Η ιταλική κυβέρνηση αντέδρασε με έντονο τρόπο στη σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη λίστα των ασφαλών χωρών προέλευσης για τους μετανάστες.
Μέσω επίσημης ανακοίνωσης, η Ρώμη εξέφρασε την αντίθεσή της, επισημαίνοντας πως η δικαιοσύνη της Ε.Ε. «διεκδικεί αρμοδιότητες που δεν διαθέτει, από τη στιγμή που οι σχετικές ευθύνες ανήκουν στην πολιτική».
Σύμφωνα με τη ρητορική της κυβέρνησης Μελόνι, το Δικαστήριο αποφάσισε να παραχωρήσει στον κάθε δικαστή των κρατών-μελών τη δυνατότητα να προχωρεί σε αποφάσεις όχι μόνο για μεμονωμένες υποθέσεις, αλλά ευρύτερα για το πλαίσιο μεταναστευτικής πολιτικής που αφορά τους επαναπατρισμούς και τις απελάσεις.
Η ιταλική πλευρά εκτιμά πως αυτή η πρακτική επιτρέπει στους εθνικούς δικαστές να επικαλούνται ακόμη και μη επίσημες, «ιδιωτικές πηγές» στις αποφάσεις τους, διαμορφώνοντας ένα νέο σκηνικό δικαστικής παρέμβασης στη μεταναστευτική διαχείριση.
Η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Μελόνι υπογραμμίζει πως η εξέλιξη αυτή «θα έπρεπε να προκαλέσει ανησυχία σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σήμερα πανηγυρίζουν» για την απόφαση.
Εκφράζεται η άποψη ότι τα νέα δεδομένα περιορίζουν περαιτέρω την ευχέρεια των εθνικών κυβερνήσεων και των κοινοβουλίων στη χάραξη πολιτικής για τη διαχείριση του μεταναστευτικού, γεγονός που ενδέχεται να επηρεάσει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης και την προστασία των εθνικών συνόρων.
Σε μια περίοδο κατά την οποία το «Σύμφωνο της ΕΕ για τη Μετανάστευση και το Άσυλο» οδεύει προς εφαρμογή, η απόφαση του δικαστηρίου έρχεται λίγους μόλις μήνες πριν τεθούν σε ισχύ οι πιο αυστηροί όροι του νέου κανονιστικού πλαισίου.
Η ιταλική κυβέρνηση σημειώνει χαρακτηριστικά πως, στους δέκα μήνες που απομένουν μέχρι την υλοποίηση του Συμφώνου, «δεν θα σταματήσει να αναζητά κάθε δυνατή λύση –τεχνικής ή νομικής φύσης– με στόχο την προστασία των πολιτών».