Έχοντας «τρέξει» σχεδόν 6% μέχρι στιγμής τον Ιούλιο και περίπου 35% από την αρχή του έτους, ο Γενικός Δείκτης στο ΧΑ βρίσκεται πλέον σε ελάχιστη απόσταση από το συμβολικό όριο των 2.000 μονάδων, την ώρα που οι επενδυτές «ποντάρουν» στις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων από τις τράπεζες ως νέο καταλύτη ανόδου, ενώ η ελληνική αγορά περνά πιο έντονα από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια στα «ραντάρ» των ξένων διαχειριστών κεφαλαίων.
Η χθεσινή συνεδρίαση, με την επιστροφή αγοραστών ιδιαίτερα στις τραπεζικές μετοχές (άνοδος 2,1% για τον κλαδικό δείκτη) και την άνοδο του Γενικού Δείκτη κατά 1,3%, στις 1.975 μονάδες, φέρνει την αγορά πολύ κοντά στο ορόσημο των 2.000 μονάδων. Πλέον, στις δύο τελευταίες συνεδριάσεις του μήνα, ο Δείκτης χρειάζεται μια περαιτέρω άνοδο περίπου κατά 1,3% για να πιάσει πάλι μια τιμή άνω των 2000 μονάδων, για πρώτη φορά από τις αρχές του 2010.
Το ελληνικό χρηματιστήριο, όπως και άλλες αγορές της ευρωπαϊκής περιφέρειας, βρίσκονται πλέον στο στόχαστρο των διεθνών διαχειριστών κεφαλαίων, που μεταφέρουν κεφάλαια από τις πιο ώριμες ευρωπαϊκές αγορές, αναζητώντας μεγαλύτερες αποδόσεις, γεγονός που δημιουργεί ευνοϊκό περιβάλλον για το ΧΑ.
Σε εκτενή ανάλυση για τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, το Reuters τονίζει ότι φέτος ορισμένες μικρότερες αγορές έχουν υπεραποδώσει σε σχέση με το ευρύτερο ευρωπαϊκό τοπίο. Οι δείκτες στην Πολωνία, την Ελλάδα και την Τσεχία σημειώνουν άνοδο 37%, 35% και 25%, αντίστοιχα, επισημαίνει το πρακτορείο, ενώ η άνοδος του δείκτη Stoxx 600 είναι της τάξεως του 8%.
«Πιστεύω ότι η τοποθέτηση των επενδυτών κινείται όλο και περισσότερο προς αυτές τις μικρότερες αγορές, οι οποίες επωφελούνται από κλαδικούς παράγοντες και μεγαλύτερη έκθεση στην εγχώρια οικονομία», τονίζει ο Ναμπίλ Μιλάλι, διαχειριστής χαρτοφυλακίου του οίκου Edmond de Rothschild.
Δεύτερη καλύτερη απόδοση φέτος στην Ευρώπη εμφανίζει το ΧΑ

Η αναζήτηση ευκαιριών στα μικρότερα χρηματιστήρια που έχουν υψηλότερο ρίσκο ευνοείται πλέον και από τις εξελίξεις στο μέτωπο των δασμών, καθώς η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ - Ευρώπης για δασμούς 15% στα ευρωπαϊκά αγαθά μπορεί να μην είναι ό,τι καλύτερο θα περίμεναν οι ευρωπαϊκές εταιρείες, αλλά αποτρέπει την επιβολή βαρύτατων δασμών 30%, και διαμορφώνει ένα πιο σταθερό οικονομικό περιβάλλον, περιορίζοντας τους κινδύνους για τις αγορές.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι προσδοκίες των αναλυτών για τα κέρδη των ευρωπαϊκών εταιρειών βελτιώθηκαν αμέσως μόλις ανακοινώθηκε η συμφωνία. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες προβλέπεται τώρα από τους αναλυτές ότι θα αναφέρουν αύξηση κερδών 1,8% κατά μέσο όρο για το δεύτερο τρίμηνο, σύμφωνα με στοιχεία της LSEG I/B/E/S, μια μεγάλη βελτίωση από τη μείωση 0,3% που ανέμεναν οι αναλυτές πριν από μία εβδομάδα.
Σύμφωνα με ανάλυση του Reuters, στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια μπορεί να δέχονται πίεση οι εξαγωγικές βιομηχανίες, αλλά κερδίζουν έδαφος μετοχές όπως των τραπεζών και των εταιρειών κοινής ωφέλειας, που βασίζονται στην εσωτερική αγορά, ενώ οι επενδυτές περιμένουν ισχυρή ώθηση στις οικονομίες από το μεγάλο «πακέτο» επενδυτικών δαπανών της Γερμανίας.
