Το ελληνικό χρηματιστήριο αποτέλεσε τη μοναδική αγορά της Ευρωζώνης που βρέθηκε σε καθεστώς υποβάθμισης από το 2013, μετά από απόφαση του διεθνούς οίκου MSCI, ο οποίος διαχειρίζεται ενεργητικό ύψους 12 τρισ. δολαρίων και αποτελεί σημείο αναφοράς για τους μεγαλύτερους διεθνείς επενδυτές.
Πρόσφατα, ο διεθνής οίκος FTSE Russell προχώρησε σε αναβάθμιση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, εντάσσοντάς την από τις Προηγμένες Αναδυόμενες Αγορές στην κατηγορία των Ανεπτυγμένων Αγορών. Η εξέλιξη αυτή, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, αντικατοπτρίζει τη σημαντική πρόοδο της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια και αποτελεί ορόσημο για το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Η αναβάθμιση αναμένεται να ανοίξει τον δρόμο για την είσοδο νέων διεθνών επενδυτών στην ελληνική αγορά, καθώς αυξάνεται το ενδιαφέρον από κεφάλαια που παρακολουθούν τους παγκόσμιους δείκτες Ανεπτυγμένων Αγορών. Έτσι, δημιουργούνται νέες ευκαιρίες χρηματοδότησης και ανάπτυξης για τις εισηγμένες εταιρείες.
Η διαφορά στο μέγεθος των κεφαλαίων μεταξύ αναδυόμενων και ανεπτυγμένων αγορών είναι ιδιαίτερα σημαντική. Στις αναδυόμενες αγορές διακινούνται περίπου 2 τρισ. δολάρια, ενώ στις ανεπτυγμένες αγορές το ποσό αυτό εκτοξεύεται στα 15 τρισ. δολάρια, αυξάνοντας σημαντικά τις δυνατότητες άντλησης κεφαλαίων για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι το 70% των επενδυτικών κεφαλαίων ακολουθούν τους δείκτες του MSCI, γεγονός που καθιστά την αναβάθμιση από τον συγκεκριμένο οίκο κομβικής σημασίας. Μέχρι στιγμής, ο MSCI δεν έχει εντάξει την ελληνική αγορά σε watch list για αναβάθμιση, διατηρώντας την στη λίστα των αναδυόμενων αγορών.
Η προοπτική αναβάθμισης του Χρηματιστηρίου Αθηνών εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει ως καταλύτης για την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Όπως ανέφερε ο CEO του Ομίλου Χρηματιστήριο Αθηνών, Γ. Κοντόπουλος, από τα τέλη του 2024, μετά την απόφαση του FTSE να εντάξει το ελληνικό χρηματιστήριο σε watch list, παρατηρείται σταδιακή μετακίνηση κεφαλαίων, με funds που επενδύουν σε αναδυόμενες αγορές να αντικαθίστανται από νέα κεφάλαια που στοχεύουν σε ανεπτυγμένες αγορές.
Η συναλλακτική δραστηριότητα στο Χρηματιστήριο Αθηνών έχει σημειώσει σημαντική άνοδο το 2025, με τη μέση ημερήσια αξία συναλλαγών να ανέρχεται στα 190 εκατ. ευρώ, αυξημένη κατά 35% σε σχέση με το 2024. Σε βάθος τριετίας, η αύξηση φθάνει το 167%, ενισχύοντας τη ρευστότητα και την ελκυστικότητα της ελληνικής αγοράς.
Η επιστροφή του Χ.Α. στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών θεωρείται κομβικής σημασίας, καθώς η υποβάθμισή του λόγω της οικονομικής κρίσης περιόρισε σημαντικά τις πηγές άντλησης κεφαλαίων και επηρέασε αρνητικά τις αποτιμήσεις των μετοχών και τη συναλλακτική δραστηριότητα.
Με την αναβάθμιση, ενισχύεται το κύρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών και διευρύνονται οι δυνατότητες πρόσβασης σε επενδυτικά κεφάλαια που τοποθετούνται σε ανεπτυγμένες αγορές, κάτι που μπορεί να συμβάλει στη συνολική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Προβληματισμοί και εκτιμήσεις για τις ροές κεφαλαίων
Παρά τα θετικά, η έκθεση της JP Morgan επισημαίνει ότι η ελληνική αγορά διαθέτει μόλις τρεις μετοχές (Εθνική, Eurobank και ΟΠΑΠ) που πληρούν τα κριτήρια για συμμετοχή στον δείκτη MSCI Europe. Σε περίπτωση μετάταξής της, η Ελλάδα θα αποτελούσε τη μικρότερη αγορά του MSCI Europe, πίσω από την Πορτογαλία και την Αυστρία.
Το δίλημμα για το αν η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στις Αναδυόμενες Αγορές ή να περάσει στις Ανεπτυγμένες συνοψίζεται εύστοχα στη φράση του CEO του Ομίλου Χρηματιστήριο Αθηνών: "Μία ομάδα της Super League 2 που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις έχει στόχο να ανεβεί στην Super League 1."
Παράλληλα, ερωτηματικά υπάρχουν για τον πραγματικό όγκο κεφαλαίων που θα εισέλθουν στην ελληνική αγορά μετά την πιθανή αναβάθμιση. Η JP Morgan εκτιμά ότι μπορεί να υπάρξουν εκροές 1,83 δισ. δολαρίων λόγω εξόδου από τους δείκτες FTSE Emerging Market και εισροές 1,75 δισ. δολαρίων από την ένταξη στους δείκτες FTSE Developed Market, με το ισοζύγιο να είναι αρνητικό κατά περίπου 75 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την Axia Research, η αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας (investment grade) είναι πιο σημαντική για τις ενεργές ροές κεφαλαίων, ενώ το καθεστώς των ανεπτυγμένων αγορών επηρεάζει κυρίως τα κεφάλαια που ακολουθούν δείκτες (indexed funds, κυρίως ETF). Δεδομένου ότι το 62% των επενδυτικών κεφαλαίων δεν είναι indexed, η αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα έχει μεγαλύτερη σημασία για την προσέλκυση κεφαλαίων στην Ελλάδα.
Επιπλέον, τα παθητικά κεφάλαια που συνδέονται με το καθεστώς των ανεπτυγμένων αγορών αντιπροσωπεύουν μόλις το 14% των επενδυμένων περιουσιακών στοιχείων της ΕΕ, γεγονός που περιορίζει τον αντίκτυπο της συγκεκριμένης αναβάθμισης στη συνολική εικόνα. Έτσι, η επενδυτική βαθμίδα παραμένει ο βασικός παράγοντας εισροής κεφαλαίων στο ελληνικό χρηματιστήριο.