαν άμεσα σε εκκένωση κτιρίων και σχολείων που βρίσκονται σε μικρή απόσταση από το σημείο της έκρηξης, ενώ ο δήμαρχος της Κάλι ανακοίνωσε προσωρινή απαγόρευση κυκλοφορίας φορτηγών, λόγω του ενδεχόμενου νέων επιθέσεων.
Παράλληλα, προσφέρθηκε αμοιβή ύψους 10.000 δολαρίων γι’ αυτούς που θα συμβάλουν στον εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών.
Σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις, η επικεφαλής της περιφέρειας Ντίλιαν Φρανσίσκα Τόρο δήλωσε με έμφαση: «Η τρομοκρατία δεν θα μας νικήσει».
Την ίδια ημέρα, περίπου 150 χιλιόμετρα από τη Μεδεγίν, έλαβαν χώρα συγκρούσεις κατά τη διάρκεια επιχείρησης της αστυνομίας για την εκρίζωση φυτειών κόκας.
Η παρέμβαση των δυνάμεων επιβολής της τάξης προσέλκυσε την αντίδραση ενόπλων, οι οποίοι χρησιμοποίησαν μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) εφόρμησης εναντίον ελικοπτέρου Black Hawk. Αποτέλεσμα ήταν να σκοτωθούν τουλάχιστον 12 αστυνομικοί, σύμφωνα με τον Αντρές Χουλιάν Ρεντόν, αξιωματούχο της τοπικής νομαρχίας Αντιόκια.
Όπως έγινε γνωστό, στην επίθεση συμμετείχε η οργάνωση ανταρτών Καλαρκά, η οποία προέκυψε ως διάσπαση της EMC και λαμβάνει το όνομά της από το nom de guerre του αρχηγού της. Βίντεο από το σημείο δείχνουν το ελικόπτερο να πλήττεται πριν καταπέσει στο έδαφος, επιβεβαιώνοντας τη σφοδρότητα της επίθεσης.
Η παρούσα κατάσταση οδηγεί σε ερωτηματικά για το μέλλον των ειρηνευτικών προσπαθειών στη χώρα. Ο πρόεδρος Γουστάβο Πέτρο, που ανέλαβε την εξουσία το 2022 και ανήκει στη σοσιαλδημοκρατική αριστερά, έχει καταβάλει προσπάθειες για διαπραγματεύσεις με τις ένοπλες οργανώσεις, έξι χρόνια μετά τη συμφωνία ειρήνης με τις FARC. Ωστόσο, τα περισσότερα ειρηνευτικά εγχειρήματα παραμένουν ατελέσφορα ή έχουν ήδη ναυαγήσει.
Χαρακτηριστικά, η EMC, που το 2023 συμμετείχε σε διάλογο για τον τερματισμό της ένοπλης δράσης, αποχώρησε από τις διαπραγματεύσεις μετά από απόφαση του αρχηγού της, Ιβάν Μορδίσκο, το επόμενο έτος. Η ίδια οργάνωση ανέλαβε την ευθύνη για σειρά επιθέσεων που σημειώθηκαν τον Ιούνιο στην Κάλι, με απολογισμό επτά νεκρούς, πέντε πολίτες και δύο αστυνομικούς.