Οι προσδοκίες για τις τράπεζες
Σε αυτό το γενικά ευνοϊκό περιβάλλον, κλειδί για την πορεία της αγοράς το επόμενο διάστημα θα αποτελέσουν οι ανακοινώσεις αποτελεσμάτων β' τριμήνου από τις τράπεζες που αρχίζουν σήμερα από την Τράπεζα Πειραιώς, ενώ την Πέμπτη ακολουθούν η Eurobank και η Εθνική. Ο κύκλος των ανακοινώσεων κλείνει την Παρασκευή, 1η Αυγούστου με την Alpha Bank και την Optima.
Ο αναλυτής της Beta, Μάνος Χατζηδάκης εκτιμά ότι τα καθαρά κέρδη του β' τριμήνου θα είναι σταθερά στα υψηλά επίπεδα του α' τριμήνου, παρά τη μείωση των επιτοκίων. «Οι πέντε εγχώριες εμπορικές τράπεζες αναμένεται να εμφανίσουν 2,08 δισ. ευρώ έσοδα από τόκους, 1,79 δισ. ευρώ προ προβλέψεων εισόδημα και καθαρά κέρδη 1,17 δισ. ευρώ έναντι 2,1 δισ. ευρώ εσόδων από τόκους, 1,8 δις ευρώ προ προβλέψεων εισόδημα και 1,17 δισ. ευρώ καθαρά κέρδη στο α’ τρίμηνο του 2025.
Η ανθεκτικότητα της τελικής γραμμής αποδίδεται στην εμπροσθοβαρή επιβάρυνση του λειτουργικού κόστους με έξοδα αναδιάρθρωσης, καθώς και την ηπιότερη των αναμενόμενων εικόνα των καθυστερήσεων».
Οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι, στις τελευταίες αναλύσεις τους πριν τις ανακοινώσεις εμφανίσθηκαν ιδιαίτερα αισιόδοξοι, ενώ πολλοί εκτιμούν ότι οι ανακοινώσεις και το guidance για το 2025 μπορεί να κρύβουν ευχάριστες εκπλήξεις.
Η JP Morgan ανέβασε τις τιμές-στόχους για όλες τις ελληνικές τράπεζες, διατηρώντας σύσταση "overweight" και για τις τέσσερις. Ειδικότερα, ο στόχος για την Alpha Bank αυξάνεται στα 3,6 ευρώ (από 2,7 ευρώ), για τη Eurobank στα 3,6 ευρώ (από 3,2 ευρώ), για την Εθνική Τράπεζα στα 12,8 ευρώ (από 11,3 ευρώ) και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 8,2 ευρώ (από 6,3 ευρώ). Το μέσο περιθώριο ανόδου ως την τιμή-στόχο ανέρχεται στο 12%, με την Πειραιώς να ξεχωρίζει με 20% και τη Eurobank με 13%.
Ο οίκος αναμένει ένα καλό δεύτερο τρίμηνο του 2025, όπου οι όγκοι χορηγήσεων θα αντισταθμίσουν τις πιέσεις στα περιθώρια, με τις τράπεζες να επαναλαμβάνουν το guidance για τα καθαρά έσοδα από τόκους. Η JP Morgan αυξάνει τις εκτιμήσεις της για τα κέρδη των τραπεζών το 2026-27 κατά 5-20%, με τη μεγαλύτερη άνοδο να αφορά την Πειραιώς και την Alpha Bank, λόγω της επίπτωσης από πρόσφατες εξαγορές.
Η Citi δίνει, επίσης, νέες, υψηλότερες τιμές-στόχους για τις μετοχές της Alpha Bank, Εθνικής Τράπεζας και Τράπεζας Πειραιώς, διατηρώντας σύσταση "buy", ενώ αναβάθμισε σημαντικά τις εκτιμήσεις της για τα κέρδη των τραπεζών. Συγκεκριμένα, ο οίκος δίνει πλέον τις ακόλουθες τιμές στόχους:
- Τράπεζα Πειραιώς: 7,6 ευρώ (από 6 ευρώ)
- Alpha Bank: 3,85 ευρώ (από 3 ευρώ)
- Εθνική Τράπεζα: 13,5 ευρώ (από 10,3 ευρώ)